Αργά το απόγευμα του Σαββάτου στις 31 Ιανουαρίου του 1953, η υπηρεσία Stormwaarschuwingsdienst του Βασιλικού Μετεωρολογικού Ινστιτούτου των Κάτω Χωρών (KNMI) που προειδοποιεί τους κατοίκους για πιθανές καταιγίδες, εξέδωσε ανακοίνωση για «επικίνδυνα υψηλή στάθμη υδάτων». Η ώρα της έκδοσής της δεν επέτρεψε στους κατοίκους να ενημερωθούν και όταν το τηλεγράφημα έφτασε στους ραδιοφωνικούς σταθμούς ήταν πλέον αργά. Λίγες ώρες αργότερα, θυελλώδεις άνεμοι πάνω από τη Βόρεια Θάλασσα δημιούργησαν μία «καταιγίδα-τέρας», με τη στάθμη της θάλασσας να αυξάνεται τρία μέτρα περισσότερο από το αναμενόμενο, πλήττοντας την παράκτια χώρα -καθώς και τη Μεγάλη Βρετανία και το Βέλγιο- και σπέρνοντας το θάνατο και την καταστροφή. Ήταν αρκετή λίγη ώρα για να αλλάξει ριζικά ολόκληρο το τοπίο. Οι γεωργικές εκτάσεις μετατράπηκαν σε λίμνη, τα σπίτια εξαφανίστηκαν κι οι κάτοικοι σκαρφάλωναν στις στέγες για να σωθούν, ενώ άλλοι σε σημεία που παρέμεναν ακόμα ανέπαφα περνούσαν από πόρτα σε πόρτα φωνάζοντας με όση δύναμη τους είχε απομείνει «Έρχεται το νερό!» για να ξυπνήσουν τους συμπολίτες τους. «Νομίζαμε πραγματικά ότι ο κόσμος τελείωνε», θυμάται μία γυναίκα που βίωσε την τραγωδία, σύμφωνα με το Περιφερειακό Κέντρο Ιστορίας για την ιστορία της Ζηλανδίας και των κατοίκων της. Εκείνη τη νύχτα στις πληγείσες περιοχές της Ολλανδίας έχασαν τη ζωή τους 1.836 άνθρωποι και δεκάδες χιλιάδες ζώα, ενώ υπέστησαν σοβαρές ζημιές κτίρια, υποδομές και γεωργικές εκτάσεις.

Η ολλανδική κυβέρνηση αποφάσισε ότι μία τέτοια τραγωδία δε θα έπρεπε να επαναληφθεί και μέσα σε μόλις 20 ημέρες από την πλημμύρα της Βόρειας Θάλασσας αποφασίστηκε η ίδρυση του «Deltaworks», ενός από τα μεγαλύτερα προγράμματα διαχείρισης νερού στον κόσμο, μέσω του οποίου δημιουργήθηκαν φράγματα για τη θωράκιση της χώρας από πλημμύρες. Σήμερα στην Ολλανδία η αντιπλημμυρική προστασία εκτείνεται σε 3.701 χλμ. με σειρά φραγμάτων, αναχωμάτων και υδατοφραχτών.

Θα καταφέρει, όμως, το σύστημα που έχει χαρακτηριστεί ένα από τα θαύματα του σύγχρονου κόσμου να αντέξει στην προβλεπόμενη άνοδο της στάθμης των υδάτων, απόρροια της κλιματικής αλλαγής; Αν σκεφτεί κανείς ότι περίπου το 1/3 της Ολλανδίας βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, με το χαμηλότερο σημείο να βρίσκεται 6,7 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και το υψηλότερο να αγγίζει τα 322 μέτρα, μπορεί να σχηματίσει μία πιο σαφή εικόνα αυτής της σχεδόν επίπεδης χώρας.

Όχι μόνο κλιματική αλλαγή, αλλά κλιματική μεταβλητότητα

Και όμως, η Ολλανδία με το πιο εξελιγμένο αντιπλημμυρικό έργο, τη διαρκή μελέτη και την εφαρμογή στρατηγικών αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις προκλήσεις που συνδέονται με την περιβαλλοντική κρίση, επιβεβαιώνοντας ότι αποτελεί χώρα-πρότυπο για τη διαχείριση του νερού.

