Στις χαμηλές καταναλώσεις έως 500 κιλοβατώρες επικεντρώνει την επιδοματική πολιτική για το Φεβρουάριο η κυβέρνηση, περιορίζοντας δραστικά τα μέτρα στήριξης για οικιακούς και επαγγελματίες για τα οποία έχουν δαπανηθεί τους τελευταίους 18 μήνες 8,2 δισ.
Με την ενεργειακή κρίση να κινείται σε ηπιότερους τόνους αλλά χωρίς να έχει εξαλειφθεί, η κυβέρνηση κάνει το επόμενο βήμα που υπαγορεύουν οι μειωμένες τιμές του Φεβρουαρίου από τους προμηθευτές με οδηγό τη ΔΕΗ αλλά και τα ψαλιδισμένα έσοδα από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης που το αποθεματικό του έχει υποχωρήσει στα 200 εκατ. ευρώ. Περιορίζει μόλις στα 95 εκατ. τις επιδοτήσεις του μήνα από 840 εκατ. που διέθεσε τον Γενάρη και 1,9 δισ. τον περασμένο Σεπτέμβριο και προτάσσει κίνητρα μείωσης της κατανάλωσης για να μειώσει τους λογαριασμούς στις υψηλότερες καταναλώσεις, πάνω από 500 κιλοβατώρες.
Με την πολιτική αυτή που διαφοροποιείται αισθητά από τον προηγούμενο μήνα, οι καταναλωτές των χαμηλών καταναλώσεων (έως 500 κιλοβατώρες) θα πληρώσουν ακριβότερο το ρεύμα λόγω της αισθητά χαμηλής επιδότησης (0,04 λεπτά από 0,33 το Γενάρη) σε συνδυασμό με τις τιμές των παρόχων. Πιο τσουχτερό θα είναι επίσης και το κόστος της κατανάλωσης για πάνω από τις 500 κιλοβατώρες καθώς οι καταναλωτές θα χάσουν και την επιδότηση των 0,04 λεπτών αν δεν προχωρήσουν σε εξοικονόμηση κατά 15% ενέργειας.
Στερεύουν οι πόροι
Ο ΔΑΠΕΕΠ (διαχειριστής των ΑΠΕ και του ΤΕΜ) προσδοκά σε πρόσθετους πόρους συνολικού ύψους 375 εκατ. ευρώ το επόμενο διάστημα που είναι επιπλέον έσοδα, τα οποία θα προέλθουν από την φορολόγηση των ηλεκτροπαραγωγών. Από εκεί και πέρα οι πόροι στερεύουν καθώς ούτε οι ρύποι φέρνουν σημαντικά έσοδα στο ταμείο λόγω περιορισμένων δημοπρασιών αλλά ούτε και το πλαφόν στην χονδρεμπορική όσο οι τιμές μειώνονται.
Αν και οι τελικές αποφάσεις για τη φορολόγηση των υπερκερδών έχουν ληφθεί ωστόσο τα χρήματα δεν έχουν καταβληθεί ακόμη ενώ άγνωστη είναι η τύχη των εσόδων από την φορολόγηση των κερδών στην προμήθεια.
Τρία είναι τα στοιχεία που προσδιορίζουν τις επιδοτήσεις Φεβρουαρίου. Το πρώτο είναι η έμμεση κατάργηση των επιδοτήσεων μετά τις 500 κιλοβατώρες αφού για πρώτη φορά το ΥΠΕΝ ανακοίνωσε ότι η χορήγησή τους (0,04 λεπτά ανά κιλοβατώρα) όπως αντίστοιχα και για καταναλώσεις πάνω από 1.000 κιλοβατώρες θα γίνεται με κίνητρο την εξοικονόμηση ενέργειας. Τον προηγούμενο μήνα που τα τιμολόγια ήταν αυξημένα, το υπουργείο είχε καταβάλλει για την μηνιαία κατανάλωση από 501 έως 1.000 κιλοβατώρες 280 ευρώ ανά μεγαβατώρα (0,28 λεπτά/ KWh). Αν ένα νοικοκυριό μείωνε κατά 15% τη μέση ημερήσια κατανάλωση η επιδότηση αυξανόταν κατά 50 ευρώ. Αντίστοιχα το κόστος πάνω από τις 1.001 κιλοβατώρες που αφορά ένα πολύ μικρό ποσοστό της κατανάλωσης διαμορφώθηκε σε 190 ευρώ.
