Η καταλυτική επίδραση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στην αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη αποτυπώθηκε κατά την εναρκτήρια ημέρα της Συνδιάσκεψης της Βόννης για το Κλίμα από την επικαιροποίηση των βασικών δεικτών για την κλιματική αλλαγή που ανακοίνωσε μια ομάδα επιφανών επιστημόνων.
Η μελέτη των 59 επιστημόνων από 44 διεθνή ερευνητικά κέντρα και Οργανισμούς δημοσίευσαν ταυτόχρονα τη μελέτη τους για την υπερθέρμανση του πλανήτη στην επιθεώρηση «Earth System Science Data».
Αναμφίβολα το περιβάλλον και το κλίμα του πλανήτη επηρεάζεται και επιβαρύνεται από ανυπέρβλητα φυσικά φαινόμενα. Καταστρέφεται όμως ως επί το πλείστον από δραστηριότητες του ανθρώπινου γένους, που θα μπορούσαν να περιοριστούν. Είναι οι ανθρώπινες δράσεις που ανέβασαν τη μέση θερμοκρασία του πλανήτη σε απόλυτες τιμές κατά 0,26 βαθμούς Κελσίου την περίοδο 2014-2023. Πρόκειται για ένα ρυθμό αύξησης της θερμοκρασίας που δεν έχει προηγούμενο – και θα παρατηρούσε κανείς ότι στη δεκαετία αυτή περιλαμβάνεται μια διετία μεγάλης κάμψης των ανθρώπινων δράσεων λόγω της πανδημίας.
Αν συγκριθεί με τη θερμοκρασία της προ-βιομηχανικής εποχής, η αύξηση της θερμοκρασίας της Γης έφθασε τους 1,19 βαθμούς Κελσίου τη δεκαετία που εξέτασαν οι ερευνητές. Αυτό σημαίνει ότι η καθαρή αύξηση είναι, κατά τους ειδικούς, 1,14 βαθμοί Κελσίου τη δεκαετία 2014-2023 συγκριτικά με τις τιμές της προηγούμενης μέτρησης. Και συγκριτικά με την έκτη έκθεση της GIEC, που καλύπτει τη δεκαετία 2010-2019, η αύξηση είναι 1,07 βαθμοί Κελσίου.
Η GIEC είναι η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος, μια επιστημονική επιτροπή που ιδρύθηκε το 1988 από τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό και το Πρόγραμμα Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Εθνών και λειτουργεί υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Η GIEC θα ανακοινώσει την έβδομη έκθεσή της το 2027.
Τα συμπεράσματα της Συνδιάσκεψης που ξεκίνησε στις 5 και ολοκληρώνεται στις 15 Ιουνίου θα αποτελέσουν τη βάση της συζήτησης στην COP29, που θα πραγματοποιηθεί από τις 11 έως τις 22 Νοεμβρίου στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν.