Αντιμέτωπη με τις επιπτώσεις της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία βρίσκεται πλέον η εγχώρια αγορά ενέργειας, προδιαγράφοντας ένα ζοφερό περιβάλλον ανατιμήσεων το επόμενο διάστημα που αυξάνει τις απαιτήσεις κρατικής στήριξης και δημιουργεί νέες πιέσεις στους καταναλωτές.
Στις επιπτώσεις από την ουκρανική κρίση αναφέρθηκε χθες και ο Πρωθυπουργός μετά την συνάντησή του με το Ρουμάνο ομόλογό του στο Βουκουρέστι. Ο κ. Μητσοτάκης, δήλωσε ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό σε ευρωπαϊκό επίπεδο να υπάρξουν έκτακτα μέτρα στήριξης των Ευρωπαίων καταναλωτών και των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, τονίζοντας ότι όλες οι χώρες σήμερα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο επιδοτούν τους καταναλωτές για να αντιμετωπίσουν τις μεγάλες αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας.
Επισήμανε όμως ότι χρειάζεται μια ευρωπαϊκή απάντηση σε ένα πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουν όλες οι χώρες, κράτη-μέλη. «Η κάθε μια έχει τον δικό της τρόπο να το αντιμετωπίσει αλλά για όλες τις χώρες είναι ένα πρόβλημα το οποίο είναι δημοσιονομικά εξαιρετικά επώδυνο και έχω πρόθεση να θέσω το ζήτημα αυτό στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο».
Η ελληνική κυβέρνηση, στο τελευταίο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας κατέθεσε ολοκληρωμένη πρόταση για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού Ταμείου, με τη δέσμευση 100 δισ. ευρώ από τις δημοπρασίες των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Τα κεφάλαια αυτά όπως έχει δηλώσει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κώστας Σκρέκας, μπορούν να αξιοποιηθούν για τη στήριξη ευάλωτων νοικοκυριών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Σύμφωνα με πληροφορίες η πρόταση του Πρωθυπουργού θα κινηθεί στο ίδιο πλαίσιο, με την διαφορά ότι τώρα δεν έχουμε μόνο την ενεργειακή κρίση τιμών και μια ενδεχόμενη κλιμάκωση της Ουκρανικής έντασης αλλά την έναρξη της στρατιωτικής σύρραξης.
Τα δύο βασικά σενάρια για την κρίση
Όπως παραδέχτηκε χθες ο καθηγητής του ΕΜΠ και σύμβουλος του ΥΠΕΝ κ. Παντελής Κάπρος μια Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα φέρει επώδυνα μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.
Σε ειδική εκδήλωση του ΙΕΝΕ για την ενεργειακή κρίση (Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης) εκτιμήθηκε ότι οι τιμές θα επηρεαστούν προς το πάνω σε μια πολύ αρνητική στιγμή για την αγορά.
Σύμφωνα με τον κ. Κάπρο, τα δύο βασικά σενάρια μέχρι το χειμώνα του 2023 είναι να οδηγηθούμε σε τιμές μεταξύ 70 έως 80 ευρώ τη μεγαβατώρα στο φυσικό αέριο, που σημαίνει κόστος 200 ευρώ τη μεγαβατώρα για παραγωγή ηλεκτρισμού από φυσικό αέριο. Στο καλό σενάριο θα δούμε αποκλιμάκωση τιμών με το φυσικό αέριο στα 50 – 60 ευρώ τη μεγαβατώρα. Τόνισε πάντως ότι ένας πλήρης εκτροχιασμός της κατάστασης στην Ουκρανία, θα οδηγούσε σε έντονα ανοδική κούρσα τις τιμές.
Σύμφωνα με τον καθηγητή μοναδική διέξοδος στη μείωση των τιμών ώστε να μην μετακυλύεται πλήρως στον τελικό καταναλωτή η χρηματιστηριακή τιμή της ενέργειας είναι τα διμερή συμβόλαια. Ο κ. Κάπρος τόνισε χθες ότι αν καταργηθεί το πλαφόν 20% που εμποδίζει τη ΔΕΗ να προχωρήσει στα διμερή συμβόλαια οι λιανικές τιμές μπορεί να πέσουν ακόμη και στο μισό.
Tι καθορίζει τις τιμές στην Ελλάδα
Ο καθηγητής αναφέρθηκε και στις ιδιαιτερότητες της εγχώριας αγοράς λέγοντας ότι στην Ελλάδα το 100% της τιμής χονδρικής περνάει στη λιανική κάτι που δεν συμβαίνει στην Ευρώπη καθώς το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας διακινείται μέσω διμερών συμβολαίων και μόνο ένα μικρό ποσοστό διαπραγματεύεται στη χονδρεμπορική αγορά.
Αποκαλυπτικά ήταν και τα στοιχεία του ΙΕΝΕ, από τα οποία φαίνεται πώς διογκώνεται το ενεργειακό κόστος. Οι προμηθευτές ρεύματος στην Ελλάδα μετακυλίουν μέσω της ρήτρας αναπροσαρμογής όχι μόνο το αυξημένο κόστος της χονδρεμπορικής τιμής όσο και τις προσαυξήσεις που διαμορφώνουν το τελικό κόστος της ενέργειας που αγοράζουν.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι καταναλωτές πλήρωσαν κόστη για απώλειες του συστήματος στην Υψηλή Τάση 7.97 ευρώ/MWh, για εφεδρεία του συστήματος 2 ευρώ/MWh και για την αγορά εξισορρόπησης 5.50 ευρώ/MWh. Το κόστος μάλιστα για τις απώλειες δικτύου (ρευματοκλοπές), τον Νοέμβριο διαμορφώθηκε στα 35 ευρώ/MWh, από 10-12 ευρώ/MWh προ κρίσης.
Σε επίπεδο χονδρικής οι αυξήσεις στο φυσικό αέριο ξεπέρασαν το 850% το 2021, επηρεάζοντας σημαντικά και το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος, στο οποίο οι ανατιμήσεις στις χονδρεμπορικές τιμές ήταν πάνω από 300%.
Στη λιανική το μηνιαίο επιπλέον κόστος για ένα νοικοκυριό με κατανάλωση 600 kWh μόνο για το ρεύμα και όχι για το σύνολο του λογαριασμού, υπολογίζεται για τον Νοέμβριο σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020, περί τα 80 ευρώ μετά την αφαίρεση της κρατικής επιδότησης. Χωρίς την επιδότηση ο καταναλωτής θα πλήρωνε 119 ευρώ.
Τον Δεκέμβριο, με την εκτίναξη της χονδρεμπορικής τιμής από τα 229 ευρώ/MWh του Νοεμβρίου στα 235 ευρώ/MWh, το επιπλέον κόστος για την ίδια κατανάλωση ρεύματος φτάνει στα 100 ευρώ μετά την επιδότηση.
Χθες πάντως στην μεταμνημονιακή έκθεση που εξέδωσε η Κομισιόν αναφέρεται ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει να επιδοτεί το ρεύμα και να καλύπτει το 50% των αυξήσεων στην ηλεκτρική ενέργεια για το πρώτο τρίμηνο του 2022 και το 30% των αυξήσεων για το δεύτερο τρίμηνο.
Διαβάστε ακόμη
Aramco: Mega deal 15,5 δισ. δολ. με BlackRock για τους αγωγούς φυσικού αερίου