search icon

Ενέργεια & Περιβάλλον

Πρωτοφανές: Καρχαρίας καταβρόχθισε καρχαρία

Πρόκειται για την πρώτη καταγεγραμμένη περίπτωση «κανιβαλισμού» του είδους με το αρπακτικό να καταπίνει ακόμα και συσκευή εντοπισμού που έφερε το θύμα

Ως γνωστό, το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό, εντούτοις μέχρι πρότινος δεν είχε καταγραφεί στην κοινότητα του καρχαρία περίπτωση… κανιβαλισμού, όπου το μεγάλο αρπακτικό τρώει το μικρότερο του ίδιου είδους.

Για πρώτη φορά οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι ένας θηλυκός καρχαρίας λάμνα (επιστημονική ονομασία Lamna nasus), το μήκος του οποίου μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και τα 3,5 μέτρα, έγινε γεύμα για έναν μεγαλύτερο συγγενή του.

Όπως προκύπτει από έκθεση που δημοσιεύθηκε στο Frontiers in Marine Science ένας καρχαρίας λάμνα που κυοφορούσε και στον οποίο είχε τοποθετηθεί συσκευή εντοπισμού από επιστημονική ομάδα για να καταγραφεί η συμπεριφορά του, έπεσε θύμα πιθανώς από έναν λευκό καρχαρία, ο οποίος μπορεί να φτάσει σε μήκος ακόμα και τα 8 μέτρα, ή από έναν ρυγχοκαρχαρία με μέγιστο μήκος τα 4 μέτρα.

«Αυτό είναι το πρώτο τεκμηριωμένο γεγονός θήρευσης ενός καρχαρία λάμνα οπουδήποτε στον κόσμο», δήλωσε η επικεφαλής συντάκτρια της έκθεσης, Μπρουκ Άντερσον, από το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Αριζόνα.

Η Άντερσον κι η ομάδα της το 2020 και το 2022 τοποθέτησε πομπούς σε καρχαρίες, ανάμεσα στους οποίους και μία θηλυκή μήκους 2,2 μέτρων. Καθένας έφερε δύο συσκευές, μία στο πτερύγιο για την παρακολούθηση της θέσης του και μια – που είχε τη δυνατότητα έπειτα από προκαθορισμένη περίοδο να αναδυθεί στην επιφάνεια μεταδίδοντας τα αποθηκευμένα δεδομένα σε δορυφόρους – για την καταγραφή δεδομένων βάθους και θερμοκρασίας. Με αυτόν τον τρόπο οι επιστήμονες ήλπιζαν να μάθουν περισσότερα για τον βιότοπο των αρπακτικών και δη την εγκύων και μητέρων. Εντούτοις, λίγο καιρό μετά την τοποθέτησή της, η συσκευή μίας θηλυκής που κυοφορούσε άρχισε ξαφνικά να εκπέμπει από την επιφάνεια του ωκεανού κοντά στις Βερμούδες.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που μεταδόθηκαν το θηλυκό έπλεε για πέντε μήνες σε βάθος 100 – 200 μέτρων τη νύχτα και σε βάθος 600 – 800 μέτρων κατά τη διάρκεια της ημέρας, σε νερά με θερμοκρασία μεταξύ 6,4 και 23,5 βαθμών Κελσίου. Σε όλο το διάστημα αυτό, ο πομπός στο πτερύγιο επιβεβαίωνε ότι παρέμενε κάτω από το νερό τις περισσότερες φορές.

Εντούτοις, από τις 24 Μαρτίου 2021 και έπειτα, η θερμοκρασία ήταν σταθερή περίπου στους 22 βαθμούς Κελσίου, σε βάθος μεταξύ 150 και 600 μέτρων. Μόνο μια εξήγηση ήταν πιθανή: Εκείνη την ημέρα, το άτυχο αρπακτικό είχε πέσει θύμα ενός μεγαλύτερου. Εξάλλου, ο δεύτερος πομπός δεν αναδύθηκε στην επιφάνεια, όπως ήταν προγραμματισμένο. «Θα περιμέναμε, αν το ζώο ήταν ακόμα ζωντανό, ότι τελικά θα επέστρεφε στην επιφάνεια, αλλά δεν είχαμε ποτέ ξανά νέα από τη συσκευή», είπε η Άντερσον.

