Δέκα χρόνια συμπληρώνονται αυτές τις μέρες από τον Ιούλιο του 2011, όταν η Energean (σε συνεργασία με την Edison) παρουσίασε την πρώτη μελέτη για τη μετατροπή του εξαντλημένου κοιτάσματος φυσικού αερίου της Νότιας Καβάλας σε Υπόγεια Αποθήκη Φυσικού Αερίου.
Λίγους μήνες νωρίτερα, η τότε κυβέρνηση είχε αποφασίσει τη μεταβίβαση της κυριότητας του συγκεκριμένου asset στο νεοσυσταθέν εκείνη την εποχή ΤΑΙΠΕΔ. Έκτοτε και για αρκετά χρόνια έγιναν προσπάθειες από πλευράς της Energean, -καθότι το εξαντλημένο κοίτασμα αποτελεί μέρος της παραχώρησης στην οποία δραστηριοποιείται η εταιρεία στην περιοχή-, και συζητήσεις με το ΤΑΙΠΕΔ, ωστόσο επί της ουσίας το project είχε μπει για τα καλά στα «συρτάρια» του Ταμείου.
Αν και ουδείς αμφισβητεί το σύνθετο και τις δυσκολίες του εγχειρήματος, είναι γεγονός ότι μόλις το καλοκαίρι του 2018 το ΤΑΙΠΕΔ ξεκίνησε την αναζήτηση συμβούλων στην κατεύθυνση της αξιοποίησης. Μεσολάβησαν σχεδόν δύο χρόνια διεργασιών μέχρι τη δημοσίευση της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος στις 29 Ιουνίου 2020, χωρίς ωστόσο να έχουν απαντηθεί βασικά ζητούμενα για τους υποψήφιους επενδυτές. Κάτι που έφερε ανατροπές και στα σχήματα των διεκδικητών. Έτσι, μετά την αποχώρηση της γαλλικής Storengy (Engie), η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ κατέβηκε στο διαγωνισμό με τον ΔΕΣΦΑ, ενώ η Energean κατέβηκε μόνη της, έχοντας όμως συνάψει συμμαχία με την East Gas. Στο πλαίσιο αυτό οι δύο πλευρές έχουν υπογράψει Letter of Intent για την προοπτική συμμετοχής της αιγυπτιακής εταιρείας στην επόμενη φάση του διαγωνισμού.
Τον Οκτώβριο του 2020 εκδήλωσαν ενδιαφέρον τρία σχήματα και συγκεκριμένα η Energean, η κοινοπραξία ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ–ΔΕΣΦΑ και η κινεζικών συμφερόντων China Machinery Engineering Co (CMEC)-Maison Group, η οποία στις 30 Μαρτίου 2021 κόπηκε από την επόμενη φάση. Παράλληλα, φέτος τον Ιανουάριο έγινε υποβολή αίτησης για την ένταξη του έργου στον επικαιροποιημένο κατάλογο των έργων PCI (Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος).
Η πορεία του διαγωνισμού και τα «προαπαιτούμενα»
Το ερώτημα τώρα εστιάζεται στην εξέλιξη του διαγωνισμού και όλα δείχνουν ότι δεν θα έχουμε δεσμευτικές προσφορές πριν τα μέσα του 2022. Και τούτο καθώς ακόμη εκκρεμούν βασικά «προαπαιτούμενα», όπως η ολοκλήρωση των τεχνικών μελετών, για τις οποίες έχει τεθεί όριο από το ΤΑΙΠΕΔ η 30η Σεπτεμβρίου 2021.
Το βασικό «μπαλάκι», όμως, βρίσκεται πλέον στα…πόδια της ΡΑΕ, η οποία καλείται να εκδώσει τον κανονισμό τιμολόγησης της ΥΑΦΑ και ειδικότερα, καταρχάς, να προχωρήσει στη σύνταξη ενός γενικού θεσμικού πλαισίου και στη συνέχεια στον καθορισμό των κρίσιμων «λεπτομερειών», όπως ο επιμερισμός των εσόδων και ουσιαστικά σε τι ποσοστό επί της χωρητικότητας της αποθήκης αυτά θα είναι ρυθμιζόμενα.
Εάν δεν απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα, δεν μπορούν να υπάρξουν δεσμευτικές προσφορές. Για αυτό και, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν έχει ακόμη ανοίξει το VDR από όπου οι υποψήφιοι επενδυτές θα αντλήσουν όλα τα απαραίτητα οικονομικά και τεχνικά στοιχεία ώστε να προχωρήσουν στο due diligence και στις προσφορές τους.
