Μια πόλη περίπου 80.000 κατοικιών θα πρέπει να αναβαθμίζει η Ελλάδα σε ετήσια βάση έως το 2030 για να περιορίσει το ενεργειακό αποτύπωμα των κτιρίων που ευθύνονται για το 36% των αερίων του θερμοκηπίου αλλά και για το 40% της κατανάλωσης ενέργειας. Οι επενδύσεις που απαιτούν ο οικιακός και ο κτιριακός τομέας τα επόμενα χρόνια για να επιτευχθούν οι κλιματικοί στόχοι και οι στόχοι της ενεργειακής μετάβασης θα φτάσουν, σύμφωνα με το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), το αστρονομικό ποσό των περίπου 50 δισ. ευρώ από ιδιώτες και Δημόσιο.
Η αγορά ακριβότερων αλλά λιγότερο ενεργοβόρων συσκευών, όπως αντλίες θερμότητας, και η αντικατάσταση του παλιού οικιακού εξοπλισμού με νέο, πιο αποδοτικό, εκτιμάται ότι θα κινητοποιήσουν κοντά στα 42,4 δισ. ευρώ, στα οποία προστίθενται επιπλέον 6 δισ. για τις ενεργειακές αναβαθμίσεις κτιρίων (εσωτερικές, εξωτερικές μονώσεις κ.λπ.).
Στον σχεδιασμό αυτόν το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας δίνει μεγάλη έμφαση στα ευάλωτα νοικοκυριά και στη χαλάρωση των κριτηρίων ένταξης, στις υπόλοιπες κατηγορίες δικαιούχων, στρατηγική την οποία το ΥΠΕΝ έχει χαράξει και στο νέο «Εξοικονομώ 2024», που αναμένεται να βγει στον αέρα από το β’ εξάμηνο του 2024, με πόρους που υπολογίζεται να προσεγγίσουν τα 900 εκατ.
Στόχος του υπουργείου είναι μια διαφορετική αρχιτεκτονική στο νέο «Εξοικονομώ», η οποία θα αντιμετωπίζει τις παθογένειες των προηγούμενων προγραμμάτων, με στόχο την καλύτερη απορρόφηση των πόρων. «Το σίγουρο είναι ότι θέλουμε ένα ξεχωριστό πρόγραμμα για τα ευάλωτα νοικοκυριά, τα οποία από το ΥΠΕΝ θα έχουν ειδική μεταχείριση», αναφέρει αρμόδια κυβερνητική πηγή. Οπως σημειώνει όμως, φεύγοντας από τα ευάλωτα νοικοκυριά το πρόγραμμα θα είναι πιο ανοικτό και στις άλλες κατηγορίες πολιτών, με στόχο να είναι και πιο αποτελεσματικό. «Τα εισοδηματικά κριτήρια είναι ένα μάλλον προβληματικό θέμα, καθώς αποκλείουν από το “Εξοικονομώ” άλλες κοινωνικές ομάδες τη στιγμή που ο στόχος της Πολιτείας εδώ δεν είναι η κοινωνική πολιτική αλλά η υλοποίηση της ενεργειακής πολιτικής. Είναι σαν να πυροβολούμε τα πόδια μας», επισημαίνει. Η απαλλαγή του κτιριακού τομέα από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και την κατανάλωση ενέργειας έως το 2030 και η επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050 είναι οι δύο βασικοί στόχοι της αναθεώρησης της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, η οποία συμφωνήθηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον Δεκέμβριο. Οι κατευθύνσεις αυτές δίνουν αρκετό χώρο στις αντλίες θερμότητας σε βάρος των καυστήρων πετρελαίου και φυσικού αερίου, αρχής γενομένης από το 2025 έως και το 2040, κάτι που αναμένεται να ενστερνιστεί και το νέο «Εξοικονομώ». Βάσει των νέων κανόνων της Ε.Ε., η πλειονότητα των κτιρίων με τις χειρότερες επιδόσεις βάσει ενεργειακής κλίμακας θα ανακαινιστεί, ενώ θα βελτιωθεί και η ενεργειακή απόδοση. Τα νέα κτίρια θα πρέπει να καταγράφουν μηδενικές εκπομπές από το 2030, ενώ όσα χρησιμοποιούνται από δημόσιες αρχές ή ανήκουν σε αυτές πρέπει να είναι μηδενικών εκπομπών από το 2028.
Πρόκειται για πολύ φιλόδοξους στόχους για τους οποίους η Ελλάδα εξέφρασε πρόσφατα στο Συμβούλιο Υπουργών της Ε.Ε. για πρώτη φορά τις επιφυλάξεις της σχετικά με την υλοποίησή τους. Ο γενικός γραμματέας Περιβάλλοντος Πέτρος Βαρελίδης διαχώρισε τη θέση της χώρας μας από τον στόχο της Ε.Ε. για μείωση κατά 90% των εκπομπών ρύπων το 2040. Στο ίδιο ύφος κινήθηκε και ο γενικός γραμματέας Ενέργειας Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης, ο οποίος δήλωσε τις προηγούμενες μέρες ότι η Ελλάδα έχει τις αντιρρήσεις της για τους στόχους των εκπομπών, αφήνοντας να εννοηθεί ότι είναι ανέφικτοι και επεσήμανε ότι η πράσινη συμφωνία θα πρέπει να υλοποιηθεί σε λελογισμένα πλαίσια έτσι ώστε να μη χάσει τη λαϊκή αποδοχή. Πάντως, από τους φιλόδοξους στόχους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν ξεφεύγει ούτε το Εθνικό Σχέδιο που προβλέπει εξωπραγματικές επενδύσεις για την ενεργειακή αναβάθμιση. Σύμφωνα με το νέο ΕΣΕΚ, το 17% των κατοικιών αναμένεται να καλύπτουν τις θερμικές ανάγκες με αντλίες θερμότητας αέρα-νερού το 2030, ποσοστό που το 2050 προβλέπεται να εκτιναχτεί σε 91%. Είναι χαρακτηριστικό ότι από 351.000 κατοικίες με αντλίες θερμότητας το 2021, το 2025 θα φτάσουμε τις 519.000 και τις 856.000 το 2050. Καταλυτικό ρόλο στη διάχυση των συστημάτων αυτών στην αγορά θα αποτελέσει η προώθηση των ΑΠΕ (προγράμματα εγκατάστασης φωτοβολταϊκών συστημάτων, αποθήκευσης, αυτοπαραγωγή κ.ά.).
Εκτίναξη του κόστους
«Τα σπίτια μας είναι παλιά και χρειάζονται ανακατασκευή για να πιάσουν τους νέους στόχους της απανθρακοποίησης, αλλά και γιατί οι συνθήκες και η εποχή επιτάσσουν την αλλαγή χρήσης», ανάφερε τις προηγούμενες μέρες ο κ. Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, παρουσιάζοντας τις τάσεις και τις προοπτικές του τομέα των κατασκευών. Οπως δήλωσε, οι παρεμβάσεις αυτές επιβάλλονται τόσο από την εξέλιξη του Δημογραφικού όσο και από τις αλλαγές που έρχονται στον τομέα της κατοικίας στα αστικά κέντρα που προσελκύουν τον τουρισμό και οδηγούν σε ανάγκες για μικρότερα διαμερίσματα.
Ωστόσο, υπάρχει μια παράμετρος που δείχνει να επηρεάζει τις πολιτικές των μέτρων ενεργειακής αναβάθμισης. Από τις αρχές του 2020 το κόστος αυξάνεται με θεαματικό τρόπο, μεταβολή που οφείλεται κυρίως στις αυξήσεις του κόστους υλικών, αρχικά λόγω προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού διεθνώς και ακολούθως ως αποτέλεσμα της ενεργειακής κρίσης, η οποία οδήγησε σε κατακόρυφη αύξηση των τιμών αρκετών πρώτων υλών και δομικών προϊόντων. Στο πρόσφατο παρελθόν οι ανατιμήσεις των υλικών έβαλαν φρένο στο «Εξοικονομώ» και οδήγησαν στην εγκατάλειψη του προγράμματος. Επομένως είναι μια παράμετρος που πρέπει να συνυπολογιστεί στο πλάνο των δράσεων μαζί με τις μεγάλες επενδύσεις που θα πρέπει να γίνουν στα ενεργοβόρα και γηρασμένα κτίρια, καθώς οι ευρωπαϊκοί πόροι των επιδοτήσεων δεν είναι ανεξάντλητοι.
