Δεν είναι υπερβολή να ισχυριστεί κάποιος, ότι την τελευταία περίοδο βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας να χτίζεται ένα κομμάτι από το μέλλον στο επίπεδο των υποδομών. Η διαφορά σε σχέση με το παρελθόν είναι ότι πλέον δεν υφίσταται ο αυστηρός διαχωρισμός μεταξύ ενεργειακών και τηλεπικοινωνιακών έργων, καθώς οι απαιτήσεις για υψηλές ταχύτητες μεταφοράς δεδομένων έχουν οδηγήσει στην ανάγκη νέων δικτύων και στο «πάντρεμα» της ενέργειας με τα telecoms.
Με άλλα λόγια, τα deals μεταξύ διαχειριστών, ενεργειακών και τηλεπικοινωνιακών παρόχων, όπως και τα συνδυαστικά έργα ενέργειας και τηλεπικοινωνιακών υποδομών εξελίσσονται ήδη από «σήμερα» και θα αποτελούν το επενδυτικό αντικείμενο που θα κυριαρχήσει την «επόμενη μέρα».
Δεν είναι, άλλωστε, κάτι που επιβάλλεται μόνο από την αυτονόητη «αρχή» ότι στην εποχή των οπτικών ινών και του διαδικτύου, για να έχεις τηλέφωνο και ίντερνετ πρέπει να έχεις ηλεκτρικό ρεύμα. Είναι οι «αρχές» μιας νέας οικονομικής, -και τελικά-, κοινωνικής πραγματικότητας που εδράζονται αφενός στις λειτουργικές απαιτήσεις όλων ανεξαιρέτως των υποδομών, αφετέρου, όμως, σε συνέργιες, συμφωνίες, αλλά και σε διαφορετικό σχεδιασμό των ενεργειακών έργων.
Τα μεγάλα deals
Στο πλαίσιο αυτό, βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη οι διεργασίες και σε επιχειρηματικό επίπεδο. Μόλις χθες είχαμε τη συμφωνία μεταξύ της θυγατρικής του ΑΔΜΗΕ Grid Telecom και της Vodafone με αντικείμενο την αμοιβαία ανταλλαγή και παραχώρηση της χρήσης των δικτύων οπτικών ινών των δύο εταιρειών.
Η Grid Telecom εγκαινίασε ουσιαστικά τη δραστηριότητά της προ διετίας με το καλώδιο οπτικών ινών που διατρέχει την ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Πελοποννήσου. Και αποτέλεσε ένα ορόσημο στη στρατηγική επιλογή του Διαχειριστή να μπει δυναμικά στο παιχνίδι των νέων δικτύων, με στόχο την εκμετάλλευση των υποδομών του, -τότε διέθετε δίκτυο οπτικών ινών μήκους 2.500 χλμ.-, ώστε να γίνει ο ιδανικός partner για τους τηλεπικοινωνιακούς ομίλους. Ασφαλώς ο ΑΔΜΗΕ δεν «ανακάλυψε» τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα το 2019, τότε όμως μέσω της Grid χάραξε μια νέα στρατηγική. Μέχρι το 2017 διατηρούσε μακροχρόνια σύμβαση ενοικίασης με τη Wind.
Τώρα και έχοντας αναπτύξει περαιτέρω το δίκτυό του, που υπερβαίνει τα 4.000 χλμ, η συμφωνία με τη Vodafone μπορεί να χαρακτηριστεί win-win καθώς θα επιτρέψει στα δύο μέρη να αξιοποιήσουν περαιτέρω τμήματα του δικτύου κορμού ώστε να προσφέρουν ακόμη περισσότερες επιλογές στους πελάτες τους και να υποστηρίξουν νέες επενδύσεις σε ψηφιακές υποδομές.
Έτσι, η Grid Telecom, προχωρά εντός του έτους στη διάθεση υπηρεσιών ultra-high χωρητικοτήτων μεταξύ μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας, μέσω του τηλεπικοινωνιακού δικτύου τεχνολογίας DWDM που αναπτύσσει.
Από την άλλη, η Vodafone, με την πρόσβαση στο δίκτυο της Grid Telecom θα επιταχύνει την υλοποίηση του νέου επενδυτικού της προγράμματος ύψους 600 εκατ. ευρώ.