«Η άνοδος της στάθμης των ωκεανών είναι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα σχετικά με τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και τον τρόπο αντιμετώπισής τους», εξηγεί στο Newmoney ο Πίτερ Λετίτρ, project manager έργων και στρατηγικός σύμβουλος με σημαντική εμπειρία στον τομέα των υδάτων σε περισσότερες από 20 χώρες και συνεργάτης του ολλανδικού ινστιτούτου εφαρμοσμένων ερευνών σχετικά με το νερό, το έδαφος και το υπέδαφος Deltares.

Ο κύριος Λετίτρ, ο οποίος θα συμμετάσχει στο 5ο Olympia Forum που διεξάγεται από σήμερα έως τις 20 Οκτωβρίου 2024 και εστιάζει στην προώθηση λύσεων για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας σε εθνικό επίπεδο, επισημαίνει πως δε μπορούν όλα τα καιρικά φαινόμενα να αποδοθούν μόνο στην κλιματική αλλαγή, αλλά και στην κλιματική μεταβλητότητα. Κάποια, μάλιστα, από αυτά που παρατηρούνται, ανάμεσα σε άλλες χώρες, και στην Ελλάδα «δεν έχουν καμία σχέση με την κλιματική αλλαγή, αλλά συνδέονται με την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη, την αύξηση του πληθυσμού, του τουρισμού, των γεωργικών δραστηριοτήτων, καθώς και την αλλαγή του βιοτικού επιπέδου».

Ένα από τα πιο τρανταχτά παραδείγματα που θέτει ο ειδικός είναι οι αγροτικές περιοχές χωρών της Αφρικής, όπου καταγράφεται κατανάλωση νερού της τάξης των 20 λίτρων ανά άτομο την ημέρα, ποσοστό που αυξάνεται σημαντικά στην περίπτωση νοικοκυριών μεσαίας τάξης όπου παρατηρείται κατανάλωση 120 λίτρων ανά άτομο την ημέρα. Επομένως, εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με την επίδραση της κλιματικής αλλαγής, αλλά με την ανθρωπολογική συμπεριφορά, οπότε όπως επισημαίνει ο κ. Λετίτρ, «οι κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις είναι πραγματικά σημαντικές».

Photo: Linkedin/ Πίτερ Λετίτρ

Απαραίτητη η εφαρμογή μέτρων με χρονικό ορίζοντα δεκαετιών

Πώς μπορεί, όμως, μία χώρα να προσαρμοστεί ώστε να αποφευχθεί περαιτέρω ζημία; Με έργα προστασίας με χρονικό ορίζοντα τις επόμενες δεκαετίες, υποστηρίζει.

Άλλωστε, όπως εξηγεί η αύξηση της θερμοκρασίας στον πλανήτη προκαλεί αλλαγές, όπως παρατεταμένες περιόδους ξηρασίας, αλλά και σφοδρές βροχοπτώσεις και αύξηση στην εκδήλωση κυκλώνων. Σε χώρες όπως στη Μοζαμβίκη, για παράδειγμα, όπου καταγραφόταν «μόλις ένας κυκλώνας τη δεκαετία, τα τελευταία 4-5 χρόνια παρατηρείται ένας κυκλώνας μια φορά κάθε χρόνο».

Η αύξηση της έντασης και συχνότητας των βροχοπτώσεων, η αύξηση της διάβρωσης, οι αστικές πλημμύρες, πρέπει να αντιμετωπίζονται με χρονικό ορίζοντα 20-30 ετών, αφού αναπτυχθούν πιθανά σενάρια σύμφωνα με τα οποία τα έργα μπορούν να εξελιχθούν και να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες.

Αναφερόμενος συγκεκριμένα στη βιβλική καταστροφή στη Θεσσαλία από το πέρασμα της κακοκαιρίας Daniel ο κ. Λετίτρ τονίζει ότι απαιτούνται άμεσα μέτρα και προσαρμογή στη νέα κατάσταση, διαφορετικά υπάρχει φόβος η οικονομία όχι μόνο να πληγεί, αλλά να μην επιβιώσει «σε περίπου 5-10 χρόνια».