Μιλώντας στο USA Today ο Τζέιμς Σουλικόφσκι, διευθυντής του Παράκτιου Σταθμού Θαλάσσιων Πειραμάτων στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Όρεγκον, δήλωσε: «Ξέραμε ότι κάτι είχε συμβεί. Ξέραμε ότι η συσκευή βρισκόταν μέσα σε ένα θερμόαιμο πλάσμα… Και ξέραμε ότι δεν ήταν φάλαινα ή θηλαστικό, επειδή τα θηλαστικά είναι πολύ πιο θερμά από αυτό». Ο ίδιος εικάζει ότι το θηλυκό έπεσε θύμα ενός λευκού καρχαρία ή ενός ρυγχοκαρχαρία.

Η ομάδα, ωστόσο, τείνει να πιστεύει ότι ο πρώτος είναι ο πιθανότερος «κανίβαλος», καθώς δεν έχουν καταγραφεί από τον πομπό ξαφνικές βουτιές ανάμεσα στην επιφάνεια της θάλασσας και μεγαλύτερου βάθους, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των ρυγχοκαρχαριών.

Για «απροσδόκητο» γεγονός έκανε λόγο η Άντερσον, εξηγώντας ότι θα συνεχίσουν να μελετούν την αλληλεπίδραση ανάμεσα στα αρπακτικά για να διαπιστωθεί αν αποτελεί συχνό φαινόμενο οι καρχαρίες να κυνηγούν ο ένας τον άλλον, ώστε να εκτιμηθούν οι πιθανές επιπτώσεις στο οικοσύστημα.

Την ίδια στιγμή, το περιστατικό έχει αναστατώσει τους επιστήμονες, καθώς όχι μόνο χάθηκε ένας ενήλικας καρχαρίας σε αναπαραγωγική φάση, αλλά και ένα έμβρυο που θα συνέβαλε στην ανάπτυξη του πληθυσμού.

Στην περίπτωση, λοιπόν, που οι επιθέσεις είναι περισσότερες από μία θα μπορούσαν να υπάρξουν συνέπειες για τον αριθμό του είδους, το οποίο πλήττεται ήδη από την υπεραλίευση.

Επισημαίνεται, μάλιστα, πως τα θηλυκά δεν αναπαράγονται μέχρι να γίνουν περίπου 13 ετών και στη συνέχεια γεννούν κατά μέσο όρο τέσσερα μικρά κάθε ένα ή δύο χρόνια, έπειτα από περίοδο κύησης οκτώ – εννέα μηνών. Ο αργός αναπαραγωγικός κύκλος τους, σε συνδυασμό με άλλους επιβαρυντικούς παράγοντες, όπως η ρύπανση και η ανθρώπινη δραστηριότητα, έχουν τοποθετήσει το είδος του Βορειοδυτικού Ατλαντικού ανάμεσα στα απειλούμενα της Κόκκινης Λίστας Απειλούμενων Ειδών της Διεθνούς Ένωσης Προστασίας της Φύσης (IUCN), ενώ οι πληθυσμοί του Βορειοανατολικού Ατλαντικού και της Μεσογείου βρίσκονται σε κρίσιμο κίνδυνο.

Photo: Pixabay

Διαβάστε ακόμη

Λάκης Γαβαλάς: Έρχεται νέο… σφυροκόπημα για την εταιρεία του (pic)

Μεταβατική περίοδος για το «πάγωμα» αδειών στα Airbnb – Κόφτες στις φοροαπαλλαγές σε κλειστά ακίνητα

Τουρισμός: Ποια επενδυτικά έργα του Ταμείου Ανάκαμψης έχουν λάβει «πράσινο φως»

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ

Exit mobile version