Το project και το «κλειδί» του υδρογόνου
Το έργο συνίσταται στη μετατροπή του εξαντλημένου κοιτάσματος φυσικού αερίου της Ν. Καβάλας στην πρώτη Υπόγεια Αποθήκη Φυσικού Αερίου (UGS) της χώρας. Το κοίτασμα επιφάνεια 5 km2, βρίσκεται στη θαλάσσια περιοχή περί τα 30 χλμ νότια της Καβάλας, 11 χλμ νότια του πετρελαϊκού κοιτάσματος του Πρίνου και σε βάθος 1.700 μέτρων.
Λόγω της γεωλογίας του, του μεγέθους του, της εγγύτητάς του με τη νότια δίοδο αγωγών, των υφιστάμενων υποδομών και της μοναδικότητας του στην Ελλάδα, καθίσταται ιδανικό για την προτεινόμενη χρήση, η οποία θα ενισχύσει την ασφάλεια εφοδιασμού της αγοράς σε εθνικό αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προς όφελος του τελικού καταναλωτή.
Σύμφωνα με τον προκαταρκτικό σχεδιασμό του έργου, η χωρητικότητα της υπόγειας αποθήκης (UGS) εκτιμάται περίπου στο 1 bcm. Ο ετήσιος ενεργός διακινούμενος όγκος (Annual Volume throughput) εκτιμάται σε 360 εκατ. Nm3 ή σε 720 εκατ. Nm3, για έναν ή δύο κύκλους ανά έτος, αντίστοιχα. Η μέγιστη ημερήσια δυναμικότητα απόληψης φυσικού αερίου και εισαγωγής στο Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Φυσικού Αερίου (ΕΣΜΦΑ) εκτιμάται σε 4 εκατ. Nm3/d. Η μέγιστη ημερήσια δυναμικότητα εισπίεσης της Υπόγειας Αποθήκης με φυσικό αέριο, εκτιμάται σε 5 εκατ. Nm3/d.
Δηλαδή, η ΥΑΦΑ θα ήταν δυνατό να αποθηκεύει έως 1 δισεκ. κυβικά μέτρα αερίου, τα οποία θα διατίθενται στην αγορά σε δύο κύκλους τον χρόνο.
Τα οφέλη από τη λειτουργία μιας τέτοιας υποδομής είναι πολλαπλά καθώς θα είναι δυνατή η δημιουργία και η διατήρηση για περίπου έξι συνεχείς μήνες αποθεμάτων ασφαλείας σε φυσικό αέριο, η εξασφάλιση συνεχούς τροφοδοσίας των καταναλωτών με αέριο ακόμη και σε περιόδους διακοπής της ροής από τους αγωγούς, η «θωράκιση» της χώρας έναντι των διακυμάνσεων τιμών και της μεταβολής των συνθηκών, -όπως συμβαίνει τώρα-, αλλά και η αναβάθμιση του γεωπολιτικού ρόλου της Ελλάδας, αφού η Καβάλα βρίσκεται σε στρατηγικό σημείο διέλευσης αγωγών μεταφοράς αερίου προς την Ευρώπη.
Για να γίνουν όλα αυτά, όμως, απαιτείται μια μεγάλη επένδυση της τάξης των 300-400 εκατ. ευρώ. Δεδομένης ωστόσο της λογικής του «εξοβελισμού» του φυσικού αερίου η οποία αναπτύσσεται εντός της Ε.Ε., θεωρείται απαραίτητη η «είσοδος» στο project και του υδρογόνου, έτσι ώστε αυτό να καταστεί επιλέξιμο για χρηματοδότηση από τα θεσμικά πιστωτικά ιδρύματα, όπως η ΕΤΕπ.
Στο πλαίσιο αυτό, εξετάζεται η δυνατότητα αφενός χρήσης της υποδομής για την αποθήκευση υδρογόνου ή την ανάμειξη του με φυσικό αέριο, αφετέρου η πιθανή εγκατάσταση τεχνολογιών αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα.
Σε κάθε περίπτωση αποτελεί μια από τις πλέον σοβαρές ενεργειακές αποκρατικοποιήσεις για την οποία άλλωστε έχουν επιστρατευθεί από το ΤΑΙΠΕΔ επτά διαφορετικοί σύμβουλοι και συγκεκριμένα οι PwC Business Solutions S.A.(χρηματοοικονομικός σύμβουλος), η Δικηγορική Εταιρεία Ρόκα (νομικός), οι DNV GL Hellas, SGS Greece και Schlumberger Logelco (τεχνικοί) και η Frontier Economics (τεχνο-οικονομικός).