Χωρίς το αναγκαίο νομοθετικό και ρυθμιστικό πλαίσιο, που θα μπορούσε να συμβάλλει στην αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας απέναντι στην εκρηκτική άνοδο του κόστους χονδρεμπορικής βρίσκεται η χώρα μας.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΕΜΠ (Νοέμβριος 2020) για την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας, η λειτουργία ενός αντλησιοταμιευτικού σταθμού μεγάλης κλίμακας οδηγεί σε ετήσια εξοικονόμηση σταθερού και μεταβλητού (λειτουργικού) κόστους για το εθνικό ηλεκτρικό σύστημα της τάξης των €174.000/MW ανά έτος. Για παράδειγμα η εκτίμηση για τον αντλησιοταμιευτικό σταθμό της Αμφιλοχίας ισχύος 680 MW που σχεδιάζει ο όμιλος της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, έχει υπολογίσει μία ετήσια εξοικονόμηση 118 εκατ. ευρώ ετησίως.
Πρόκειται για ένα ποσό που θα μπορούσε, κάθε χρόνο, να χρησιμοποιείται για την ανακούφιση των νοικοκυριών που πλήττονται από τις υπέρογκες αυξήσεις στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος.
Αντίστοιχα, στον τομέα του φυσικού αερίου, εάν για παράδειγμα είχε ολοκληρωθεί και τεθεί σε λειτουργία η υποθαλάσσια αποθήκη αερίου της Νότιας Καβάλας, θα υπήρχε ένα σημαντικό όπλο για την χώρα έναντι των διακυμάνσεων των διεθνών τιμών του αερίου. Με δυνατότητες για διοχέτευση περίπου 1 δισ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου σε δύο φάσεις το χρόνο, με τα σημερινά δεδομένα θα μπορούσε να καλύπτει περί το 20% της ζήτησης σε ετήσια βάση, σε περιόδους που οι διεθνείς τιμές του αερίου απογειώνονται.
Από τα απολογιστικά στοιχεία του 2020, δηλαδή ετήσια κατανάλωση φυσικού αερίου 5,5 δισ. Nm3 (63 εκατ. θερμικές MWh) και μεσοσταθμική τιμή εισαγωγής του για το καλοκαιρινό τρίμηνο Ιουνίου-Αυγούστου 2020 ίση περίπου με 6€ ανά μεγαβατώρα (έναντι τιμής καλοκαιριού 2021 πάνω από 25€/MWh), μία συντηρητική εκτίμηση της εξοικονόμησης που θα μπορούσε να προκύψει, τόσο για τη χώρα (σε σκληρό συνάλλαγμα), όσο και για τους τελικούς καταναλωτές αερίου, θα ήταν: 63 εκατ. MWh x 20% x (ελάχιστη διαφορά τιμής 10€/MWh), δηλ. περίπου 120 εκατ. € ανά έτος.
Στην αγορά επισημαίνουν ότι η μόνη στρατηγική που μπορεί διαχρονικά να αντιμετωπίσει με αποτελεσματικότητα τις υψηλές τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος είναι η φθηνότερη ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ και ο μετριασμός των διακυμάνσεων στις τιμές του φυσικού αερίου, που μπορούν να υλοποιηθούν μόνο με αποθήκευση μεγάλης κλίμακας. Το επιβεβαίωσαν τις τελευταίες μέρες με δηλώσεις τους τόσο ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αρμόδιος για το Green Deal Φρανς Τίμερμανς όσο και επικεφαλής του ομίλου της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ κ. Γιώργος Περιστέρης.
Το θέμα της αποθήκευσης ενέργειας, τόσο στον ηλεκτρισμό όσο και στο φυσικό αέριο, δεν αποτέλεσε προτεραιότητα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2010, μολονότι ήδη από τις αρχές της δεκαετίας είχαν αναληφθεί στον τομέα της αποθήκευσης επενδυτικές προσπάθειες, οι οποίες στη συνέχεια ωρίμασαν αδειοδοτικά.
Και αυτό παρά το γεγονός ότι όλα τα επίσημα κείμενα εθνικής ενεργειακής πολιτικής (Εθνικός Ενεργειακός Σχεδιασμός, Εθνικό Σχέδιο για τις ΑΠΕ, Εθνικά Σχέδια για την Ενέργεια και το Κλίμα), τα οποία βασίζονταν σε έγκυρες και εμπεριστατωμένες μελέτες της ΡΑΕ, του ΑΔΜΗΕ, του ΔΕΣΦΑ, του ΕΜΠ, κ.α., τόνιζαν την ανάγκη ταχύρρυθμης υλοποίησης αποθηκευτικών σταθμών, στο χρονικό ορίζοντα του 2020 και 2025.