Οι νομάδες ξυπνούν μόλις ανατείλει ο ήλιος, γύρω στις 4:00 τα ξημερώματα. Οι γυναίκες ανάβουν τη φωτιά, ζεσταίνουν το γκερ, την παραδοσιακή σκηνή, για να το βρουν ζεστό τα παιδιά όταν ξυπνήσουν και ετοιμάζουν το πρωινό. Αφού πιούν όλοι μαζί τσάι με γάλα με διαυγασμένο βούτυρο και φάνε τα μογγολικά μπισκότα μποορτσόγκ, φορούν τα βαριά ρούχα τους για να αντέξουν στους -30 βαθμούς Κελσίου και ξεκινούν με τη φροντίδα των ζώων: Τα ταΐζουν, αρμέγουν τις αγελάδες και οδηγούν τις πολύτιμες για το μαλλί τους κατσίκες στα βοσκοτόπια… Κάπως έτσι περιγράφει στον Guardian τη ζωή των νομάδων βοσκών στην Μογγολία η Ογιούνα Τσερεντόρι, ιδρύτρια της ομώνυμης εταιρίας κασμιρένιων ρούχων.
Η ιστορία του κασμίρ στη Μογγολία ακολουθεί το νομαδικό παρελθόν της χώρας. Οι περίπου 200.000 Μογγόλοι νομάδες εκτρέφουν κατσίκες κασμίρ για το μαλλί τους εδώ και 1.000 χρόνια. Το μαλακό τους τρίχωμα δεν προδίδει τον σκληροτράχηλο χαρακτήρα τους. Αντέχουν σε θερμοκρασίες ακόμα και -40° βαθμών Κελσίου και παράγουν ένα λεπτό, μαλακό μαλλί, ιδιαίτερα ζεστό, ιδανικό για το τραχύ κρύο της περιοχής.
Το κασμίρ στη Δύση είναι συνώνυμο κομψότητας και ευμάρειας. Το αγαπούν για την αντοχή, την απαράμιλλη απαλότητά του, τη ζεστασιά που παρέχει και την αίσθηση πολυτέλειας, με αποτέλεσμα να ζητείται ολοένα περισσότερο από οίκους μόδας.
Εντούτοις, η ζήτηση στην παγκόσμια αγορά για φθηνότερο κασμίρ έχει οδηγήσει στον υπερπληθυσμό των αιγών, οι οποίες υπολογίζονται στα 27 εκατ. ξεπερνώντας σημαντικά τους 3.447.157 κατοίκους της Μογγολίας, τον δεύτερο μεγαλύτερο παραγωγό κασμίρ στον κόσμο με 10.000 τόνους το 2021 (πρώτη σε παραγωγή είναι η Κίνα).
Έτσι, μπορεί εσείς να φοράτε την αγαπημένη κασμιρένια ζακέτα της γιαγιάς σας και να νιώθετε σαν να βρίσκεστε στη ζεστή αγκαλιά της, όμως, πλέον ένα κασμιρένιο πουλόβερ δε μοιάζει απαγορευτικό -τουλάχιστον για κάποιους- καθώς το κόστος του κυμαίνεται από 75 μέχρι 1.980 ευρώ.
Ποιες οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις
Η μείωση των τιμών, ωστόσο, συνδέεται με την εντατική εκτροφή των αιγών για την «ίνα από διαμάντι» που απειλεί τη μογγολική στέπα, η οποία έχει ήδη έχει πληγεί από την κλιματική αλλαγή, τη διάβρωση του εδάφους και την ξηρασία σε λίμνες και ποταμούς. Σύμφωνα, μάλιστα, με μελέτες περίπου το 70% της απογύμνωσης των μογγολικών εκτάσεων αποδίδεται στην εντατική βόσκηση, αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι για τη δημιουργία ενός κασμιρένιου πουλόβερ χρειάζεται η ίνα από 4-8 κατσίκες.
