Τα πρώτα εργοστάσια παραγωγής πράσινων καυσίμων, τα οποία θα φέρουν τη μεγάλη επανάσταση στις μεταφορές προετοιμάζει η βιομηχανία διύλισης.
Στον δρόμο που έχει χαράξει η παγκόσμια κινητοποίηση για την μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλού άνθρακα, οι νέες πολιτικές εκτιμάται ότι μπορεί να συμβάλλουν στη μείωση έως και 100% των εκπομπών CO2 στις οδικές μεταφορές έως το 2050 και κατά 50% στην αεροπορία και την ναυτιλία.
Πρόκειται για μια νέα αγορά, η οποία υπολογίζεται να κινητοποιήσει γιγαντιαίες επενδύσεις τα επόμενα χρόνια.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι προβλέψεις αναφέρουν ότι έως το 2030, θα δαπανηθούν από 30 έως 40 δισεκατομμύρια ευρώ με στόχο την επέκταση των επενδύσεων σε πράσινα καύσιμα.
Αντίστοιχα, οι αναλυτές εκτιμούν ότι έως το 2050, οι επενδύσεις που απαιτούνται για την παροχή επαρκών ποσοτήτων πράσινων καυσίμων για τις οδικές, θαλάσσιες και αεροπορικές μεταφορές θα κυμανθούν μεταξύ 400 και 650 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτές οι επενδύσεις θα μπορούσαν να μειώσουν τις εκπομπές CO2 περισσότερο από 400 Μ/έτος.
Οι διαφορές με τα συμβατικά καύσιμα
Τα πράσινα καύσιμα δεν παράγονται από πρώτη ύλη που έχει ως βάση το πετρέλαιο. Για την παραγωγή τους χρησιμοποιείται βιομάζα, Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, απόβλητα και δεσμευμένο CO2 άρα έχουν από μηδενικές έως περιορισμένες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά την παραγωγή και τη χρήση τους σε σύγκριση με τα ορυκτά καύσιμα. Τα συμβατικά διυλιστήρια των οποίων η πρώτη ύλη είναι το αργό πετρέλαιο μπορούν να μετατραπούν σε βιο-διυλιστήρια για την παραγωγή βιοκαυσίμων κάτι που ήδη έχει γίνει από την Total και την ENI.
Τα ΕΛΠΕ υποστηρίζουν τις τεχνολογίες χαμηλού άνθρακα με έμφαση σε βιοκαύσιμα 2ης και 3ης γενιάς , την παραγωγή υδρογόνου και την αποθήκευση ενέργειας. Όπως αναφέρουν στελέχη της εταιρείας «το μαύρο μπορεί τελικά να γίνει πράσινο», αφού μπορούν να παραχθούν καύσιμα από νέες πρώτες ύλες όπως βιομάζα, φύκια, μαγειρικά έλαια, οικιακά απορρίμματα, μη ανακυκλώσιμα πλαστικά, από πράσινο υδρογόνο κ.α. Τα καύσιμα αυτά, όπως σημειώνουν αποτελούν μια τεχνολογία που έχει ήδη αποδειχθεί σε πιλοτικά εργοστάσια, ενώ έχουν ανακοινωθεί οι πρώτες μονάδες μεγάλης κλίμακας.
Αυτή τη συζήτηση εμφανίζονται αποφασισμένοι να ανοίξουν και στην Ελλάδα οι μεγάλοι όμιλοι διυλιστηρίων, προετοιμάζοντας το έδαφος για τα Πράσινα Υγρά Καύσιμα του Μέλλοντος.
Σύμφωνα με τα ΕΛΠΕ έως το 2050 κάθε λίτρο υγρού καυσίμου για τις μεταφορές θα μπορούσε να είναι κλιματικά ουδέτερο, καθιστώντας εφικτή την απαλλαγή της αεροπορίας της ναυτιλίας και των οδικών μεταφορών από τον άνθρακα και επιτυγχάνοντας μείωση των εκπομπών κατά 50%.
Τα πράσινα καύσιμα, η ηλεκτροκίνηση και το υδρογόνο εκτιμάται ότι μπορούν να συνυπάρχουν ως λύσεις για τις οδικές μεταφορές.
