Τη βαλβίδα εξόδου από τα δίκτυα λιανικής απασφαλίζουν τα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας που ανακοίνωσαν για τον Σεπτέμβριο οι εταιρείες, δίνοντας ένα διαφορετικό τόνο στην αποκαμωμένη αγορά ηλεκτρισμού που συνεχίζει να είναι έρμαιο του ενεργειακού πολέμου που έχει κηρύξει η Ρωσία στην Ευρώπη.
Η επιθετική πολιτική των παρόχων και οι γενναίες επιδοτήσεις της πολιτείας που φτάνουν να καλύπτουν από το 93% έως και το 100% του τιμολογίου ρεύματος για τα ευάλωτα νοικοκυριά, σε συνδυασμό με τον απροσδόκητα υψηλό πήχη τιμών που υιοθέτησε η ΔΕΗ για το Σεπτέμβριο (78,8 λεπτά από 48,4 λεπτά η κιλοβατώρα τον Αύγουστο και 80 λεπτά για πάνω από τις 500 κιλοβατώρες) άνοιξαν την βεντάλια του ανταγωνισμού και έδειξαν το δρόμο εξόδου στους καταναλωτές.
Το κίνητρο είναι για πρώτη φορά ο πλουραλισμός τιμολογίων καθώς οι καταναλωτές έχουν να επιλέξουν ανάμεσα σε ταρίφες από 0,15 λεπτά την κιλοβατώρα μέχρι μηδενικούς λογαριασμούς, εξέλιξη που μπορεί να επιβάλλει ένα στρεβλό τρόπο λειτουργίας της αγοράς αφού οι τιμές μεταβάλλονται σε μηνιαία βάση, δείχνει όμως να έχει ευνοήσει –τουλάχιστον αρχικά- την κινητικότητα μεταξύ των παρόχων που είναι και το κίνητρο των κυβερνητικών μέτρων.
Εν μέσω θέρους οι μετακινήσεις
Στέλεχος μεγάλου καθετοποιημένου ομίλου αναφέρει ότι οι νέες πωλήσεις κινούνται με ρυθμούς άνω του 50% τις τελευταίες δέκα μέρες ημερησίως, σημειώνοντας ωστόσο ότι η πραγματική εικόνα θα φανεί μετά την συμπλήρωση του πρώτου μήνα.
Την ίδια στιγμή, ρεκόρ συνδέσεων έτους εμφάνισε την περασμένη εβδομάδα η Φυσικό Αέριο, καθώς η προσέλκυση νέων πελατών ήταν έως και 4 φορές πάνω από συνηθισμένα επίπεδα, επιβεβαιώνοντας την ανταπόκριση του κόσμου στα νέα τιμολόγια. Η θυγατρική της ΔΕΠΑ Εμπορίας, που βρίσκεται υπό δημόσιο έλεγχο είναι από τις εταιρείες με τις χαμηλότερες χρεώσεις στην αγορά, προσφέροντας τιμολόγιο 2 λεπτών ανά κιλοβατώρα (αφαιρουμένων επιδοτήσεων και έκπτωσης συνέπειας).
Όπως αναφέρουν παράγοντες του κλάδου, οι τιμές που προσέφεραν κατά μέσο όρο οι πάροχοι ήταν αυξημένες και μάλιστα πάνω από το δικό τους κόστος προμήθειας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των μικτών περιθωρίων κέρδους τους, κάτι που τους επέτρεψε να προχωρήσουν σε επιθετική εμπορική πολιτική προσφέροντας ιδιαίτερα ελκυστικές τιμές – εστιασμένες σε νέους πελάτες.
Οι μεγάλες αποστάσεις μεταξύ των τιμολογίων των παρόχων, δημιούργησαν υπολογίσιμα κόστη που μόνο όσοι είναι μυημένοι στα ψηλά γράμματα των λογαριασμών μπορούν να αντιληφθούν.
Για παράδειγμα στο «ζύγι» της σύγκρισης τιμών μεταξύ του νέου τιμολογίου της ΔΕΗ και ιδιώτη πάροχου με πολύ χαμηλή ταρίφα, προκύπτει ότι η επιλογή του ιδιώτη θα οδηγούσε σε ετήσια εξοικονόμηση χρημάτων άνω από 760 ευρώ για κατανάλωση 1.265 κιλοβατώρων το τετράμηνο.
Πόσοι όμως έχουν την ικανότητα αλλά και το χρόνο να μελετούν πραγματικά τα τιμολόγια, να αναλύουν και να συγκρίνουν τις τιμές; Η απάντηση, ακόμη και από στελέχη της αγοράς είναι ότι είναι λίγοι και αυτό ίσως είναι και το στοιχείο που εμποδίζει τους καταναλωτές να επωφελούνται από την διαφοροποίηση των τιμολογίων πέρα φυσικά από τα εμπόδια που προκύπτουν από τις τακτικές μετακινήσεις που δεν μπορούν να αποτελέσουν ασφαλή πυξίδα για τους πολίτες.
