Στις πράσινες μπίζνες με έμφαση στην αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα, τα υπεράκτια αιολικά και το υδρογόνο στρέφει το «τιμόνι», η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ).
Ο κρατικός βραχίονας που συστάθηκε προ 10ετίας, για την αξιοποίηση και εκμετάλλευση των δικαιωμάτων υδρογονανθράκων, αναζητά τους τελευταίους μήνες μια νέα πυξίδα, αξιοποιώντας μια διεθνή συγκυρία που φέρνει ριζικές αλλαγές στον τρόπο που επενδύει η πετρελαϊκή βιομηχανία.
Δεν είναι τυχαίο ότι εταιρείες όπως η Total, Shell η BP και άλλοι παγκόσμιοι κολοσσοί του πλανήτη, μετασχηματίζονται και από πετρελαϊκές εταιρείες γίνονται ενεργειακές.
Σύμμαχος της νέας στρατηγικής της ΕΔΕΥ είναι η μεγάλη καταιγίδα που βίωσε ο τομέας των ορυκτών καυσίμων τον τελευταίο χρόνο.
Πέρα από την πανδημία και την οικονομική κρίση που έριξαν βαριά σκιά στα project υδρογονανθράκων υπήρξε και μία πολύ έντονη και απότομη στροφή σε ευρωπαϊκό επίπεδο του πετρελαϊκού κλάδου στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κάτι που είχε ορατά και μετρήσιμα αποτελέσματα αντίστοιχα και στο αντίστοιχο ελληνικό πρόγραμμα.
Η αποχώρηση της Repsol από τα οικόπεδα που τις είχαν παραχωρηθεί σε συνεργασία με άλλους operators αλλά και η αναβλητικότητα που χαρακτηρίζει τους σχεδιασμούς και άλλων παραχωρήσεων, δείχνουν το δρόμο για αλλαγή πορείας και αναζήτησης συνεργειών με άλλες τεχνολογίες που μπορούν να συνδυαστούν με τον τομέα των υδρογονανθράκων.
Μέσα από αυτή την ζύμωση επιταχύνθηκε ο βηματισμός της επόμενης μέρας, δημιουργώντας μέσα στην ΕΔΕΥ, ένα νέο τμήμα επενδύσεων, το τμήμα «new ventures». Όπως αναφέρουν, αρμόδιες πηγές, η δέσμευση και αποθήκευση του άνθρακα, αποτελεί μια νέα αγορά που θα δημιουργηθεί σύντομα και θα έρθει και στην χώρα μας με μεγάλη ταχύτητα. Ήδη, το πρώτο πρότζεκτ που έχει ανακοινωθεί είναι της Energean, το οποίο διεκδικεί χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Ο δεύτερος τομέας που αναμένεται να ταράξει τα νερά και στην χώρα μας είναι τα πλωτά αιολικά πάρκα. Μια νέα τεχνολογία στον τομέα των ΑΠΕ, η οποία προσφέρεται για μεγάλη ανάπτυξη λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της εγχώριας αγοράς αιολικού δυναμικού.
Καθώς οι μεγαλύτεροι επενδυτές στον κόσμο είναι πετρελαϊκές εταιρείες, οι οποίοι έχουν την τεχνογνωσία να διαχειριστούν αντίστοιχα πρότζεκτ, στην ΕΔΕΥ θεωρούν ότι θα μπορούσαν να επωφεληθούν από αυτήν την θετική συγκυρία και να αναπτύξουν συνέργειες. Ο τρίτος πυλώνας αυτής της ανάπτυξης και μια λιγότερη ώριμη αγορά είναι το «μπλε» και «πράσινο» υδρογόνο. Πρόκειται για τεχνολογίες που ο συνδυασμός τους μπορεί να αποτελέσει τον πυρήνα ενός ενιαίου επενδυτικού σχεδίου, ξεκινώντας από την εξόρυξης και την κατανάλωση ενέργειας έως την αποθήκευση C02.
Ήδη, έχει ξεκινήσει ένα πρώτος γύρος επαφών με τις εταιρείες με στόχο να δοθούν κίνητρα και να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες ώστε να επανακινήσουν οι επενδύσεις.
Η ΕΔΕΥ στοχεύει είτε να προσελκύσει διεθνείς παίκτες που ήδη έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για την χώρα μας είτε καινούριους. «Ο ρόλος μας είναι να βοηθήσουμε την ενεργειακή μετάβαση να γίνει πιο ρεαλιστική και με τεχνοοικονομικά κριτήρια, να μειώσουμε το ρίσκο της ανάπτυξης της νέας τεχνολογίας».
Στο ερώτημα πόσο ώριμες είναι οι νέες τεχνολογίες, η απάντηση που δίνουν στη ΕΔΕΥ είναι πως έχουμε να κάνουμε με βήματα δεκαετιών. Ωστόσο σημειώνουν, χρειάζεται μια προοδευτική μετάβαση για να ωριμάσει η τεχνολογία και να αντικαταστήσει το σημερινό μείγμα καυσίμων.
Το επόμενο σχέδιο που καλείται να υλοποιήσει άμεσα η ΕΔΕΥ, είναι η ενσωμάτωση της ΔΕΠΑ Διεθνών έργων με αντικείμενο τα μεγάλα διεθνή πρότζεκτ των αγωγών.
Ο σχεδιασμός αποτελεί συνέχεια της διάσπασης της ΔΕΠΑ στο πλαίσιο της ιδιωτικοποίησης, του τομέα των Υποδομών και της Εμπορίας.
Αυτή την περίοδο, η εταιρεία βρίσκεται σε διαδικασία ενσωμάτωσης των νέων δραστηριοτήτων και αναζητείται η νομική φόρμουλα, με την οποία θα περάσει στην ΕΔΕΥ. Οριστικές αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί χωρίς να αποκλείεται ο αυτόνομος χαρακτήρας των δύο εταιρειών.
Στην ΕΔΕΥ θεωρούν ότι υπάρχει συνάφεια αντικειμένου. «Ο ένας τομέας προϋποθέτει τον άλλο» καθώς ο τομέας των αποθεμάτων μεταφέρεται στις αγορές, μέσω των αγωγών. Ο νόμος δίνει την δυνατότητα στην εταιρεία της εξαγοράς ακόμη και του 100% των μετοχών της που σήμερα θα αποκτήσει το 65%. Το υπόλοιπο ανήκει στα ΕΛΠΕ.