Μια σημαντική μελέτη του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης επισημαίνει ότι αν δεν υπήρχαν τα αιολικά πάρκα, τα φωτοβολταϊκά, και οι άλλες ΑΠΕ, τότε η μέση τιμή του ρεύματος στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας κατά τον περασμένο Δεκέμβριο θα ήταν 319,18 ευρώ/MWh, από 235 ευρώ/MWh που διαμορφώθηκε στην πραγματικότητα. Δηλαδή, η πράσινη ηλεκτροπαραγωγή «ψαλίδισε» την τιμή στην αγορά κατά 83,8 ευρώ/MWh ή κατά 35%.
Αυτό σύμφωνα με την ΕΛΕΤΑΕΝ οφείλεται στο γεγονός ότι ο άνεμος και ο ήλιος είναι δωρεάν και κατά συνέπεια η λειτουργία των σταθμών ΑΠΕ οδηγεί στο σταμάτημα των ακριβότερων θερμικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής.
Αν δεν υπήρχαν τα έργα πράσινης ανάπτυξης αυτοί οι σταθμοί θα έπρεπε να λειτουργήσουν για να καλύψουν τη ζήτηση ρεύματος, και το τελικό κόστος θα ήταν πολύ υψηλότερο για τους καταναλωτές.
Το πλεόνασμα των ΑΠΕ
Το οικονομικό όφελος που προσφέρουν οι ΑΠΕ δεν περιορίζεται μόνο στη σημαντική αυτή μείωση της τιμής στην αγορά ενέργειας κατά 83,8 ευρώ/MWh: Το συνολικό κόστος παραγωγής από τα αιολικά πάρκα που πληρώνει ο καταναλωτής είναι πολύ χαμηλότερο από το κόστος που πληρώνει λόγω της εκτόξευσης της τιμής των ορυκτών καυσίμων.
Έτσι δημιουργείται ένα σημαντικό οικονομικό πλεόνασμα χάρη στη διαφορά της χαμηλής και σταθερής αμοιβής των αιολικών πάρκων στην Ελλάδα και της υψηλής – λόγω εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα – τιμής της αγοράς (παρόλο που αυτή είναι ήδη μειωμένη λόγω και πάλι των αιολικών πάρκων).
Ειδικά τα νέα αιολικά πάρκα παράγουν ρεύμα 3-4 φορές πιο φθηνά από το φυσικό αέριο και 2-3 φορές πιο φθηνά από το λιγνίτη.
Έτσι, τα αιολικά πάρκα ωφελούν διπλά τον καταναλωτή καθώς μειώνουν τη συνολική τιμή της ενέργειας στην αγορά (κατά 35% το Δεκέμβριο) με αποτέλεσμα ο καταναλωτής να πληρώνει συνολικά λιγότερα χρήματα για το ρεύμα του. Επιπλέον, επιδοτούν τους λογαριασμούς ρεύματος.
Η διαφορά που δημιουργείται χάρη στη φθηνή παραγωγή ενέργειας από τα αιολικά πάρκα, αποτελεί οικονομικό πλεόνασμα το οποίο επιτρέπει στην Κυβέρνηση να μεταφέρει πόρους στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης και έπειτα στους λογαριασμούς των καταναλωτών.
Γιατί οι Α.Π.Ε. μειώνουν την τιμή στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας
Αυτό συμβαίνει διότι το μεταβλητό κόστος των ΑΠΕ (δηλ. το επιπλέον κόστος που απαιτείται για να παραχθεί μια ακόμα μονάδα ενέργειας π.χ. μια μεγαβατώρα) είναι μηδέν, αφού άνεμος και ο ήλιος είναι δωρεάν και οι σταθμοί δεν χρειάζεται να κάψουν κάποιο ακριβό καύσιμο, όπως ο λιγνίτης ή το φυσικό αέριο.
Με αυτό τον τρόπο, το συνολικό κόστος που πρέπει να πληρώσει ο καταναλωτής για το πράσινο ρεύμα είναι σταθερό και γνωστό εξαρχής για όλες τις δεκαετίες που λειτουργούν οι σταθμοί Α.Π.Ε., διότι εξαρτάται μόνο από το κόστος κατασκευής της κάθε επένδυσης που έχει ήδη καταβληθεί στην αρχή.
Αντίθετα, το συνολικό κόστος παραγωγής από τους θερμικούς σταθμούς εξαρτάται και από το αρχικό ύψος της επένδυσης αλλά και από τις διεθνείς διακυμάνσεις των τιμών των ορυκτών καυσίμων που χρησιμοποιούν.
Έτσι, κάθε ώρα στην ηλεκτρική αγορά την οποία διαχειρίζεται το Χρηματιστήριο Ενέργειας, οι σταθμοί Α.Π.Ε. προτιμώνται και εκτοπίζουν τους πιο ακριβούς από τους συμβατικούς σταθμούς, με αποτέλεσμα η τιμή της αγοράς, που αντανακλά τη πιο ακριβή προσφορά για παραγωγή ενέργειας, να μειώνεται.