Όταν η Ινδία δεν εμφανίστηκε στις συνομιλίες για το κλίμα στο Λονδίνο την περασμένη εβδομάδα, οι Βρετανοί «οικοδεσπότες» της συνάντησης δεν το εξέλαβαν με θετικό τρόπο. Ήταν επίσης μια έντονη υπενθύμιση για το πόσο δύσκολο θα είναι για τους διπλωμάτες να σώσουν το παγκόσμιο κλίμα από το χείλος της καταστροφής, σε λιγότερο από τρεις μήνες πριν τον επόμενο γύρο διαπραγματεύσεων.
Η συνάντηση για το κλίμα στο Λονδίνο, όπως αναφέρει το Bloomberg, δεν ήταν η μόνη πρόσφατη υπενθύμιση των προβλημάτων. Μόλις δύο ημέρες νωρίτερα, μια ολονύκτια συνάντηση Υπουργών της G20 στη Νάπολη της Ιταλίας δεν κατέληξε σε συμφωνία για τη σταδιακή κατάργηση της ενέργειας από άνθρακα, την πιο ρυπογόνο πηγή ενέργειας. Η Ινδία, -ο τρίτος μεγαλύτερος παράγοντας εκπομπών στον κόσμο, που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον άνθρακα-, ήταν μια σημαντική απώλεια.
Όταν ρωτήθηκαν γιατί δεν παρευρέθηκαν, οι Ινδοί εκπρόσωποι απάντησαν ότι έπρεπε να παραμείνουν στην Ινδία και ότι λόγω τεχνικών προβλημάτων δεν μπόρεσαν να συνδεθούν στο διαδίκτυο. Είπαν όμως ακόμη ότι είχαν ξεκαθαρίσει τις απόψεις τους πριν τη Νάπολη.
Η υποστήριξη της Ινδίας θα είναι το κλειδί για την επιτυχία των συνομιλιών που υποστηρίζονται από τα Ηνωμένα Έθνη για το κλίμα και προγραμματίζονται να πραγματοποιηθούν στη Γλασκόβη της Σκωτίας τον Νοέμβριο. Ο Αλόκ Σάρμα, πρόεδρος της COP26 και Υπουργός της κυβέρνησης του Μπόρις Τζόνσον, έχει θέσει έναν φιλόδοξο στόχο να «χαράξει ιστορία όσον αφορά στον άνθρακα» στη Σύνοδο Κορυφής. Αυτό θα κρατήσει ζωντανή την ελπίδα περιορισμού της υπερθέρμανσης του πλανήτη στους 1,5 βαθμούς Κελσίου. Αλλά οι θερμοκρασίες έχουν ήδη αυξηθεί κατά 1,2 °C, με τις επιπτώσεις να γίνονται αισθητές στα ακραία καιρικά φαινόμενα που σαρώνουν τον πλανήτη, από τον Καναδά μέχρι την Κίνα.
Τεράστιες συνέπειες για τον πλανήτη
Οι σημερινές δεσμεύσεις θέτουν τον στόχο για 2.4ºC υπερθέρμανση έως το 2100, σύμφωνα με τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό Climate Action Tracker. Η ειδική έκθεση του ΟΗΕ του 2018 για την υπερθέρμανση του πλανήτη αναφέρει ότι ακόμη και η αύξηση 1,5 ºC της θερμοκρασίας θα είχε τεράστιες συνέπειες για τον πλανήτη, συμπεριλαμβανομένης της «αύξησης πολλών μέτρων της στάθμης της θάλασσας» σε εκατοντάδες έως χιλιάδες χρόνια και της μαζικής εξαφάνισης φυτών και ζώων.
Η αναχαίτιση της υπερθέρμανσης του πλανήτη θα απαιτούσε το μερίδιο του άνθρακα στην παραγωγή ενέργειας να μειωθεί σε λιγότερο από 2% έως το 2050, αλλά οι ηγέτες της G-20 δεν μπορούν να συμφωνήσουν στο πώς να το κάνουν. Μια προηγούμενη συνάντηση ηγετών της G-7 απέτυχε να καταλήξει σε συμφωνία για την ανάγκη σταδιακής κατάργησης της εγχώριας χρήσης άνθρακα, επισημαίνοντας μόνο ότι θα σταματήσει τη χρηματοδότησή του στο εξωτερικό. Ωστόσο, και αυτό αφορά λίγους. Οι διπλωμάτες στο COP26 θα εκπροσωπούν σχεδόν κάθε έθνος στον κόσμο, κάνοντας την συμφωνία να φαίνεται ένα ακόμα πιο δύσκολο σενάριο.
