Η παραγωγή πετρελαίου στη Λιβύη έφθασε στα 1,2 εκατ. βαρέλια την ημέρα, δηλαδή τον ημερήσιο μέσο όρο πριν από τον αποκλεισμό των πετρελαιοπηγών από τα μέσα Απριλίου ως τα μέσα Ιουλίου που παρέλυσε την οικονομία της ασταθούς χώρας της βόρειας Αφρικής, ανακοίνωσε χθες Κυριακή ο υπουργός Πετρελαίου και Αερίου Μοχάμαντ Αούν.
Ο κ. Αούν «επιβεβαίωσε» σε γραπτή απάντησή του στο Γαλλικό Πρακτορείο και στο πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς ότι η παραγωγή έφθασε στο επίπεδο αυτό, έπειτα από δημοσιεύματα του Τύπου.
«Είμαστε ευτυχείς που είμαστε σε θέση να ανακοινώσουμε ότι οι αλυσίδες παραγωγής μας έφθασαν στα επίπεδα πριν από την (κήρυξη κατάστασης) ανωτέρας βίας, στα 1,2 εκατ. βαρέλια την ημέρα», ανέφερε αργότερα σε ανακοίνωση Τύπου που δημοσιοποίησε η Εθνική Επιχείρηση Πετρελαίου (ΕΕΠ), η μοναδική που έχει δικαίωμα να διαθέτει εμπορικά το λιβυκό αργό.
Η κατάσταση ανωτέρας βίας επιτρέπει την αποποίηση της ευθύνης της ΕΕΠ σε περίπτωση αθέτησης των συμβατικών της υποχρεώσεων για τις παραδόσεις πετρελαίου.
Βυθισμένη στο χάος μετά την πτώση του καθεστώτος του Μουάμαρ Καντάφι το 2011, υπονομευμένη από τις διενέξεις ανατολής και δύσης, η Λιβύη, η χώρα με τα μεγαλύτερα κοιτάσματα υδρογονανθράκων στην Αφρική, παραμένει πιασμένη στο δόκανο αξεδιάλυτης θεσμικής κρίσης.
Από τον Μάρτιο και πάλι δύο κυβερνήσεις διεκδικούν την εξουσία, μια στην Τρίπολη υπό τον Αμπντελχαμίντ Ντμπάιμπα, που ανέλαβε το 2021, η άλλη στην ανατολική Λιβύη, υπό τον Φάτι Μπατσάγα, που υποστηρίζεται από τον στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ.
Έξι πετρελαιοπηγές και τερματικοί σταθμοί είχαν διακόψει αναγκαστικά τη λειτουργία τους από τα μέσα του Απριλίου εξαιτίας καταλήψεων και αποκλεισμών από ομάδες προσκείμενες στην κυβέρνηση της ανατολικής Λιβύης, που απαιτούν η εξουσία να μεταβιβαστεί στον κ. Μπατσάγα και «δικαιότερη κατανομή» των εσόδων από τους υδρογονάνθρακες.
Η παραγωγή αργού, της κυριότερης πηγής εσόδων της χώρας της βόρειας Αφρικής —εξάγει το μεγαλύτερο μέρος της— είχε μειωθεί στα 400.000 βαρέλια την ημέρα.
Στα μέσα Ιουλίου ωστόσο, οι ομάδες που είχαν προχωρήσει στον αποκλεισμό ανακοίνωσαν εντέλει την άρση του τόσο σε ό,τι αφορά την παραγωγή όσο και την εξαγωγή αργού, έπειτα από μια διευθέτηση των κ.κ. Ντμπάιμπα και Χάφταρ.
Σύμφωνα με δυτικές διπλωματικές πηγές, η διευθέτηση αυτή προέβλεπε, σε αντάλλαγμα για την επαναλειτουργία των εγκαταστάσεων που θα προωθούσε ο κ. Χάφταρ, ο κ. Ντμπάιμπα να του παραχωρήσει μέρος των εσόδων για δαπάνες στις περιοχές υπό τον έλεγχό του.
Η συμφωνία αυτή —ουδέποτε επιβεβαιώθηκε επίσημα— προέβλεπε επίσης να απομακρυνθεί από τη θέση του ο πρώην πλέον επικεφαλής της ΕΕΠ, ο Μουστάφα Σανάλα, τεχνοκράτης που χαίρει σεβασμού από τη διεθνή κοινότητα, και να αντικατασταθεί από τον Φαρχάτ Μπενγκντάρα, άλλοτε διοικητή της κεντρικής τράπεζας της Λιβύης (2006-2011), που εντάχθηκε στις τάξεις των αντικαθεστωτικών όταν ξέσπασε η εξέγερση στη χώρα της βόρειας Αφρικής το 2011. Ο κ. Μπενγκντάρα φέρεται να έχει δεσμούς με την κυβέρνηση της ανατολικής Λιβύης καθώς και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.