Η άνοδος της θερμοκρασίας των ωκεανών συνδέεται με το λιώσιμο των πάγων, την ανακατανομή θαλάσσιων ειδών που αναγκάζονται να μετατοπιστούν προς αναζήτηση τροφής, με αποτέλεσμα τη διαταραχή του υγρότοπου, αλλά και τη λεύκανση των κοραλλιών.
Οι κοραλλιογενείς ύφαλοι καταπονούνται όταν παρατηρούνται υψηλότερες από το κανονικό θερμοκρασίες με το χαρακτηριστικό ξεθώριασμά τους να αποτελεί κακό οιωνό, αφού πολύ συχνά πρόκειται για ένα στάδιο πριν το θάνατο. Αν χαθούν πολλοί ύφαλοι, οι ειδικοί τονίζουν, είναι πιθανό να καταστραφούν ολόκληρα θαλάσσια οικοσυστήματα, ακόμα και να εξαφανιστούν είδη ψαριών.
Η επιστημονική κοινότητα καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες να σώσει τα πολύτιμα και εντυπωσιακά κοράλλια με διάφορους τρόπους, όπως η βιώσιμη αλιεία με ελέγχους και επιβολή κανονισμών, η δημιουργία προστατευόμενων θαλάσσιων περιοχών και η συνεργασία με τοπικές οργανώσεις για εφαρμογή μεθόδων που θα ευνοήσουν την ευημερία τους.
Ανάμεσα στις πρακτικές που ακολουθούνται πλέον είναι και η εκτροφή κοραλλιών ώστε να εκπαιδευτούν να αντέχουν στα φονικά κύματα καύσωνα.
Αναλυτικότερα, μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Nature Communications και διεξήχθη από το Coralassist Lab του Πανεπιστημίου του Νιούκαστλ, σε συνεργασία με διεθνή εκπαιδευτικά ιδρύματα, με τη χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας, υποδεικνύει ότι η επιλεκτική αναπαραγωγή – μέθοδος που εφαρμόζεται εδώ και χρόνια σε ζώα και φυτά – αρσενικών κοραλλιών μπορεί να βοηθήσει στην αύξηση ανοχής τους στη ζέστη.
«Οι θαλάσσιοι καύσωνες γίνονται ολοένα συχνότεροι, εκτεταμένοι και σοβαροί, προκαλώντας μαζική λεύκανση και θάνατο κοραλλιών. Η φυσική προσαρμογή ενδέχεται να μην επαρκεί για να συμβαδίσει με την αύξηση της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος, γεγονός που οδηγεί σε εκκλήσεις για επεμβάσεις επιλεκτικής αναπαραγωγής για την ενίσχυση της ικανότητας των κοραλλιών να επιβιώνουν από τέτοιους καύσωνες, δηλαδή της ανοχής τους στη θερμότητα. Ωστόσο, η κληρονομικότητα αυτού του χαρακτηριστικού -προϋπόθεση για τέτοιες προσεγγίσεις- παραμένει άγνωστη», αναφέρει η έρευνα που διήρκησε πέντε χρόνια.
Συγκεκριμένα, οι επιστήμονες διεξήγαγαν δοκιμές αναπαραγωγής για σύντομο χρονικό διάστημα 10 ημερών σε θερμοκρασία μέχρι 3,5 βαθμούς Κελσίου επιπλέον και για μεγαλύτερο διάστημα ενός μήνα με θερμοκρασία μέχρι 2,5 βαθμούς Κελσίου επιπλέον. Αυτή η διαδικασία τους επέτρεψε, όπως αναφέρει το The Conversation, να κατανοήσουν την κληρονομικότητα κάθε χαρακτηριστικού, την ανταπόκριση στην επιλεκτική αναπαραγωγή και κατά πόσο τα χαρακτηριστικά έχουν κοινή γενετική βάση. Η επιλογή των «γονέων» για υψηλή αντί για χαμηλή ανοχή στη θερμότητα ενίσχυσε την ανοχή των ενήλικων απογόνων τους και για τα δύο χαρακτηριστικά που εξετάστηκαν, με την κληρονομικότητα να κυμαίνεται σε 0,2 έως 0,3 σε μια κλίμακα από 0 έως 1, πράγμα που σημαίνει ότι περίπου το 1/4 της μεταβλητότητας της ανοχής στη θερμότητα των απογόνων να οφείλεται σε γονίδια που μεταφέρθηκαν από τους γονείς τους. Με λίγα λόγια, τα χαρακτηριστικά αυτά έχουν μια σημαντική γενετική βάση στην οποία μπορεί να δράσει η φυσική και η τεχνητή επιλογή.
Παρά τα αισιόδοξα αποτελέσματα, το επίπεδο βελτίωσης κρίνεται από τους ειδικούς πιθανώς ανεπαρκές να συμβαδίσει με τη μελλοντική αύξηση της θερμοκρασίας των υδάτων. Επισημαίνουν, μάλιστα, πως ανεξαρτήτως των ερευνών τους είναι απαραίτητη η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου ώστε να μετριαστεί η υπερθέρμανση και να δοθεί η ευκαιρία στα κοράλλια να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες.
«Είναι ανησυχητικό ότι η επιλεκτική αναπαραγωγή για ανοχή σε βραχυχρόνιο στρες δεν βελτίωσε την ικανότητα των απογόνων να επιβιώνουν στη μακρά έκθεση σε θερμική καταπόνηση. Καθώς δεν εντοπίστηκε γενετική συσχέτιση, τα χαρακτηριστικά αυτά ενδέχεται να υπόκεινται σε ανεξάρτητους γενετικούς ελέγχους. Η διαπίστωσή μας σχετικά με την κληρονομικότητα της ανοχής των κοραλλιών στη θερμότητα υποδεικνύει ότι η επιλεκτική αναπαραγωγή θα μπορούσε να αποτελέσει ένα βιώσιμο εργαλείο για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας των πληθυσμών. Ωστόσο, τα μέτρια επίπεδα βελτίωσης που διαπιστώσαμε υποδηλώνουν ότι η αποτελεσματικότητα τέτοιων παρεμβάσεων απαιτεί επίσης επείγουσα δράση για το κλίμα», καταλήγει η επιστημονική ομάδα.
«Αυτή η έρευνα δείχνει ότι η επιλεκτική αναπαραγωγή είναι εφικτή, αλλά όχι μαγική λύση, και χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να μεγιστοποιηθούν τα αποτελέσματα αναπαραγωγής», υποστήριξε ο επικεφαλής συντάκτης Λίαμ Λακς, Μεταδιδακτορικός Ερευνητικός Συνεργάτης στο Πανεπιστήμιο του Νιούκαστλ.
Ο Λακς συμπλήρωσε δε, ότι η μείωση των παγκοσμίων αερίων του θερμοκηπίου είναι απαραίτητη «για τον μετριασμό της υπερθέρμανσης και για να δοθεί στα κοράλλια η ευκαιρία να προσαρμοστούν».
Photo: Pixabay
Διαβάστε ακόμη:
Ξεπέρασαν τα 45 δισ. ευρώ τα ταμειακά διαθέσιμα της Ελλάδας
Netflix: Άλμα 340% σε 2,5 χρόνια – Μήπως ήρθε το τέλος για το ράλι της μετοχής;
Αποθήκευση CO2: Mega συμμαχία 18 κολοσσών για την επιτάχυνση των έργων CCUS
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