«Αν δεν πείσουμε όλες τις χώρες να υπογράψουν για μια προσπάθεια απομάκρυνσης από τον άνθρακα, η διατήρηση του 1,5ºC θα είναι πραγματικά δύσκολη», δήλωσε ο Σάρμα μετά τη συνάντηση στο Λονδίνο.
Μεγάλο μέρος της προσπάθειας για την πραγματοποίηση μιας επιτυχούς COP26 πρέπει να γίνει πριν καν ξεκινήσει η Σύνοδος Κορυφής. Αυτό οφείλεται σε δύο βασικές προθεσμίες: οι χώρες πρέπει να υποβάλουν πιο φιλόδοξα σχέδια για το κλίμα, γνωστά ως «εθνικά καθορισμένες συνεισφορές» (NDC), ενώ οι πιο πλούσιες χώρες θα πρέπει να δεσμευτούν στη δαπάνη 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων κάθε χρόνο με σκοπό να βοηθήσουν τις φτωχές χώρες να προσαρμοστούν. Ακόμη και μετά την παράταση της προθεσμίας για ένα έτος λόγω της πανδημίας, ο στόχος για τις κλιματικές δαπάνες δεν έχει ακόμη επιτευχθεί και ορισμένες χώρες δεν έχουν διαμορφώσει κλιματικά σχέδια.
Παράλληλα, ενώ 197 χώρες υπέγραψαν τη διεθνή συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα του 2015, εξακολουθούν να υπάρχουν διαφωνίες ως προς τον τρόπο επίτευξης των στόχων της – και για το ποιος φέρει το μεγαλύτερο βάρος της ευθύνης. «Οι προοπτικές για το COP26 δεν είναι πολλά υποσχόμενες», δήλωσε ο Λι Σούο, αναλυτής στην Greenpeace Asia. «Πολλά βασικά ζητήματα πρέπει να αντιμετωπιστούν πριν ξεκινήσει η συνάντηση, όπως η χρηματοδότηση και η χρήση άνθρακα».
Το “Cola Boom” της Κίνας
Το ζήτημα της χρηματοδότησης ήταν μια άλλη πηγή έντασης στα γεγονότα που οδήγησαν στην COP, συμπεριλαμβανομένης της διεθνούς Συνόδου Κορυφής για το κλίμα που φιλοξένησαν οι ΗΠΑ τον Απρίλιο. Οι φτωχότερες χώρες του κόσμου έχουν συμβάλει λιγότερο στην παγκόσμια κλιματική αλλαγή, αλλά είναι οι πιο ευάλωτες στις επιπτώσεις της και δεν μπορούν να αντέξουν το υψηλό κόστος προσαρμογής. Με βάση την αρχή της «κοινής αλλά διαφοροποιημένης ευθύνης», οι πλουσιότερες χώρες του κόσμου συμφώνησαν στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού να πληρώνουν συνολικά 100 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για να βοηθήσουν, αλλά έχουν μείνει πολύ πίσω σε αυτόν το στόχο.
Όπως και η Ινδία, η Κίνα, η χώρα με τις μεγαλύτερες εκπομπές στον κόσμο, πιέζεται επίσης να ανακοινώσει σχέδια για τον τρόπο με τον οποίο θα τις μειώσει στο τέλος της επόμενης δεκαετίας. Καμία από τις χώρες, όμως, δεν έχει υποβάλει ακόμη «εθνικά καθορισμένες συνεισφορές» (NDC).
Οι χώρες της G-20 που δεν έχουν υποβάλει NDC αντιπροσωπεύουν το 47% των παγκόσμιων εκπομπών, σύμφωνα με το World Resources Institute. Αυτή η λίστα περιλαμβάνει επίσης τη Σαουδική Αραβία και την Αυστραλία, που στη Νάπολη, υποσχέθηκαν ότι θα το κάνουν μέχρι το COP26.
Ακόμα και αν η Κίνα, η Ινδία, η Νότια Αφρική και η Σαουδική Αραβία ανακοινώσουν φέτος σκληρά νέα σχέδια για το 2030, δεν θα γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ του πού βρίσκονται οι εκπομπές και πού θα έπρεπε να βρίσκονται, δήλωσε ο Άλντεν Μέγιερ, ανώτερος συνεργάτης στην ομάδα υπεράσπισης του κλίματος E3G. Για το λόγο αυτό, είπε, η συμφωνία της Γλασκώβης θα πρέπει να περιέχει μια νέα πρόβλεψη κατά την οποία οι χώρες θα πρέπει να αναθεωρούν και να ενισχύουν τις «εθνικά καθορισμένες συνεισφορές» τους σε συνεχή βάση, σε αντίθεση με τον πενταετή κύκλο που καθορίζεται στη Συμφωνία του Παρισιού.