Από που όμως φεύγουν οι πελάτες; Η ΔΕΗ που είναι ο παίκτης της αγοράς που συγκεντρώνει μερίδιο αγοράς άνω του 63% και που δυνητικά λόγω των ακριβών τιμολογίων θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι θα ήταν πιο εύκολο να χάσει πελάτες υποστηρίζει ότι η τάση είναι αμετάβλητη. Με άλλα λόγια τις όποιες απώλειες υπάρχουν φαίνεται να καλύπτει με νέο πελατολόγιο από τους ιδιώτες προμηθευτές, με το επιπλέον επιχείρημα ότι στην συνείδηση του κόσμου παραμένει ένα πολύ ισχυρό και αξιόπιστο όνομα που δύσκολα θα εγκαταλείψει κανείς για μια πρόσκαιρη προσφορά ενός μήνα. Όπως μάλιστα επισημαίνουν αρμόδιες πηγές της Επιχείρησης, για τους πελάτες της ουσιαστικά δεν αλλάζει κάτι αφού με το μηχανισμό των επιδοτήσεων ότι πλήρωνε ο κόσμος, θα συνεχίσει να πληρώνει και αυτό είναι 14,9 λεπτά για καταναλώσεις έως 500 κιλοβατώρες και 16,1 λεπτά για πάνω από 500 κιλοβατώρες. «Δεν είναι κριτήριο η τιμή αλλά η αξιοπιστία» τονίζουν και με το επικοινωνιακό αλαλούμ που διακρίνει την αγορά οι καταναλωτές εκφράζουν (δικαιολογημένα) δυσπιστία στις προσφορές των εταιρειών.
Λάθος μήνυμα οι επιδοτήσεις
Ωστόσο η πορεία που έχει πάρει αναγκαστικά η αγορά για να αποκρούσει το δυσβάσταχτο ενεργειακό κόστος και η επιβολή από τις αρχές Ιουλίου της διπλής παρέμβασης (αναστολή ρήτρας αναπροσαρμογής, πλαφόν στην χονδρεμπορική), δείχνουν ότι τα μέτρα είναι στη σωστή κατεύθυνση αλλά δεν λύνουν το πρόβλημα.
Πέρα από την προσδοκία που καλλιεργούν τις τελευταίες μέρες, τα σχέδια της Κομισιόν για μια κοινή ευρωπαϊκή λύση που θα αποκλιμακώσει τις τιμές και θα αποσυνδέσει τις τιμές φυσικού αερίου από τον ηλεκτρισμό, είναι πλέον ορατό ότι οι επιδοτήσεις από μόνες τους όχι μόνο δεν είναι ανεξάντλητες αλλά στέλνουν και λάθος μηνύματα. «Η επιδότηση για την διαμόρφωση χαμηλής τιμής της κιλοβατώρας στην πραγματικότητα μετατρέπει στο πιο φθηνό μέσο θέρμανσης τον ηλεκτρισμό, καλώντας τον κόσμο τον φετινό χειμώνα να βάλλει στην πρίζα ότι θερμαντικό σώμα έχει», επισημαίνει στέλεχος της αγοράς ενέργειας, λέγοντας ότι με τον τρόπο αυτό δεν δίνει κίνητρα μείωσης αλλά αντίθετα οδηγεί σε αύξηση της κατανάλωσης που τον Ιούλιο την είδαμε να μειώνεται πάνω από 11%.
Ο στόχος της μείωσης, έχει μπει μέχρι σήμερα μόνο για το Δημόσιο. Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κώστας Σκρέκας δήλωσε τις προηγούμενες μέρες ότι η κυβέρνηση ετοιμάζει και μία νέα στρατηγική επικοινωνίας, ώστε να βοηθήσει τους καταναλωτές να μειώσουν τη σπατάλη ενέργειας ενώ ανάμεσα στα μέτρα που μελετά το κυβερνητικό επιτελείο είναι και η διεύρυνση των επιδομάτων πετρελαίου θέρμανσης και φυσικού αερίου για τα νοικοκυριά ώστε να περιοριστεί η χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ενεργοβόρες και σπάταλες συσκευές (air conditions, αερόθερμα, σόμπες κ.α) αλλά και να αντιμετωπιστεί η ακρίβεια του φυσικού αερίου.
Διαβάστε ακόμη
Οι προτάσεις της Κομισιόν απειλούν και την Ελλάδα με διακοπή της ροής φυσικού αερίου από την Gazprom
Dimand: Τα νέα έργα και τα stress test εν όψει του δύσκολου χειμώνα