Στο μικροσκόπιο της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας μπαίνουν για τα καλά τα τιμολόγια χονδρεμπορικής ηλεκτρικής ενέργειας που μετακυλίουν το κόστος στους καταναλωτές και φουσκώνουν τους λογαριασμούς ρεύματος.
Σε συνέχεια των πρωτοβουλιών του ρυθμιστή για την προστασία των πολιτών και τον καθορισμό διαφανών και ξεκάθαρων τιμολογίων, η ολομέλεια της ΡΑΕ αποφάσισε να εντείνει τους ελέγχους με αφορμή και την εκτίναξη των τιμών της προηγούμενης εβδομάδας.
Ως επιπλέον μέτρο, αποφασίστηκε να ζητήσει από το Χρηματιστήριο Ενέργειας στοιχεία του κόστους χονδρεμπορικής από αρχές Ιουνίου έως τα τέλη Αυγούστου. Στόχος είναι να διαπιστωθεί αν παρατηρούνται στρεβλώσεις στην αγορά και αν οι τιμές όπως διαμορφώνονται πληρούν ή παραβιάζουν τους κανόνες του υγιούς ανταγωνισμού.
Στο πλαίσιο αυτό η Αρχή εξετάζει την πρόσληψη εξειδικευμένου συμβούλου από το εξωτερικό που θα επιφορτιστεί με την αξιολόγηση αυτών των στοιχείων και θα συμβάλλει στην εξαγωγή ασφαλή συμπερασμάτων σε συνεργασία με την ΡΑΕ. Τις μέρες του καύσωνα, η Οριακή Τιμή Συστήματος εκτοξεύτηκε λόγω της υψηλής ζήτησης.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ένα ράλι τιμών που ξεπέρασαν τα 185 ευρώ/μεγαβατώρα την περασμένη εβδομάδα και παρά το γεγονός ότι στη συνέχεια παρατηρήθηκε αποκλιμάκωση τιμών διατήρησαν τα πολύ υψηλά επίπεδα. Το κόστος αυτό δημιουργεί ένα ασφυκτικό περιβάλλον για οικιακούς καταναλωτές και επιχειρήσεις.
Πώς ανέβηκε το ενεργειακό κόστος
Η αυξημένη ζήτηση σε ηλεκτρική ενέργεια σε συνδυασμό με την απουσία της αιολικής ενέργειας εξαιτίας της άπνοιας, είχαν ως αποτέλεσμα την ένταξη στο σύστημα των ακριβών λιγνιτικών μονάδων.
Υπολογίζεται ότι το μεταβλητό κόστος για τα λιγνιτικά εργοστάσια είναι 60 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Στο κόστος αυτό προστίθενται τα κόστη ορυχείου αλλά και συντήρησης που υπολογίζονται περίπου σε 2 ευρώ ανά μεγαβατώρα συν το κόστος ρύπων που σήμερα έχει σκαρφαλώσει στα 54 ευρώ ο τόνος.
Μια λιγνιτική μονάδα υπολογίζεται ότι εκπέμπει περίπου 1,5 τόνο CO2 ανά μεγαβατώρα. Επομένως αθροίζοντας το κόστος (54 ευρώ Χ 1,5 τόνο/Μwh) προκύπτουν 80 ευρώ/Mwh. Αν προσθέσουμε σε αυτό τα 62 ευρώ που είναι το μεταβλητό κόστος τότε φτάνουμε στα 142 ευρώ ανά Mwh.
Όπως παρατηρούν στελέχη με γνώση της αγοράς, αν σε μία λιγνιτική μονάδα δοθεί εντολή να ενταχθεί στο σύστημα μεταφοράς υποχρεωτικά από τον ΑΔΜΗΕ για λόγους ασφάλειας συστήματος ενώ η Προημερήσια αγορά DAM δεν την εντάσσει, τότε προστίθεται και το κόστος εκκίνησης της μονάδας περίπου 150.000 ευρώ (από σβηστή να φτάσει στο τεχνικό της ελάχιστο), το λεγόμενο και start up cost που ανάγεται ισομερώς στις ώρες λειτουργίας της μονάδας μόνο εκείνη την ώρα.
Το κόστος του φυσικού αερίου
Σήμερα το κόστος καυσίμου του φυσικού αερίου είναι 35 ευρώ ανά μεγαβατώρα, το οποίο διαιρείται με το βαθμό απόδοσης των μονάδων (45% για τις παλαιές και 60% για νέες). Υπολογίζοντας μια μέση τιμή βαθμού απόδοσης 50%, το μεταβλητό κόστος διαμορφώνεται σε 70 ευρώ πάνω στο οποίο προστίθεται το κόστος ρύπων (0,4 tn/Mwh). Αυτό σημαίνει ότι το συνολικό κόστος μονάδας φτάνει τα 90 ευρώ η μεγαβατώρα και εξαρτάται από τις διεθνείς τιμές αερίου και τους ρύπους.
Σε ότι αφορά τα υδροηλεκτρικά σε περιόδους ξηρασίας όπως είναι αυτή που διανύουμε είναι ακριβότερα από το λιγνίτη. Όπως αντίστοιχα φθηνότερα είναι τον χειμώνα λόγω των βροχών με την τιμή τους να καθορίζεται ανάλογα με τις στάθμες των ταμιευτήρων.