«Ορισμένες από αυτές τις συζητήσεις έχουν παγώσει -όπως και στη δεκαετία του 1990», δήλωσε ο Μέγιερ. «Η πραγματικότητα είναι ότι είμαστε όλοι μαζί σε μια σωσίβια λέμβο που κινδυνεύει να βυθιστεί. Η πολιτική δεν έχει αλλάξει ακόμα ώστε να αντικατοπτρίζει αυτή την πραγματικότητα».
Στο μεταξύ, η κατανάλωση άνθρακα της Κίνας αναμένεται να φτάσει σε επίπεδα-ρεκόρ φέτος, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας. Ο Σούο είπε ότι η Κίνα πρέπει να ανακοινώσει σχέδια για τον περιορισμό της χρήσης άνθρακα είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό. Η επόμενη ευκαιρία για τον πρόεδρο της Κίνας Σι Τζινπίνγκ να ανακοινώσει έναν νέο στόχο στην παγκόσμια σκηνή θα μπορούσε να είναι η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών τον Σεπτέμβριο. Εάν δεν γίνει η ανακοίνωση μέχρι το COP26, ο στόχος για 1.5ºC μπορεί να απομακρυνθεί.
Οι ΗΠΑ και το ερώτημα για τις δεσμεύσεις τους
Στη Γλασκώβη, όλα τα βλέμματα θα είναι στραμμένα στις ΗΠΑ που θα θέσουν το μερίδιό τους στη χρηματοδότηση για τις αναπτυσσόμενες χώρες. Εν μέρει ως αποτέλεσμα της απόφασης του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία του Παρισιού, η χώρα έχει μείνει πολύ πίσω από τις δεσμεύσεις της. Το ποσό των 3,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων περιέχει μόλις 600 δισεκατομμύρια δολάρια σε νέες δαπάνες. Ο Μέγιερ ανησυχεί ότι οι σχετικοί νόμοι μπορεί να μην έχουν φτάσει προς υπογραφή στο γραφείο του Προέδρου Τζο Μπάιντεν έγκαιρα πριν το COP26. Σε αυτή την περίπτωση, οι ΗΠΑ δεν θα μπορέσουν και πάλι να εκπληρώσουν την υπόσχεσή τους.
Αυτό είναι ένα πρόβλημα επειδή πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, όπως το Μπαγκλαντές και το Βιετνάμ, λένε ότι δεν μπορούν να θέσουν πιο φιλόδοξους στόχους έως ότου οι πλούσιες χώρες εκπληρώσουν την υποσχόμενη χρηματοδότησή τους. Με τον στόχο των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων που χάθηκε για το 2020, οι πλούσιες χώρες διαμορφώνουν τώρα ένα σχέδιο για να προλάβουν, παρέχοντας τη συμφωνημένη χρηματοδότηση κατά τα έτη 2022 έως 2024.
Πολλά από τα θέματα που θα τεθούν στη σύνοδο κορυφής του Νοεμβρίου έχουν να συζητηθούν από την τελευταία COP το 2019. Αυτά περιλαμβάνουν την ολοκλήρωση του Κανονισμού του Παρισιού για τις εμπορικές συναλλαγές άνθρακα. Οι συνομιλίες του 2019 δεν κατέληξαν σε συμφωνία σε αυτό το βασικό ζήτημα, επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Βραζιλία δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν σε λογιστικούς κανόνες σχετικά με την εμπορία αδειών εκπομπών.
Ο Σάρμα και οι άλλοι οικοδεσπότες του Ηνωμένου Βασιλείου ελπίζουν σε μια συμβιβαστική συμφωνία που θα μπορούσε να επιτρέψει τουλάχιστον κάτι να βγει από τη φετινή συνάντηση. Ορισμένοι ακτιβιστές για το κλίμα, όμως, προειδοποιούν ότι οι πολλές παραχωρήσεις θα ήταν χειρότερες από τη μη συμφωνία, όπως δήλωσε ο Έντι Πέρεζ, διευθυντής στο Climate Action Network Canada.
«Υπάρχει ο κίνδυνος ο υπερβολικός συμβιβασμός να επηρεάσει την περιβαλλοντική ακεραιότητα της Συμφωνίας των Παρισίων», είπε.