Αναγκαίο το ρυθμιστικό πλαίσιο
Σήμερα, καμία νομοθεσία δεν αναγνωρίζει τη συμβολή των πράσινων καυσίμων στη βελτίωση της απόδοσης CO2 των οχημάτων. Η βιομηχανία διύλισης ζητά να θεσπιστεί το κανονιστικό πλαίσιο που θα αντικατοπτρίζει τη θετική αυτή συμβολή. Τα ευρωπαϊκά πρότυπα εκπομπών για τα οχήματα θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να αναγνωρίζουν τη συμβολή των καυσίμων χαμηλού άνθρακα στη βελτίωση της απόδοσης του οχήματος.
Ο κλάδος ζητά επίσης τη δημιουργία μιας πρωτοπόρου αγοράς για τα πράσινα καύσιμα ξεκινώντας από τις οδικές μεταφορές, καθώς πρόκειται για μια σημαντικά ρυθμιζόμενη αγορά που θα μπορούσε να υποστηρίξει ένα ισχυρό και σταθερό σήμα της τιμής του CO2, διευκολύνοντας έτσι την έναρξη των επενδύσεων.
Σε ό,τι αφορά τη φορολόγηση των ενεργειακών προϊόντων όπως αναφέρουν, θα πρέπει να γίνεται με βάση τις εκπομπές άνθρακα και το ενεργειακό περιεχόμενο, προκειμένου να ενθαρρυνθούν οι επενδύσεις σε προηγμένα ανανεώσιμα καύσιμα. Η παραγωγή των πράσινων αυτών καυσίμων είναι εντάσεως κεφαλαίου, με υψηλά κεφαλαιακά και λειτουργικά κόστη. Χρειάζεται επομένως, σύμφωνα με τις εταιρείες ένα προβλέψιμο και σταθερό κανονιστικό πλαίσιο για την προσέλκυση των απαραίτητων επενδύσεων.
Πού θα κατασκευαστούν οι νέες μονάδες
Με βάση τα χαρακτηριστικά των τεχνολογιών αυτών, οι μονάδες παραγωγής πράσινων καυσίμων εκτιμάται ότι θα κατασκευαστούν κοντά στις περιοχές παραγωγής πρώτων υλών. Θα έχουν σχετικά μικρότερο μέγεθος και θα μπορούν να εξαπλωθούν σε όλη την Ευρώπη.
Για παράδειγμα, είναι πιθανό η Ανατολική και Βόρεια Ευρώπη να εστιάσει περισσότερο στη βιομάζα, ενώ η νότια στις ΑΠΕ. Μονάδες ανακύκλωσης αποβλήτων θα συναντά κανείς κοντά στις αστικές περιοχές. Η ηλεκτρική ενέργεια για υδρογόνο θα μπορούσε να παράγεται εκτός Ευρώπης.
Οι ιδιωτικές επενδύσεις θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο για την ανάπτυξη των καινοτόμων τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα σε μεγάλη κλίμακα. Ωστόσο, οι επενδυτές τονίζουν ότι θα δεσμεύσουν τους πόρους τους μόνο εάν υπάρχει η προοπτική μιας κερδοφόρας αγοράς.
Η αγορά εκτιμά ότι η ζήτηση υγρών καυσίμων στην Ευρώπη θα μειωθεί σταδιακά με την πάροδο του χρόνου λόγω της υψηλότερης ενεργειακής απόδοσης στους παραδοσιακούς κινητήρες και της μεγαλύτερης διείσδυσης στην αγορά ηλεκτρικών και υβριδικών οχημάτων. Όμως τα υγρά καύσιμα, με τα μοναδικά χαρακτηριστικά τους θα παραμείνουν ασυναγώνιστη λύση για όλες τις μεταφορές.
Μια πανευρωπαϊκή έρευνα καταναλωτών του 2019, με 10.000 ερωτώμενους, κατέδειξε ότι οι πολίτες της ΕΕ θέλουν να έχουν περισσότερες επιλογές για τη μετάβαση σε κλιματικά ουδέτερες μεταφορές και προτρέπουν τις κυβερνήσεις τους να υποστηρίξουν την ανάπτυξη πολλαπλών τεχνολογιών καθαρών οχημάτων.