Το δίκτυο οπτικών ινών της Grid αναμένεται να διαπλαστεί μέσα στα επόμενα χρόνια καθώς ακολουθεί πλέον όλες τις νέες ηλεκτρικές διασυνδέσεις που προχωρά ο ΑΔΜΗΕ τόσο στην ηπειρωτική, όσο και στη νησιωτική Ελλάδα. Για παράδειγμα, ήδη η «μικρή» ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Πελοποννήσου, εκτός από τα καλώδια ισχύος διπλού κυκλώματος περιλαμβάνει και δύο καλώδια 48 οπτικών ινών, τα οποία και συνδέουν τη Μεγαλόνησο με την υπόλοιπη χώρα. Το ίδιο θα συμβεί και με τη «μεγάλη» ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Αττικής, όπου το ένα από τα τέσσερα τμήματα του project του 1 δις ευρώ αφορούσε στην μελέτη, προμήθεια και εγκατάσταση καλωδίων οπτικών ινών, το οποίο ανέλαβε η ιταλική Prysmian.
Η ΔΕΗ με τη Forthnet και το δίκτυο του ΔΕΔΔΗΕ
Η δυναμική αυτής της νέας «κοινής αγοράς» φαίνεται από το γεγονός ότι εκτός από τη χθεσινή συμφωνία Grid-Vodafone, στα μέσα του μήνα είχαμε άλλη μια μεγάλη συμφωνία μεταξύ της ΔΕΗ και της Forthnet, που θεωρείται το πρώτο βήμα στο πλαίσιο του big project για την εγκατάσταση δικτύου οπτικών ινών στο εναέριο δίκτυο μέσης και χαμηλής τάσης του ΔΕΔΔΗΕ μήκους 242.000 χλμ. Πρόκειται για ένα φιλόδοξο έργο που εκτιμάται θα απαιτήσει επενδύσεις 700 εκατ. ευρώ την επόμενη πενταετία. Στο πλαίσιο αυτό, θα προχωρήσει ένα πιλοτικό πρόγραμμα εγκατάστασης οπτικών ινών, ύψους 15 εκατ. ευρώ, σε συνεργασία με τηλεπικοινωνιακούς παρόχους.
Σύμφωνα με το πλάνο της, η ΔΕΗ θα εγκαταστήσει το δίκτυο οπτικών ινών και θα λειτουργήσει ως διαχειριστής των νέων υποδομών, οι οποίες προβλέπεται σε επόμενο στάδιο να εκμισθωθούν σε τηλεπικοινωνιακούς παρόχους. Δηλαδή, η ΔΕΗ δεν σκοπεύει να πουλάει υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών στους τελικούς πελάτες, αλλά υπηρεσίες χονδρικής, – την υποδομή δικτύου-, ώστε οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι να διανύσουν το λεγόμενο last mile μέχρι το σπίτι του καταναλωτή , προσφέροντας πολύ υψηλές ταχύτητες άνω των 1.000Mbps. Παράλληλα, προβλέπεται η αξιοποίηση του δικτύου της και για το 5G.
Πρόκειται και εδώ για μια win win συμφωνία, με τη ΔΕΗ να αποκτά έναν πρόσθετο ισχυρό πυλώνα εσόδων και με τη Forthnet, που μετά την εξαγορά από τη United Group εισέρχεται σε φάση πλήρους αναδιοργάνωσης, να αποκτά πρόσβαση στις πολύτιμες υποδομές. Εκτιμάται, βέβαια, ότι όταν «ρολάρει» το σχέδιο, -καθώς ήδη υπάρχουν συζητήσεις με τις τράπεζες για τη χρηματοδότηση-, θα υπάρξει έντονο ενδιαφέρον από την αγορά.
Τα έργα του ψηφιακού μετασχηματισμού
Όλα αυτά έρχονται να αναδείξουν την τεράστια υπεραξία των οπτικών ινών σε μια συγκυρία που βρίσκεται σε εξέλιξη η ανάπτυξη του δικτύου 5G, το οποίο θα αυξήσει τις ανάγκες για δίκτυο κορμού, επίσης είναι σε εξέλιξη η ανάπτυξη του Ultra Fast broadband καθώς και η είσοδος πολυεθνικών κολοσσών για το στήσιμο data centers, ενώ γενικότερα έρχονται και νέα μεγάλα έργα στην κατεύθυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας.
Σε κάθε περίπτωση, λοιπόν, η ενεργειακή μετάβαση θα πάει «χέρι-χέρι» με τον ψηφιακό μετασχηματισμό, ανοίγοντας πεδίο δόξης λαμπρό για τις οπτικές ίνες…