Η περιβαλλοντική κρίση με τα ακραία καιρικά φαινόμενα που επιφέρουν σοβαρές επιπτώσεις στις καλλιέργειες διαταράσσοντας την εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων, οι υψηλές τιμές των προϊόντων, η εξάρτηση από τις εισαγωγές, οι κυβερνητικές παρεμβάσεις εντείνουν την επισιτιστική ανασφάλεια σε όλη την υποσαχάρια Αφρική.
Από την μία η παρατεταμένη περίοδος ξηρασίας σε Αιθιοπία και Κένυα και από την άλλη οι σφοδρές βροχοπτώσεις και πλημμύρες που έπληξαν το Τσαντ τα περασμένη έτη προκαλώντας πρωτοφανείς καταστροφές, έχουν οδηγήσει ολόκληρες κοινότητες να δίνουν μάχη για επιβίωση.
Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο οι περισσότεροι κάτοικοι της υποσαχάριας Αφρικής ζουν σε αγροτικές, γεωργικές και αλιευτικές κοινότητες που δε μπορούν να σηκώσουν το βάρος υποδομών για την προστασία τους από δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Για παράδειγμα, εξαρτώνται από τη βροχή για να ποτίσουν τις καλλιέργειές τους, ενώ λιγότερο από το 1% της καλλιεργήσιμης γης είναι εξοπλισμένο με σύστημα άρδευσης.
Με αποτέλεσμα, όπως αναφέρει η μη κυβερνητική οργάνωση OXFAM, πολλές να είναι οι καλλιέργειες που έχουν αποτύχει κι εκατομμύρια τα ζώα που είτε κυκλοφορούν αποστεωμένα ή έχουν χάσει τη ζωή τους. Περισσότεροι από 13 εκατ. άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί αναζητώντας νερό και διαθέσιμες γεωργικές εκτάσεις, ενώ εκατομμύρια άλλοι έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τις εστίες τους εξαιτίας των συγκρούσεων.
Σε Αιθιοπία, Σομαλία, Κένυα και Νότιο Σουδάν πάνω από 44 εκατ. άνθρωποι χρειάζονται ανθρωπιστική βοήθεια και πάνω από 28 εκατ. άνθρωποι αντιμετωπίζουν πρόβλημα υποσιτισμού.
Συνολικά, εκτιμάται πως στην υποσαχάρια Αφρική σχεδόν 114 εκατ. άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε βασικά αγαθά, κατάσταση για την οποία δε διαφαίνεται πιθανότητα βελτίωσης.
Τουλάχιστον αυτό προκύπτει από τη νέα μελέτη «Ο κοινωνικοοικονομικός αντίκτυπος της Κλιματικής Αλλαγής στις αναπτυσσόμενες χώρες τις επόμενες δεκαετίες» του Κέντρου για την Παγκόσμια Ανάπτυξη (CGD).
Όπως αναφέρει η έρευνα, με επιπλέον 2-3 βαθμούς στην παγκόσμια θερμοκρασία η κατά κεφαλήν παραγωγή το 2100 θα είναι 15-25% χαμηλότερη από ό,τι χωρίς κλιματική αλλαγή.
Προβλέπεται, λοιπόν, ότι ο αναπτυσσόμενος κόσμος θα επωμιστεί τις μεγαλύτερες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και της υπερθέρμανσης του πλανήτη και εικάζεται ότι ο αντίκτυπος θα είναι μεγαλύτερος στην Αφρική από οπουδήποτε αλλού.
Εκτιμάται, μάλιστα, ότι ήδη η κλιματική αλλαγή ενδέχεται να έχει μειώσει τη συνολική παραγωγικότητα των γεωργικών συντελεστών κατά 40% ή ακόμα περισσότερο συγκριτικά με το σενάριο χωρίς περιβαλλοντική κρίση σε αυτές τις χώρες.
Όπως επισημαίνει η μελέτη, αυτός είναι ένας από τους λόγους για τον οποίο οι αποδόσεις στην καλλιέργεια δημητριακών στο Νίγηρα είναι χαμηλότερες από αυτές της δεκαετίας του 1960. Επιπλέον, υπολογίζεται ότι η γεωργική παραγωγή της Αιθιοπίας τα επόμενα χρόνια θα μειωθεί κατά 1/3 εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
«Ενώ η σοβαρή μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι πιθανό να αρχίσει τις επόμενες δύο δεκαετίες στην περιοχή της δυτικής Αφρικής, η ανατολική Αφρική είναι πιθανό να βιώσει τις χειρότερες οικονομικές απώλειες έπειτα από 40 χρόνια», αναφέρει η έκθεση του Φίλιπ Κόφι Αντόμ από το πανεπιστήμιο Witwatersrand της Νότιας Αφρικής.
Ανάμεσα στις χώρες που αναμένεται να πληγούν περισσότερο από την κλιματική αλλαγή έως το 2100 είναι το Τόγκο, η Γκάνα, η Μπουρκίνα Φάσο, η Νιγηρία και η Ακτή Ελεφαντοστού, καθώς και το Μαλάουι, ο Μαυρίκιος, η Κένυα κι η Μοζαμβίκη στην ανατολική Αφρική.
Συγκεκριμένα, η κλιματική αλλαγή αναμένεται να επηρεάσει την παραγωγικότητα της γεωργικής γης και της εργασίας, καθώς και την επισιτιστική ασφάλεια για αρκετές δεκαετίες, ακόμη και αν εφαρμοστούν τώρα μέτρα περιορισμού της.
Η μείωση της γεωργικής παραγωγής στην υποσαχάρια Αφρική (εκτός της Νότιας Αφρικής) προβλέπεται να είναι της τάξης του 2,9% το 2030 και γύρω στο 6,8% το 2050. Μπορεί, λοιπόν, ο αντίκτυπος να είναι μέτριος την επόμενη δεκαετία αλλά μετά το πέρας αυτής αναμένονται σοβαρές συνέπειες.
Επιπλέον, αυτή θα επιφέρει αύξηση των τιμών στην παγκόσμια αγορά, ιδίως για δημητριακά, ζάχαρη, σιτάρι.
Περίπου 200 εκατ. άνθρωποι θα κινδυνεύσουν από υποσιτισμό, ενώ τα επίπεδα φτώχειας πρόκειται να επιδεινωθούν στο μέλλον με απώλεια εσόδων από τις καλλιέργειες κατά περίπου 30% και αύξηση της φτώχειας κατά 20-30%, σε σύγκριση με το σενάριο της μη κλιματικής αλλαγής.
Όλα αυτά καθιστούν σαφές ότι αποτελεί προτεραιότητα η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής ώστε να αποτραπούν τα κοινωνικοοικονομικά προβλήματα στις αναπτυσσόμενες χώρες και ιδίως στην Αφρική.
Photo: Pexels
Διαβάστε ακόμη
Όλα τα σενάρια για τον ανασχηματισμό στον ΣΥΡΙΖΑ
Η επιδημία του ‘’Tech Neck’’: Οι ενοχλήσεις στον αυχένα από τη χρήση του τηλεφώνου
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