Πάνω από 4 δισ. ευρώ για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας αναμένεται να εισρεύσουν στην Ελλάδα από το Κοινωνικό Ταμείο για το κλίμα, που συγκροτείται για να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της αύξησης των τιμών της ενέργειας την οποία συνεπάγεται η τιμολόγηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Με τα χρήματα αυτά θα χρηματοδοτούνται δράσεις για την ενίσχυση των πιο ευάλωτων ομάδων, που μπορεί να περιλαμβάνουν επιδοτήσεις για ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων, εγκατάσταση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αλλά και προμήθεια ηλεκτρικών οχημάτων.
Τις εκτιμήσεις αυτές ανέφεραν χθες πηγές προσκείμενες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενόψει της προετοιμασίας για την εφαρμογή της νέας νομοθεσίας για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που παρουσίασε η Κομισιόν τον Ιούλιο του 2021.
Ήδη οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας όπως και μια σειρά βιομηχανικοί κλάδοι (διυλιστήρια, μεταλλουργίες, κ.α.) είναι υποχρεωμένοι να διαθέτουν δικαιώματα εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα για το CO2 που εκπέμπουν. Η υποχρέωση αυτή επεκτείνεται από το 2025 στις μεταφορές και τα κτίρια, που σημαίνει ότι η βενζίνη, το ντίζελ κίνησης και θέρμανσης και το φυσικό αέριο θα επιβαρύνονται με το κόστος που αναλογεί στο διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται στην ατμόσφαιρα κατά την καύση τους. Το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα θα διαθέσει συνολικά 72,2 δισ. ευρώ κατά την περίοδο 2025-2032 για την στήριξη των κοινωνικών ομάδων που πλήττονται περισσότερο από την αύξηση του κόστους της ενέργειας.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η Ελλάδα περιλαμβάνεται στην πεντάδα των χωρών με τις υψηλότερες αναμενόμενες εισροές από το Κοινωνικό Ταμείο για το κλίμα, καθώς τα κονδύλια που πρόκειται να λάβει κατά την περίοδο 2025-2032 είναι τριπλάσια σε σχέση με αυτά που αναλογούν με βάση τις εκπομπές από τα κτίρια και τις μεταφορές.
Τα κονδύλια θα διατεθούν για την στήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, τους χρήστες των μεταφορών και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις που επηρεάζονται από τα νέα μέτρα. Περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων στήριξη επενδύσεων για την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης και των ανακαινίσεων κτιρίων, την καθαρή θέρμανση και ψύξη και την ενσωμάτωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κατά τρόπο που να μπορεί να μειώσει με βιώσιμο τρόπο τόσο τις εκπομπές CO2 όσο και τους λογαριασμούς ενέργειας για τα ευάλωτα νοικοκυριά και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις. Το ταμείο θα χρηματοδοτήσει επίσης την αγορά οχημάτων μηδενικών και χαμηλών εκπομπών ενώ όπου χρειάζεται θα μπορεί να παρέχει και άμεση εισοδηματική στήριξη.
Πάντως χθες ο Γενικός Γραμματέας Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων, Πέτρος Βαρελίδης, στο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος της Ε.Ε., κατέθεσε τις επιφυλάξεις της ελληνικής πλευράς για τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται για τις οδικές μεταφορές και τα κτιίρια, λόγω της έντονης αβεβαιότητας που επικρατεί στη διακύμανση των τιμών στα δικαιώματα εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Όπως ανέφερε, το κόστος για έναν τόνο διοξειδίου του άνθρακα ανήλθε στις 16 Μαρτίου σε 77 ευρώ, ενώ πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είχε φτάσει τα 97 ευρώ. Οι τιμές αυτές απέχουν κατά πολύ από τις αρχικές προβλέψεις της Επιτροπής, σύμφωνα με τις οποίες το κόστος θα έφτανε σταδιακά στα 50 ευρώ/τόνο έως το 2030. Πρόσθεσε ότι η μεταβλητότητα των τιμών προκαλεί αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά τις οικονομικές επιπτώσεις για τους πολίτες, κυρίως για τους πιο ευάλωτους, δεδομένου ότι το κόστος για τη θέρμανση και τις μετακινήσεις αποτελεί σημαντικό ποσοστό των εισοδημάτων τους.