Στο τέλος της δεκαετίας, η ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ στόχος είναι να διαμορφωθεί στο 75,2% (από 57% σήμερα) και στο 95,6% ως το 2035. Για να φτάσουμε σε αυτά τα εκπληκτικά ποσοστά, η ηλιακή ενέργεια σε έξι χρόνια από σήμερα θα εκτοξευτεί στα 13,5 GW εγκατεστημένης ισχύος, ενώ τα χερσαία αιολικά στα 8,9 GW με διπλάσια περίπου εγκατεστημένη ισχύ σε σχέση με σήμερα.
Παράλληλα η αγορά των ΑΠΕ θα συμπληρωθεί από τα υπεράκτια αιολικά, που έως το 2050 θα αποτελούν την τρίτη τεχνολογία σε μέγεθος εγκατεστημένης ισχύος και φυσικά από τα έργα αποθήκευσης που θα υλοποιήσουν την ενεργειακή μετάβαση. Για το 2030 ο στόχος είναι τα 6,2 GW και το 2050 η ισχύς θα έχει τριπλασιαστεί, στα 17 GW.
Θα περίμενε κανείς ότι με τη ραγδαία αυτή ανάπτυξη των ΑΠΕ, δηλαδή της φθηνής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και το «στρίμωγμα» των ακριβών ορυκτών καυσίμων το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας θα έπεφτε κατακόρυφα τα επόμενα χρόνια.
Όμως τα «μαθηματικά» του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) δείχνουν μια σταθερή αλλά όχι θεαματική αποκλιμάκωση τιμών. Το εκτιμώμενο μέσο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με το ΕΣΕΚ υπολογίζεται από 145 ευρώ η μεγαβατώρα το 2025 να φτάσει τα 139 ευρώ ανά μεγαβατώρα το 2030 μειωμένο κατά 4,14%. Θα χρειαστούμε δηλαδή μία 25ετία και γιγαντιαίες επενδύσεις για να μειωθεί στα 96 ευρώ η μεγαβατώρα και να υποχωρήσει κατά 34,5% σε σχέση με σήμερα.
Σύμφωνα με όσα δήλωσε πρόσφατα κατά την παρουσίαση του ΕΣΕΚ, ο επικεφαλής του ΚΑΠΕ κ. Δημήτρης Καρδοματέας που είχε την ευθύνη της σύνταξης του εθνικού σχεδίου, το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας θα πέφτει όσο μπαίνουν στο σύστημα οι ΑΠΕ. Αυτό όμως τόνισε ότι πρέπει να φανεί και στα τιμολόγια κατανάλωσης. «Η σταθερότητα των τιμών των ΑΠΕ και οι χαμηλές τιμές πρέπει να μεταφερθούν στα τιμολόγια ρεύματος».
Η εξέλιξη του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας, παρουσιάζει μεγάλη διαφοροποίηση τα επόμενα έτη. Σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, το πάγιο κόστος κεφαλαίου και συντήρησης μονάδων αυξάνεται μεσοπρόθεσμα μέχρι το 2035 (κυρίως λόγω των νέων μονάδων παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ που θα εγκατασταθούν) το μέσο κόστος δικτύων μειώνεται σταδιακά, ενώ το μεταβλητό κόστος καυσίμου και λειτουργίας μονάδων ηλεκτροπαραγωγής σημειώνει σημαντική πτώση (κυρίως λόγω της αντικατάστασης συμβατικών μονάδων από μονάδες ΑΠΕ).
Επομένως το μέσο κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος θα βαίνει μειούμενο καθώς διεισδύουν οι ΑΠΕ και αποσβένονται οι σχετικές επενδύσεις. Η ανάπτυξη όμως των ΑΠΕ επιφέρει αύξηση του κόστους για τα δίκτυα και τα αποθηκευτικά μέσα, λόγω των αναγκαίων επενδύσεων. Είναι αξιοσημείωτο πως η δομή του κόστους της ηλεκτροπαραγωγής μετατοπίζεται σταθερά από το μεταβλητό κόστος στο πάγιο κόστος για τα απασχολούμενα κεφάλαια και τη συντήρηση των εξοπλισμών, ενώ το μεταβλητό κόστος τείνει προς ένα ελάχιστο ποσοστό επί του συνόλου μακροχρόνια.
Το ΕΣΕΚ τονίζει ότι η μεγαλύτερη έμφαση σε σταθερά κόστη, πέραν της μείωσης των τιμών, αναμένεται να προσδώσει και μεγαλύτερη σταθερότητα και προβλεψιμότητα στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Αποσυνδεδεμένη από το κόστος καυσίμου, που συχνά υπόκειται σε μεγάλες διακυμάνσεις και διεθνείς αναταράξεις, η τιμή του ηλεκτρισμού θα εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από λιγότερο ευμετάβλητους και πιο προβλέψιμους οικονομικούς παράγοντες όπως το κόστος εξοπλισμού, η αποδοτικότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας αλλά και το κόστος χρήματος. Η μετατροπή δε αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα και την σαφώς πιο περιορισμένη δυνατότητα για δημιουργία έκτακτων και απροσδόκητων κερδών για τους ηλεκτροπαραγωγούς με αφορμή ξαφνικές και ραγδαίες διακυμάνσεις του κόστους καυσίμου.
Διαβάστε ακόμη
ΥΠΕΘΟ: Πώς αποφασίστηκε το αιφνιδιαστικό τέλος… στο τέλος επιτηδεύματος
Attica Bank: Tα σημεία – κλειδιά για την αύξηση κεφαλαίου
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα