Μπορεί η χαρακτηρισμένη ως στρατηγική επένδυση των 60 εκατ. ευρώ από τους Άραβες της AGC στη Μύκονο να έκανε χθες ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός με το «πράσινο φως» που άναψε το Κεντρικό Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής, παραμένει ωστόσο η μεγάλη εκκρεμότητα για την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας σε συνέχεια της προσφυγής του δήμου, που έχει ταχθεί κατά του project.
Χθeς, στη συνεδρίαση του ΚΕΣΑ εγκρίθηκε η αρχιτεκτονική μελέτη που αφορά στο επενδυτικό σχέδιο «Τουριστική Ανάπτυξη στη Μύκονο» στη θέση Καραπέτης Μυκόνου του επενδυτικού φορέα Μύκονος Α.Ε., που συνδέεται με την AGC, από την επένδυσή της στον Αστέρα Βουλιαγμένης. Πρόκειται για την τουριστική επένδυση δυναμικότητας 192 κλινών, σε οικόπεδο συνολικής επιφάνειας 60.324 τ.μ. που βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά της Μυκόνου στη θέση «Καραπέτης» στην Άνω Μερά.
Όπως επισημαίνεται σχετικά «για την ανάπτυξή του καθορίστηκαν ειδικοί όροι δόμησης που εγκρίθηκαν με το Ειδικό Σχέδιο Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικής Επένδυσης (ΕΣΧΑΣΕ) και τη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) με το από 10.06.2020 ΠΔ (ΦΕΚ 304Δ΄/2020). Η πρόταση επιχειρεί να ενσωματώσει όσο το δυνατόν καλύτερα τη θέα στη θάλασσα και τη μεγάλη κλίση που κυμαίνεται από 25% έως 40% ή έως και 70% στο παράκτιο μέτωπο του ακινήτου χωρίς παράλληλα να θίγει τους περιορισμούς που συνοδεύουν την έκταση».
Την ίδια στιγμή, επενδυτές και δήμος Μυκόνου αναμένουν την απόφαση του ΣτΕ για το project σε συνέχεια της συζήτησης που είχε γίνει πριν από περίπου ένα χρόνο, στο ανώτερο δικαστικό όργανο κατόπιν της προσφυγής της τοπικής αρχής, η οποία έχει εκφράσει εξ’ αρχής, ανοιχτά την αντίθεσή της με το έργο. Η αίτηση ακύρωσης ενώπιον του ΣτΕ από τον δήμο στρέφεται κατά του Προεδρικού Διατάγματος για την έγκριση του Ειδικού Χωρικού Σχεδίου Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΣΧΑΣΕ) και του ελληνικού Δημοσίου, όπως νομίμως εκπροσωπείται από τους αρμόδιους υπουργούς Ανάπτυξης κι Επενδύσεων, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πολιτισμού και Αθλητισμού και Τουρισμού.
Ως λόγοι ακύρωσης προβάλλονται συνοπτικά μεταξύ άλλων, τυπικοί και ουσιαστικοί όπως, μεταξύ άλλων, η μη συνυπογραφή του προσβαλλόμενου διατάγματος από τον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών (κατ’άρθρο 24 παρ.5 ν.3894/2010), η αντίθεση του προσβαλλόμενου διατάγματος στις κατευθύνσεις του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου και η αντίθεσή του λόγω μη υπάρξεως εγκεκριμένου Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό, η ανεπίτρεπτη (σ.σ. πάντα κατά το δήμο) πρόβλεψη ειδικών χρήσεων γης στην Ζώνη Α’, η ανεπίτρεπτη χωροθέτηση καταφυγίου τουριστικών σκαφών με το εγκρινόμενο ΕΣΧΑΣΕ, η έλλειψη αιτιολογίας αναφορικά με τις επιμέρους ρυθμίσεις του προσβαλλόμενου διατάγματος προς τις προβλέψεις της ΖΟΕ Μυκόνου, η ανεπίτρεπτη επιβάρυνση του ανθρωπογενούς, φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος του νησιού.