Περισσότερα από 3,20 δισ. δολάρια ήταν το μερίδιο της αγοράς ενδυμάτων από κασμίρ το 2022, το οποίο αναμένεται να ανέλθει στα 4,44 δισ. δολάρια έως το 2030, παρότι αρκετοί από τους κτηνοτρόφους ζουν σε συνθήκες φτώχιας γεγονός που εγείρει και ηθικά ζητήματα. Η βιομηχανία κασμίρ, όμως, έχει ολοένα βαρύτερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα με δημοσιεύματα να κάνουν λόγο για πλέον «μη βιώσιμη ζήτηση». Με τις κατσίκες να αποτελούν το 60% των κτηνοτροφικών ζώων της χώρας, η υπερβόσκηση ιδίως της Ερήμου Γκόμπι αποτελεί την κυριότερη απειλή για το τοπικό οικοσύστημα, καθώς συμβάλλει στην πρόκληση του φαινομένου «ντζαντ», όπως λέγεται δηλαδή ο ασυνήθιστος για τα δεδομένα ψυχρός χειμώνας που ακολουθείται από ακραία ξηρασία. Το «ντζαντ» έχει ως συνέπεια το θάνατο πολλών ζώων εξαιτίας της έλλειψης τροφής και νερού.
Επιπλέον, οι κατσίκες που βόσκουν αλλοιώνουν το έδαφος με τις οπλές τους προκαλώντας περαιτέρω διάβρωση, ενώ τείνουν να τρώνε τη βλάστηση που αφήνουν άλλα μηρυκαστικά, η οποία θα μπορούσε να λειτουργήσει ως προστατευτική εδαφοκάλυψη και συχνά ξεριζώνουν φυτά. Η αύξηση του πληθυσμού τους έχει αρνητικό αντίκτυπο και στην άγρια ζωή της Ινδίας και του Θιβέτ, καθώς επηρεάζονται ευάλωτα ή απειλούμενα είδη όπως η αντιλόπη σάιγκα και τσίρου, η βακτριανή καμήλα, η λεοπάρδαλη του χιονιού, ο άγριος γάιδαρος κουλάν και το άγριο γιακ. Οι περισσότερες κατσίκες εκτοπίζουν αυτά τα θηλαστικά μειώνοντας τις πηγές τροφής τους και καταλαμβάνοντας τις περιοχές διαβίωσής τους.
Προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό της βιομηχανίας κασμίρ
Η βιομηχανία κασμίρ της Μογγολίας άρχισε να απογειώνεται στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν το εμπόριο με την Κίνα και τη Ρωσία αύξησε τη ζήτησή του. Το εμπόριο κασμίρ επέτρεψε στους Μογγόλους νομάδες να συμπληρώσουν το εισόδημά τους και το μαλλί αποτέλεσε σημαντικό μέρος της οικονομίας της χώρας. Ωστόσο, η βιομηχανία ήταν σε μεγάλο βαθμό ανεξέλεγκτη, χωρίς ποιοτικό έλεγχο, με πολλούς εμπόρους να αγοράζουν κασμίρ χαμηλής ποιότητας σε χαμηλές τιμές.
Στα μέσα του 20ου αιώνα, η κυβέρνηση της Μογγολίας έλαβε μέτρα για τη ρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό της βιομηχανίας κασμίρ. Δημιούργησε συνεταιρισμούς για να βοηθήσει τους νομάδες να οργανώσουν και να πουλήσουν το κασμίρ τους και καθιέρωσε πρότυπα ποιότητας για να διασφαλίσει ότι θα εξάγονται μόνο ίνες υψηλής ποιότητας. Τα μέτρα αυτά οδήγησαν σε σημαντική άνοδο της αξίας του μογγολικού κασμίρ και η βιομηχανία άρχισε να ακμάζει.
Παρά την επιτυχία η παραγωγή κασμίρ αντιμετωπίζει δυσκολίες. Η κλιματική αλλαγή οδηγεί σε συχνότερα ακραία φαινόμενα που μπορούν να πλήξουν τα ζώα και να επηρεάσουν την παραγωγή. Η κυβέρνηση της χώρας εργάζεται για να προωθήσει βιώσιμες πρακτικές και να αυξήσει την τοπική παραγωγή και επεξεργασία του κασμίρ. Προσπάθειες καταβάλλονται για την προώθηση της αξίας του μογγολικού κασμίρ στη διεθνή αγορά και την ανάπτυξη νέων προϊόντων και αγορών.
