Ένα στα δύο διαμερίσματα στη Γερμανία θερμαίνεται μέσω φυσικού αερίου. Το φυσικό αέριο διαδραματίζει επίσης σημαντικό ρόλο στη βιομηχανία.
Ωστόσο, ένα μεγάλο μέρος του προέρχεται από τη Ρωσία, γεμίζοντας έτσι μέσω των εισαγωγών τον πολεμικό κορβανά του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν.
Θα έπρεπε λοιπόν η Δύση να σταματήσει τις εισαγωγές; Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είναι πολύ προσεκτική. Από τη σκοπιά του κυβερνητικού συνασπισμού ένα τέτοιο εμπάργκο θα είχε σοβαρά επακόλουθα για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Η βιομηχανία προειδοποιεί επίσης για τις συνέπειες.
Η συζήτηση ωστόσο δεν αφορά μόνο ένα εμπάργκο εκ μέρους της Δύσης – μόνο και μόνο επειδή κάτι τέτοιο ζήτησε ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Για πρώτη φορά από την εισβολή στην Ουκρανία, και η Ρωσία απείλησε ανοιχτά ότι θα σταματήσει την εξαγωγή φυσικού αερίου μέσω του αγωγού Nord Stream 1 στη Βαλτική Θάλασσα.
Το κατά πόσο πρόκειται να συμβεί κάτι τέτοιο δεν είναι ακόμη σαφές.
Η Γερμανία εξαρτάται από τη Ρωσία στα ορυκτά καύσιμα
Το γεγονός ωστόσο είναι ότι η Γερμανία είναι εξαρτημένη από τη Ρωσία όσον αφορά τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων. Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, το ρωσικό μερίδιο στις εισαγωγές ορυκτού φυσικού αερίου στη Γερμανία είναι περίπου 55%, στις εισαγωγές αργού πετρελαίου γύρω στο 35%, στον άνθρακα γύρω στο 50%. Αυτά τα δεδομένα εξηγούν τελικά και την πρόσφατη δήλωση του καγκελαρίου Σολτς ότι η Ευρώπη συνειδητά δεν περιέλαβε την εισαγωγή ενέργειας στις κυρώσεις κατά της Μόσχας.
Ο υπουργός Οικονομικών Ρόμπερτ Χάμπεκ θεωρεί ακόμη και την απαγόρευση των εισαγωγών ενέργειας από τη Ρωσία ως απειλή για την κοινωνική ειρήνη στη Γερμανία.
«Χρειαζόμαστε αυτές τις εισαγωγές ενέργειας για να διατηρήσουμε μία σταθερότητα τιμών, καθώς και ενεργειακή ασφάλεια στη Γερμανία», είπε. Με άλλα λόγια, ένα εμπάργκο στη Ρωσία θα έφερνε για καταναλωτές και εταιρείες περαιτέρω αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας, ενώ οι λογαριασμοί θέρμανσης σε ορισμένες περιπτώσεις θα προκαλούσαν… σοκ.
Διαβάστε τη συνέχεια στην DW