Τα μεγέθη αυτών των δαπανών είναι δυσθεώρητα γι’ αυτό και κρίνεται αναγκαίο να τροποποιηθεί το πλαίσιο λειτουργίας των υφιστάμενων προγραμμάτων ενεργειακής αναβάθμισης, με στόχο την αύξηση των δυνητικά ωφελούμενων, την προώθηση των αποδοτικότερων από πλευράς κόστους και αποτελέσματος παρεμβάσεων, την πιο ενεργή συμμετοχή των εγχώριων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στη χρηματοδότηση των απαιτούμενων παρεμβάσεων αλλά και τη διεύρυνση των φοροαπαλλαγών ως επιπλέον κινήτρων για τις παρεμβάσεις. Παράλληλα, θα διευκολυνθεί και η πρόσβαση των επιχειρήσεων στην απαιτούμενη χρηματοδότηση μέσω της παροχής τόσο δανείων με ευνοϊκούς όρους, όσο και εγγυοδοσίας, ενώ θα προωθηθούν για επιχειρήσεις αλλά και νοικοκυριά εναλλακτικοί μηχανισμοί χρηματοδότησης, όπως είναι οι Συμβάσεις Ενεργειακής Απόδοσης, βάζοντας στο παιχνίδι και τις εξειδικευμένες εταιρείες ενεργειακών υπηρεσιών (Energy Services .Companies – ESCO) που έχουν τη δυνατότητα να χρηματοδοτούν ανάλογες δράσεις.
Σύμφωνα με τους στόχους ΕΣΕΚ, σε ετήσια βάση θα πρέπει να αναβαθμίζονται 79.000 κατοικίες, οδηγώντας στην ανακαίνιση του 19% των κτιρίων το 2030, ρυθμός που προβλέπεται να αυξηθεί και να φτάσει το 43% το 2050. Αντίστοιχη εικόνα παρουσιάζει και ο τριτογενής τομέας (υπηρεσίες), όπου ο ρυθμός ανακαίνισης θα αυξάνεται σε ετήσια βάση και θα διπλασιαστεί έως το 2030.
Μέχρι σήμερα, στον τομέα των κατοικιών τα προγράμματα ενεργειακής αναβάθμισης αύξησαν κατά 67% το ποσοστό των ενεργειακά αναβαθμισμένων κατοικιών σε σχέση με το 2019. Ο εγκεκριμένος αριθμός αιτήσεων το 2022 ήταν 95.000, όμως οι ολοκληρωμένες παρεμβάσεις σε κτίρια κατοικιών ανήλθαν σε 86.545 πέρυσι. Υπολογίζεται ότι τα προγράμματα για ανακαίνιση κατοικιών την τριετία 2020-2022 παρείχαν τη δυνατότητα κάλυψης παρεμβάσεων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης για 126.000 δυνητικούς ωφελούμενους. Ο συνολικός προϋπολογισμός του προγράμματος με τη μόχλευση κεφαλαίων μόνο για το έτος 2021 ανέρχεται σε 2 δισ. ευρώ και σε σχεδόν 3 δισ. μαζί με τον προϋπολογισμό για το πρόγραμμα του έτους 2023.
Διαβάστε ακόμη
Σπάει τα κοντέρ ο πληθωρισμός στην Τουρκία – Αγγίζει το 70%
Αποκαλυπτικά στοιχεία του ΟΟΣΑ: Τα 4 στα 10 ευρώ του μισθού μας πάνε σε φόρους και εισφορές
Nammos Hotel Μykonos: Η νέα μεγάλη άφιξη στο νησί των ανέμων (pics)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