Πώς συλλέγεται το κασμίρ
Για την παραγωγή του κασμίρ χρησιμοποιείται μόνο το μαλακό, λεπτό υπόστρωμα του τριχώματος της κατσίκας, καθώς το ανώτερο στρώμα είναι αρκετά σκληρό και δεν είναι κατάλληλο για τη δημιουργία ενδυμάτων. Το υπόστρωμα συλλέγεται είτε φυσικά, όταν οι κατσίκες χάσουν το τρίχωμά τους, είτε με το παραδοσιακό χτένισμα, το οποίο θεωρείται λιγότερο επώδυνο για το ζώο από την αντίστοιχη μηχανική διαδικασία. Βέβαια, οργανώσεις για τα δικαιώματα των ζώων όπως η PETA καταγγέλλουν βάρβαρη σκληρότητα με τις κατσίκες να υποφέρουν κατά τη διάρκεια του χτενίσματος, να τραυματίζονται σοβαρά, να αιμορραγούν και κάποιες από αυτές να χάνουν τη ζωή τους. Όσες, δε, θεωρούνται «άχρηστες» από τους βοσκούς καταλήγουν στο σφαγείο. Οι καταγγελίες αυτές οδήγησαν αρκετές εταιρίες πώλησης ενδυμάτων να εγκαταλείψουν το κασμίρ. Οι βοσκοί επιμένουν πως το χτένισμα δεν προκαλεί στρες στα ζώα, αντιθέτως υποστηρίζουν ότι είναι ένα ευεργετικό μασάζ που αφήνει ανέπαφο το ανώτερο στρώμα του τριχώματος. Αφού, λοιπόν, η ίνα συλλεχθεί συνήθως κατά τον Μάρτιο-Απρίλιο, πλένεται και ακολουθεί η διαλογή της. Στη συνέχεια διαχωρίζεται σύμφωνα με το πάχος και την ποιότητά της και τον χρωματισμό της -λευκό, μπεζ, γκρίζο και καφέ είναι τα τέσσερα φυσικά χρώμα του μογγολικού κασμίρ. Μετά το στάδιο αυτό μέρος τους κασμίρ βάφεται και στεγνώνει. Το τελευταίο και πιο σημαντικό βήμα είναι η ύφανση είτε αυτόματα, είτε με τον παραδοσιακό χειροποίητο τρόπο.
Οικογενειακή παράδοση
Εδώ και 30 χρόνια η οικογένεια της Αριουντούγια και του Ναρανγκερέλ ασχολείται με την εκτροφή κατσίκας. Όλα τα μέλη, ακόμα και τα παιδιά, φροντίζουν τα ζώα. «Όταν τα παιδιά επιστρέφουν το Σαββατοκύριακο στο σπίτι από το σχολείο μας βοηθούν σημαντικά, γιατί κατά τη διάρκεια της εβδομάδας είμαστε πάρα πολύ απασχολημένοι και δεν έχουμε βοήθεια», αναφέρει η Αριουντούγια σε κείμενο που δημοσιεύει το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για την Ανάπτυξη (UNDP). Αυτό που παρατηρεί το ζεύγος είναι η δύσκολη πρόβλεψη των καιρικών μεταβολών. Οι χειμώνες είναι θερμότεροι και η Άνοιξη ψυχρότερη με τη νέα βλάστηση που είναι απαραίτητη για τη διατροφή των ζώων να καθυστερεί να αναπτυχθεί. Ο συνδυασμός αυτός είναι εκρηκτικός καθώς σημαίνει απώλειες στα ζώα. Παρά τις προκλήσεις, η οικογένεια της Αριουντούγια ελπίζει ότι η παράδοση θα συνεχιστεί και στις επόμενες γενιές. «Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω βοσκός όπως ο πατέρας μου», λέει ο μικρότερος γιος της οικογένειας με τον Ναρανγκερέλ να του χαϊδεύει στοργικά το κεφάλι, συμπληρώνοντας: «Χαίρομαι που θέλει να ακολουθήσει την κτηνοτροφική παράδοσή μας. Όμως, θέλω να διασφαλίσω ότι θα λάβει δευτεροβάθμια εκπαίδευση πριν γίνει βοσκός».
Διαβάστε ακόμη
Ενεργοποιείται η μεγάλη δωρεά του Νιάρχος για το κτίσιμο τριών νοσοκομείων (pics)
Ενοίκια: Σχέδια για αλλαγή στην κλίμακα φορολόγησης
Δορυφορικοί σταθμοί της Inmarsat στην Ελλάδα (pic)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