Το δεύτερο στοιχείο της εξίσωσης των επιδοτήσεων είναι η εξάλειψη της επιδότησης στο φυσικό αέριο και η χορήγηση επιδόματος στήριξης και στη βιομηχανία κατόπιν ισχυρών πιέσεων του κλάδου. Η επιδότηση για τους επαγγελματίες ανέρχεται για το Φεβρουάριο στα 0,02 λεπτά ανά κιλοβατώρα για την χαμηλή, μέση και την υψηλή τάση, ενώ για αυτό το μήνα από την ανακοίνωση του ΥΠΕΝ, απουσιάζει η ειδική αναφορά για την κατηγορία των καταναλωτών με ισχύ έως 35 KVA (έως και πάνω από 2000 κιλαβατώρες) και των φούρνων ως αποτέλεσμα προφανώς της σύγχυσης που έχει προκαλέσει στην αγορά, η Κοινή Υπουργική Απόφαση που βάζει προϋποθέσεις στην χορήγηση των επιδοτήσεων που έχουν χορηγηθεί από τους προμηθευτές. Για τους αγρότες η επιδότηση παραμένει στα 0,4 λεπτά ανά κιλαβατώρα.
Πώς χάνεται η επιδότηση μετά τις 500 κιλοβατώρες
Για πρώτη φορά τους τελευταίους μήνες το ΥΠΕΝ συναρτά τη χορήγηση των επιδοτήσεων για τις καταναλώσεις πάνω από τις 500 κιλαβατώρες με την εξοικονόμηση ενέργειας.
Μέτρο σύγκρισης για να φανεί το ποσοστό εξοικονόμησης είναι η κατανάλωση του αντίστοιχου περσινού διαστήματος. Για να γίνει αυτό χρειάζεται ο ΔΕΔΔΗΕ να μετρά τα ρολόγια κάθε μήνα και όχι ανά τετράμηνο ή και αργότερα όπως συχνά συμβαίνει ελλείψει προσωπικού. Ακόμη όμως και να υπερπηδηθεί αυτό το εμπόδιο υπάρχουν και άλλοι παράμετροι που θα έπρεπε να συνυπολογιστούν για να προσφέρουν μια ενισχυμένη επιδότηση στις μεγάλες καταναλώσεις με βάση το μέτρο της κατανάλωσης (π.χ αριθμός μελών μιας οικογένειας πέρσι και φέτος, θερμοκρασίες κ.α) και πρωτίστως σύστημα καταμέτρησης έξυπνων μετρητών για το οποίο η χώρα μας είναι από τις τελευταίες που δεν έχει υιοθετήσει.
Το φρένο στην στήριξη της πολιτείας συμπίπτει και με μία συζήτηση που έχει ανοίξει τελευταία στο Eurogroup και η οποία προβλέπει στοχευμένες επιδοτήσεις στα ευάλωτα νοικοκυριά και συνάρτηση των επιδοτήσεων στα υπόλοιπα με βάση τα ποσοστά εξοικονόμησης. Μέτρο για το οποίο τόσο ο κ. Κώστας Σκρέκας όσο και ο υπουργός Οικονομικών κ Χρήστος Σταϊκούρας έχουν δηλώσει ότι δεν θα εφαρμοστεί (τουλάχιστον) άμεσα στη χώρα μας με την κυβέρνηση να δηλώνει αποφασισμένη να επιδοτεί νοικοκυριά και επιχειρήσεις όσο διαρκεί η κρίση.
Διαβάστε ακόμη:
Το disaster story και το νέο σφυρί για την ιστορική Φιλκεράμ – Johnson