Η ενεργειακή κρίση και ο αναταράξεις στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα που προκαλεί η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, βάζουν πολλούς αστερίσκους στον κλιματικό νόμο που παίρνει τον δρόμο για τη Βουλή.
Μπροστά στις αβεβαιότητες που γεννά η κρίση των ορυκτών καυσίμων, το ΥΠΕΝ προχώρησε σε διορθωτικές επεμβάσεις στον νόμο που από την συγγραφή του μέχρι σήμερα αν και έχει μεσολαβήσει περίπου ένας χρόνος είναι σαν να έχει περάσει …ένας αιώνας, εξαιτίας των ανατροπών και των επιπτώσεων στην καθημερινότητα από το κόστος ενέργειας.
Στο πλαίσιο αυτό, το υπουργείο προτείνει τη συνέχιση της λειτουργίας των καυστήρων πετρελαίου και πέραν του 2030, με τη διαφορά ότι η καύση θα γίνεται με ένα μείγμα πετρελαίου με ανανεώσιμα υγρά καύσιμα σε ποσοστό 30% υποχρεωτικά.
Ο κλιματικός νόμος είχε προβλέψει ότι από το 2023 σταματά η εγκατάσταση καυστήρων πετρελαίου θέρμανσης σε περιοχές όπου υπάρχει επαρκώς διαθέσιμο δίκτυο φυσικού αερίου και προσθέτει ότι από τις αρχές του 2025 απαγορεύεται η πώληση και η εγκατάσταση καυστήρων πετρελαίου θέρμανσης επί ποινή προστίμου.
Ο νόμος αναθεωρεί και τους στόχους της απολιγνιτοποίησης από το 2023 στο 2025 και επανεξετάζεται ο ρόλος του πετρελαίου στην ηλεκτροπαραγωγή των νησιών από το 2030.
Σε ότι αφορά την πώληση οχημάτων μηδενικών εκπομπών για νέα επιβατικά και ελαφρά επαγγελματικά οχήματα, ο στόχος μετατίθεται κατά 5 χρόνια για το 2035.
Επιπλέον, παρατείνεται η ημερομηνία για τα νέα εταιρικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης που ταξινομούνται, τα οποία από τις αρχές του 2024 αντί του 2023, θα πρέπει κατ’ ελάχιστον το ένα τέταρτο από αυτά να είναι αμιγώς ηλεκτρικά ή υβριδικά ηλεκτρικά οχήματα εξωτερικής φόρτισης ρύπων έως 50 γραμμαρίων διοξειδίου του άνθρακα ανά χιλιόμετρο (CO2/χλμ).
Για τον λιγνίτη, προβλέπεται απαγόρευση στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από στερεά ορυκτά καύσιμα από της 31 Δεκεμβρίου του 2028. Ωστόσο με κοινή υπουργική απόφαση έως τα τέλη του 2025 (αντί του 2023) θα μπορεί να τρέξει γρηγορότερα την καταληκτική ημερομηνία, αφού ληφθούν υπόψη η επάρκεια ισχύος και η ασφάλεια εφοδιασμού.
Ο νόμος δεν μεταβάλλει τους κλιματικούς στόχους καθώς ο μακροπρόθεσμος στόχος για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 παραμένει, με ενδιάμεσο στόχο για το 2030 την μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55 % σε σύγκριση με τα επίπεδα του έτους 1990. Ως δεύτερος ενδιάμεσος στόχος για το έτος 2040 τίθεται ο περιορισμός των καθαρών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 80%. Οι κλιματικοί στόχοι θα αναπροσαρμόζονται ανά πενταετία με υπουργική απόφαση, λαμβάνοντας υπόψη κάθε φορά τα τελευταία διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα και την πρόοδο της τεχνολογίας.