Αναλυτικότερα, στην περίπτωση της Θεσσαλίας προτείνει να εξεταστεί το ζήτημα διαχείρισης υδάτων όχι τόσο για τις πλημμύρες, αλλά για την ξηρασία, καθώς όπως αναφέρει παρατηρείται υπερεκμετάλλευση των υπόγειων υδάτων με τη γεωργία να χρησιμοποιεί το νερό «σχεδόν σε ποσοστό 90%», ενώ εξακολουθεί η καλλιέργεια βαμβακιού, μία από τις πιο απαιτητικές για κατανάλωση νερού. «Καταλαβαίνω ότι η βαμβακοκαλλιέργεια είναι ένα πολύ λεπτό θέμα, είμαι όμως πεπεισμένος ότι πρέπει να σταματήσει, αλλά απαιτεί χρόνο και θάρρος», συμπληρώνει.

Η διαχείριση των υδάτων αποτελεί προτεραιότητα, λοιπόν, καθώς συνδέεται με πολλά περιβαλλοντικά ζητήματα ταυτόχρονα. Για αυτό το λόγο, «η ποσότητα και η ποιότητα του νερού πρέπει να εξετάζονται καθολικά και χρειάζονται σχέδια, αλλά και θεσμοί ικανοί να τα εκπονήσουν και να τα εφαρμόσουν. Η εφαρμογή τους είναι δυνατή μόνο εάν εμπλακούν όλοι οι σχετικοί φορείς. Αν σε μια λεκάνη απορροής ένα υπουργείο Μεταφορών θέλει να φτιάξει νέες γέφυρες και αυτές επηρεάζουν τα υδάτινα ρεύματα και λειτουργούν ως εμπόδιο θα προκληθούν πλημμύρες. Όλα αυτά πρέπει να αντιμετωπίζονται με ολοκληρωμένο τρόπο κάτι που λείπει σε πολλά μέρη του κόσμου».

Πλημμύρες, ξηρασία, λειψυδρία: Τα προβλήματα στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα τα θέματα που σχετίζονται με το νερό αφορούν στις πλημμύρες, την ξηρασία, τις μεγάλες ελλείψεις νερού σε νησιωτικές περιοχές. Πρέπει λοιπόν να ακολουθήσει κατάλληλος και ολοκληρωμένος σχεδιασμός μέτρων για την αντιμετώπισή τέτοιων περιβαλλοντικών προκλήσεων με μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα και τη συμμετοχή των σχετικών θεσμών. Ανάμεσα σε αυτά και η δημιουργία περισσότερου χώρου για τα ποτάμια, με την ανάπτυξη περιοχών πρασίνου στις όχθες τους, όπου μπορεί να συγκρατηθεί το νερό, να αποφευχθούν πλημμυρικά φαινόμενα, αλλά και να είναι εφικτή η επανάχρησή του. Όσο για την άνοδο της στάθμης των υδάτων η Ελλάδα, σύμφωνα με τον κ. Λετίτρ, δεν κινδυνεύει, τουλάχιστον συγκριτικά με άλλες περιοχές όπως η Τζακάρτα, η Μπανγκόκ, η Σαγκάη, η Βενετία, οι οποίες όχι μόνο καλούνται να θωρακιστούν απέναντι στην υγρή απειλή, αλλά και να διαχειριστούν την καθίζηση του εδάφους.

Αφαλάτωση η λύση στη λειψυδρία;

Το… μαρτύριο της σταγόνας στα νησιά, ιδίως κατά τη θερινή περίοδο όπου ο τουρισμός «εκτοξεύεται», μετατρέπεται σε σοβαρό ζήτημα για την οικονομική ανάπτυξη. Μία τεχνική λύση θα μπορούσε να είναι η αφαλάτωση που παρά το σχετικά υψηλό οικονομικό και ενεργειακό κόστος, καθώς και τις κρίσιμες περιβαλλοντικές επιπτώσεις όπως η άλμη, διασφαλίζει ασφαλές πόσιμο νερό για ντόπιους και τουρίστες. Βέβαια, όπως τονίζει ο κ. Λετίτρ, η αφαλάτωση δεν είναι εφαρμόσιμη για γεωργικούς σκοπούς, με τον ειδικό να τονίζει ότι γεωργικά ζητήματα δεν πρέπει να επιλύονται με τεχνικά μέτρα, αλλά με αντικατάσταση καλλιεργειών που έχουν λιγότερη απαίτηση για νερό, καθώς και βελτιστοποίηση της χρήσης του για άρδευση με την εισαγωγή αποδοτικότερων συστημάτων όπως ο ψεκασμός και η στάγδην άρδευση. Σχετικά με τον κατάλληλο τρόπο άρδευσης, στην Ολλανδία σε πολύ ξηρές περιόδους ελέγχεται η χρήση νερού και σε μερικές περιπτώσεις απαγορεύεται. Σε μία προσπάθεια να διαπιστωθεί κατά πόσο οι κάτοικοι συμμορφώνονται με τους κανονισμούς, «διενεργούνται έλεγχοι και αν κάποιος κάνει χρήση επιφανειακών υδάτων για σκοπούς άρδευσης επιβάλλεται πρόστιμο 3.000 ευρώ, ενώ αν παραβιάσει το νόμο για δεύτερη φορά το πρόστιμο αγγίζει τα 30.000 ευρώ. Πρόκειται, λοιπόν, για μια πολύ ισχυρή κουλτούρα επιβολής του νόμου, η οποία δεν είναι πολύ εμφανής στην Ελλάδα, όπου δεν υπάρχει ούτε η κουλτούρα διαχείρισης των υδάτων».

Σχέδιο, προϋπολογισμός και πρωταθλητής: Το τρίπτυχο της επιτυχίας

Ο κ. Λετίτρ, ο οποίος συνεργάστηκε με τον κύριο Μιλτιάδη Γκουζούρη CEO της ολλανδικής HVA International για τη σύνταξη του master plan σχετικά τη διαχείριση υδάτων στη Θεσσαλία, εκφράζει την ελπίδα στο Olympia Forum να πραγματοποιηθούν εποικοδομητικές συζητήσεις με εκπροσώπους από διάφορους τομείς, τη βιομηχανία, τον τουρισμό και με ανθρώπους που γνωρίζουν πολύ καλά την Ελλάδα. Επισημαίνει ότι είναι απαραίτητο να ευαισθητοποιηθούν οι πολίτες για τη σύνδεση των περιβαλλοντικών ζητημάτων και την ανάγκη ενίσχυσης της διαχείρισης των υδάτων στη χώρα. «Η εμπειρία της Ολλανδίας δείχνει ότι χρειάζεται ένα σχέδιο, ένας προϋπολογισμός και ένας πρωταθλητής, κάποιος που να είναι γνώστης. Αυτά είναι μερικά μηνύματα που ελπίζω να μπορέσουμε να περάσουμε κατά τη διάρκεια του φόρουμ», προσθέτει.

Όσο για το αν είναι αισιόδοξος παρά τις σοβαρές επιπτώσεις στη φύση, ο ίδιος απαντάει «ναι». Εξάλλου, οι πολλές κρίσιμες καταστάσεις που κλήθηκε να χειριστεί πριν ακόμα αναδειχθεί η αίσθηση του επείγοντος τον τοποθετεί στην κατάλληλη θέση να κρίνει. «Όταν η αίσθηση του επείγοντος γίνεται πιο αντιληπτή, όπως στη Θεσσαλία, είμαι αρκετά σίγουρος ότι η προθυμία και η ικανότητα να αντιμετωπιστούν τα ζητήματα αυξάνονται. Υπάρχουν λύσεις. Αυτό είναι ένα από τα μηνύματα: Δεν χρειάζεται να είμαστε απαισιόδοξοι», συμπληρώνει. Χαριτολογώντας, μάλιστα, λέει ότι στην Ολλανδία οι κάτοικοι μπορούν ήδη να αρχίσουν να μαθαίνουν γερμανικά ώστε να είναι έτοιμοι να μετοικήσουν στη Γερμανία αν η στάθμη της θάλασσας ανέβει σε τέτοιο βαθμό απειλώντας περιοχές. Μπορούν, όμως, και να αρχίσουν να εργάζονται από τώρα οραματιζόμενοι το μέλλον και τα θετικά σενάρια, τονίζοντας πως απαιτείται ένας συνδυασμός μέτρων και θάρρους.

Photo: Pixabay

Διαβάστε ακόμη

Goldman Sachs: Η Ελλάδα συνεχίζει δυναμικά τη μείωση του χρέους (πίνακας)

ΑΚΤΩΡ – Intrakat: Σε πλήρη εξέλιξη οι εργασίες στον ΒΟΑΚ (vid)

Πώς θα κινηθούν οι μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες τους επόμενους μήνες

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα