© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Το 20% της κατανάλωσης ενέργειας σε ένα ελληνικό νοικοκυριό προέρχεται από τον ηλεκτρικό θερμοσίφωνα, παρά το γεγονός ότι η κάθε κιλοβατώρα ζεστού νερού που παράγεται από τον ήλιο κοστίζει περίπου 0,03 ευρώ!
Η αντίστοιχη ηλεκτρική κιλοβατώρα χωρίς την επιδότηση των λογαριασμών υπολογίζεται σε πάνω από 0,60 λεπτά, ανάλογα με τις διακυμάνσεις των τιμών και λίγο κάτω από 0,20 λεπτά με την επιδότηση, με την τιμή της ηλιακής ενέργειας να είναι εγγυημένη εφ’ όρου ζωής. Και όμως αυτή την πρόνοια της φύσης που πρόσφερε γενναιόδωρα στη χώρα μας το ήπιο κλίμα και το άπλετο φως, έως σήμερα μόνο 3 στους 10 Ελληνες απολαμβάνουν.
Υπάρχουν χώρες όπως η Κύπρος και το Ισραήλ που η χρήση του ηλιακού φτάνει στο 90%, έναν στόχο που η ελληνική βιομηχανία θερμικών ηλιακών συστημάτων εκτιμά ότι μπορεί -με τις κατάλληλες προϋποθέσεις- να πιάσει η Ελλάδα το 2030.
Πρόκειται για περίπου 1 εκατομμύριο ηλιακούς θερμοσίφωνες που είναι εγκατεστημένοι στα ελληνικά σπίτια και ένα ελάχιστο ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που θερμαίνεται ή δροσίζεται από τη θερμική ηλιακή ενέργεια. Ενα ποσοστό όμως που είναι ακόμη πολύ μικρό, καθώς το κόστος των ηλιακών εγκαταστάσεων ελλείψει επιδοτήσεων και άλλων κινήτρων παραμένει απαγορευτικό.
Υπολογίζεται, για παράδειγμα, ότι μια εγκατάσταση θερμικών ηλιακών συστημάτων κοστίζει 4.500 έως 5.000 ευρώ για ένα διαμέρισμα 100 τ.μ., με τον χρόνο απόσβεσης να κατεβαίνει πλέον στα 2,5 χρόνια, από τα 5 χρόνια που ήταν προ κρίσης. Για ένα μεγαλύτερο σπίτι το κόστος φτάνει στα 10.000 ευρώ.
Πώς ζεσταίνει ή κρυώνει ένα σπίτι από τον ήλιο
Τα θερμικά ηλιακά συστήματα μπορούν εκτός από το ζεστό νερό χρήσης να εξασφαλίσουν θέρμανση χώρων, βοηθώντας για παράδειγμα το καλοριφέρ σε ένα σπίτι ή την ψύξη, υποκαθιστώντας τα κλιματιστικά μηχανήματα. Στα μεν πρώτα εξοικονομείται πετρέλαιο και φυσικό αέριο, ενώ σε αυτά της ψύξης ηλεκτρικό ρεύμα. Οι αποθηκευτικές εγκαταστάσεις της εταιρείας Σαράντης στα Οινόφυτα χρησιμοποιούν αντίστοιχα συστήματα ψύξης από τη δεκαετία του ’90, με στελέχη του κλάδου να επισημαίνουν ότι έχει γίνει απόσβεση της επένδυσης μέσα σε πέντε χρόνια. Αντίστοιχες εγκαταστάσεις διαθέτουν βιοτεχνίες και ξενοδοχεία και σε άλλες περιοχές της χώρας. Ομως μέχρι και πριν από έναν χρόνο, το φυσικό αέριο υπήρξε πολύ φθηνό και η διάχυσή του στα ελληνικά νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις ήταν ραγδαία, ενώ όλο και περισσότεροι καταναλωτές στρέφονταν στις δυνατότητες του ήλιου μέσα από τις τεχνολογίες που παρέχουν τα φωτοβολταϊκά συστήματα (net metering).
Ο πρόεδρος της Ενωσης Βιομηχανιών Ηλιακής Ενέργειας Ευθύμιος Σπανός εξηγεί πως τα ηλιοθερμικά συστήματα υπερέχουν των φωτοβολταϊκών τόσο στο κόστος εγκατάστασης όσο και στον χώρο που καταλαμβάνουν.
Οπως αναφέρει, τα φωτοβολταϊκά παράγουν ηλεκτρική ενέργεια η οποία θα πρέπει να μετατραπεί σε θερμική. Οι ηλιακοί συλλέκτες παράγουν απευθείας θερμική ενέργεια. Επιπλέον τα φωτοβολταϊκά έχουν πολύ μεγαλύτερο κόστος καθώς εισάγονται και χρειάζονται τέσσερις φορές μεγαλύτερο χώρο απ’ ό,τι ένα ηλιοθερμικό σύστημα.
Ενα ακόμη πλεονέκτημα που διατρανώνουν οι εταιρείες του κλάδου είναι ότι τα θερμικά ηλιακά παράγονται σε ποσοστό πάνω από 80% στην Ελλάδα (εν αντιθέσει με τα ηλιακά πάνελ και τον εξοπλισμό των φωτοβολταϊκών σταθμών που εισάγονται από την Κίνα). Απασχολούν περί τους 4.000 εργαζομένους και εξάγουν το 60% έως 70% στις πέντε ηπείρους. Σύμφωνα με τον κ. Σπανό, οι ηλιακοί συλλέκτες μπορούν να εξοικονομήσουν έως δύο τόνους πετρέλαιο τον χρόνο για μία μεγάλη κατοικία και από 600 έως 800 λίτρα για ένα σπίτι 150 τ.μ. Ετσι η απόσβεση γίνεται σχετικά γρήγορα και το σύστημα συνεχίζει να δουλεύει εντελώς δωρεάν για τουλάχιστον 25 χρόνια με μηδενικό κόστος για τους ιδιοκτήτες.
Ο ίδιος αναφέρει ότι αν δεν υπήρχαν οι ηλιακοί θερμοσίφωνες να εξοικονομούν 650 εκατ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου τον χρόνο, θα έπρεπε να καίμε ορυκτά καύσιμα για να ζεστάνουμε νερό που ισοδυναμούν με τη λειτουργία τριών μονάδων τύπου Μεγαλόπολης!
Πρόβλεψη για 140 GW έως το 2030
Η περιορισμένη διείσδυση των θερμικών ηλιακών συστημάτων στην εγχώρια αγορά αντανακλά την έλλειψη κυβερνητικής στήριξης στον κλάδο αλλά και την πλήρη αδιαφορία της πολιτείας όλα τα προηγούμενα χρόνια για την αξιοποίηση των φυσικών πόρων. Με εξαίρεση το «Εξοικονομώ», το οποίο πρόσθεσε 60.000 ηλιακούς, κανένα άλλο μέτρο δεν έχει ωθήσει τα τελευταία χρόνια την ελληνική βιομηχανία θερμικών ηλιακών συστημάτων.
Παρ’ όλα αυτά η αγορά αναπτύχθηκε έντονα τη δεκαετία του ’80 ως αποτέλεσμα της τότε πετρελαϊκής κρίσης και δημιούργησε πάνω από 20 μεγάλες ελληνικές βιομηχανίες παραγωγής εξοπλισμού (και πολλές μικρότερες), με τεράστια εγχώρια προστιθέμενη αξία και με ισχυρή εξαγωγική δραστηριότητα σε ποσοστά πάνω από 60%-70%.
Σήμερα, η ενεργειακή κρίση και η ραγδαία αύξηση των τιμών των συμβατικών καυσίμων έχει αναθεωρήσει ριζικά τις πολιτικές της Ε.Ε. Η εργαλειοθήκη του REPowerEU για τη γρήγορη απεξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα και η επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης αναθερμαίνουν το ενδιαφέρον και για την ηλιακή ενέργεια.
Δεν είναι τυχαίο ότι για τα θερμικά ηλιακά η Κομισιόν προβλέπει τριπλασιασμό της εγκατεστημένης ισχύος έως το 2030, κάτι που αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 600% για τα επόμενα οκτώ χρόνια σε σχέση με σήμερα.