«Η συλλήβδην πρόβλεψη του προσβαλλόμενου προεδρικού διατάγματος για μία τουριστική επένδυση τέτοιας εκτάσεως και έντασης, σε περιοχή όπου υπάρχουν προστατευόμενα ενάλια είδη, γειτνιάζουσες περιοχές προστατευτέες (υγρότοπος, παραδοσιακοί οικισμοί, αιγιαλός), καθώς επίσης και σε ένα νησί που κατά τα παγκοίνως γνωστά χαρακτηρίζεται από εκτεταμένη οικιστική και τουριστική ανάπτυξη επειδή ακριβώς αποτελεί εδώ και δεκαετίες πόλο έλξης παγκοσμίως, επιβαρύνουν υπέρμετρα την φέρουσα ικανότητα του νησιού.
Σε σχέση με την επιβάρυνση της φέρουσας ικανότητας του νησιού από την υλοποίηση της προσβαλλόμενης επένδυσης πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι, έχουν ήδη λάβει άδεια οικοδομής από την αρμόδια Υπηρεσία Σύρου 28 τουριστικές εγκαταστάσεις (σ.σ. κατά την περίοδο της προσφυγής) προκειμένου να ξεκινήσουν κατασκευαστικές εργασίες στο νησί», επισημαίνεται μεταξύ άλλων στην αίτηση ενώ γίνεται αναφορά και στην έτερη επένδυση «Project Blue» με φορέα επένδυσης την Grivalia, στην οποία ωστόσο η πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ έβαλε «φρένο» με το δήμο επίσης να έχει εκφράσει την αντίθεσή του.
Ο δήμος υποστήριξε στο ΣτΕ ότι «η σωρευτική επίδραση όλων αυτών των ξενοδοχειακών μονάδων στο νησί, καθιστά απολύτως σαφές ότι διακυβεύει την φέρουσα ικανότητά του, δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ήπιας μορφή ανάπτυξη ενώ ταυτόχρονα παραγνωρίζει πλήρως τον υπερ-κορεσμένο τουριστικά χαρακτήρα του, σε συνδυασμό με το διαπιστωμένο έλλειμμα υποδομών του νησιού, προκειμένου να ανταποκριθεί στην αύξηση του αριθμού των τουριστών, αλλά και των εργαζομένων που θα προκληθεί από την λειτουργία των νέων ξενοδοχειακών μονάδων (έλλειψη νερού, έλλειψη υποδομών διαχείρισης και επεξεργασίας στερεών αποβλήτων, έλλειψη χώρων στάθμευσης κ.ο.κ)».
Τι λένε οι επενδυτές
Η επένδυση ανέρχεται σε 60 εκατ. ευρώ και αναμένεται να δημιουργηθούν 200 θέσεις εργασίας κατά τη λειτουργία της.
Το έργο αποτελείται από ξενοδοχειακό συγκρότημα που θα μοιάζει με χωριό, απόλυτα εναρμονισμένο στη μυκονιάτικη αρχιτεκτονική, με ξενοδοχειακή μονάδα 192 κλινών και υπαίθριο θέατρο 250 θέσεων, ενώ η μετακίνηση μέσα στο χωριό θα γίνεται με ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Η επένδυση, σύμφωνα με τους επενδυτές, θα έχει «πράσινα» χαρακτηριστικά και αναμένεται να αναβαθμίσει περαιτέρω το τουριστικό προϊόν του νησιού: «Σκοπός της επένδυσης είναι να δημιουργηθεί ένα συγκρότημα με τις αρχικές αξίες της Μυκόνου που την έκαναν γνωστή σε όλο τον κόσμο και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, που καταστρέφονται σιγά-σιγά σε όλη την Μύκονο, και όχι ένα τουριστικό ξενοδοχείο όπως αυτά που υπάρχουν παντού.
Το νέο συγκρότημα προτείνεται να μην έχει καμία σχέση με τα νέα πολυτελή ξενοδοχεία που έχουν κατασκευαστεί στη Μύκονο τα τελευταία χρόνια και απέχουν πολύ από το εκλεπτυσμένο και μοναδικό χαρακτήρα του νησιού, αλλά να ακολουθήσει όλα τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της Μυκόνου που θα αναδειχθούν και θα αποτελέσουν έμπνευση και αναφορά για τον σχεδιασμό του ξενοδοχείου».