Ο κ. Σπανός επισημαίνει ότι η ευρωπαϊκή βιομηχανία θερμικών ηλιακών συστημάτων Solar Heat Europe προβλέπει συνολική εγκατεστημένη βάση 140 GW μέσα στο επόμενα 8 χρόνια, κάτι που προεξοφλεί τη μεγάλη ανάπτυξη του κλάδου, η οποία θα υποστηριχθεί και με ένα νέο γενναίο επενδυτικό πρόγραμμα. Πώς όμως μπορεί να γίνει αυτό το άλμα και κυρίως με ποια στρατηγική και ποια μέτρα;
Οι επαφές με Σκυλακάκη και οι επιδοτήσεις για ηλιακούς
Οι εκπρόσωποι της ελληνικής βιομηχανίας θερμικής ηλιακής ενέργειας υπογραμμίζουν ότι τα συστήματα αυτά μπορούν να έχουν τεράστια συνεισφορά στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Για τον λόγο αυτό απαιτείται δέσμη μέτρων σε πολιτικό επίπεδο που θα ενθαρρύνουν με κίνητρα τη χρήση του τεράστιου ηλιακού δυναμικού της χώρας.
Ενα από τα βασικά αιτήματα της Ενωσης Βιομηχανιών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΒΗΕ) είναι η μείωση του ΦΠΑ για τα θερμικά ηλιακά, όπως αντίστοιχα έχει εφαρμοστεί σε άλλες αγορές που έχει πέσει στο 6%.
Ωστόσο, οι δημοσιονομικοί περιορισμοί δεν επιτρέπουν την υιοθέτηση του μέτρου, το οποίο υπολογίζεται ότι θα αφαιρούσε από τα κρατικά έσοδα περίπου 40 εκατ. ευρώ ετησίως. Στο πλαίσιο των έντονων διεργασιών και διαβουλεύσεων που διεξάγονται το τελευταίο διάστημα μεταξύ του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Θεόδωρου Σκυλακάκη και της ΕΒΗΕ, γίνεται προσπάθεια ώστε να μειωθεί ο ΦΠΑ για τα θερμικά ηλιακά που εγκαθίστανται σε συστήματα θέρμανσης στις βιομηχανίες.
Επιπλέον, μελετάται και συγκεντρώνει πιθανότητες να υλοποιηθεί στη ρύθμιση για το επίδομα θέρμανσης, αυτό να χορηγείται και σε όσους καταναλώνουν ηλεκτρική ενέργεια για θέρμανση (που σήμερα δεν το δικαιούνται), υπό την προϋπόθεση ότι θα εγκαταστήσουν ηλιακό θερμοσίφωνα. Αντίστοιχα, η κυβέρνηση μέσω του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας πρόκειται πολύ σύντομα να ενεργοποιήσει ένα νέο πρόγραμμα επιδότησης ηλιακών θερμοσίφωνων, το οποίο θα χρηματοδοτήσει την αγορά σε ποσοστό της τάξης των 400 ευρώ. Σήμερα, λόγω της αυξημένης ζήτησης για ηλιακούς, το κόστος έχει φτάσει στα 1.500 ευρώ. Η αρχή θα γίνει με ένα πρόγραμμα 65 εκατ. ευρώ που θα τρέξει μέχρι τα τέλη του έτους.
Στο τραπέζι των συζητήσεων με το υπουργείο Οικονομικών έχει πέσει και ένα πρόσθετο μέτρο για την ενθάρρυνση της χρήσης εγκαταστάσεων θερμικών ηλιακών συστημάτων για τη βιομηχανία και τις επαγγελματικές χρήσεις. Η συζήτηση που έχει γίνει προβλέπει να υπάρχει μια αυξημένη φοροαπαλλαγή για τις εταιρείες που επενδύουν σε αντίστοιχα συστήματα, κατά το πρότυπο των φοροαπαλλαγών που εφαρμόζονται για τις δαπάνες έρευνας και καινοτομίας.
Διαβάστε ακόμη
Με νέο Point system θα επιλέγει η εφορία ποιους θα ελέγξει
Α. Βασιλικός: H Ελλάδα στα μεγάλα ευρωπαϊκά σαλόνια της ξενοδοχίας