Της Μαριάννας Τζάννε
Αποφασισμένος να διατηρήσει την έκπτωση του 15% για τους συνεπείς πελάτες της ΔΕΗ, που αποτελεί ένα ισχυρό κίνητρο για την διατήρηση του πελατολογίου της στην λιανική αγορά του ρεύματος, εμφανίζεται ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της επιχείρησης, δίνοντας τέλος στα σενάρια για την επανεξέταση του μέτρου.
Ο κ. Παναγιωτάκης προ εβδομάδων, στο περιθώριο της γενικής συνέλευσης των μετόχων, μιλώντας σε δημοσιογράφους είχε ανοίξει «παράθυρο» για αναθεώρηση της εκπτωτικής πολιτικής, την οποία είχε συνδέσει με την πορεία εισπραξιμότητας των μεγάλων οφειλών της εταιρείας.
Σε συνέντευξή του όμως χθες, ξεκαθάρισε ότι η έκπτωση ούτε καταργείται αλλά και ούτε μειώνεται, επισημαίνοντας ότι η « επιβράβευση των συνεπών πελατών, οι οποίοι, σε αντίθεση με άλλους, συντηρούν την ευρωστία της Επιχείρησης και δικαιολογημένα, χωρίς την έκπτωση, θα διακατέχονται από το αίσθημα της αδικίας».
Όπως αναναφέρθηκε σήμερα, η πολιτική επιβράβευσης για τους συνεπείς πελάτες αναγνωρίζεται –βάσει σχετικής έρευνας- από το 82% και πλέον των πελατών.
Σε ό,τι αφορά την μνημονιακή υποχρέωση για μείωση κατά 50% του ποσοστού της ΔΕΗ στην λιγνιτική αγορά ως το τέλος του 2019, ο κ. Παναγιωτάκης παραδέχτηκε ότι από τη μέχρι τώρα πορεία της αγοράς, «μόνο το 5% των καταναλωτών έφυγε από τη ΔΕΗ, συνεπεία και του τρόπου δράσης των ανταγωνιστών μας, δεν διαφαίνεται η εκπλήρωση αυτού του στόχου, ο οποίος άλλωστε τέθηκε χωρίς να αξιολογηθούν επαρκώς οι ιδιομορφίες της ελληνικής αγοράς». Ο ίδιος τόνισε ότι πρέπει να περιμένει η αγορά πώς θα διαμορφωθεί το τοπίο στη λιανική μετά την αποεπένδυση από το λιγνίτη.
Εν αντιθέσει με τα όσα διέρρευσαν τις προηγούμενες μέρες σχετικά με τις προβλέψεις της έκθεσης της McKinsey για αύξηση τιμολογίων, ο κ. Παναγιωτάκης επισήμανε ότι οι συνθήκες στην αγορά δεν είναι θετικές (άνοδος των CO2, αύξηση του πετρελαίου κ.α), ωστόσο η τιμολογιακή πολιτική της ΔΕΗ, δεν υιοθετεί μέτρα όπως η αύξηση των τιμολογίων για να τις αντιμετωπίσει. Σύμφωνα με τα στοιχεία από το 2016 μέχρι και το 2018 η ΔΕΗ επιβαρύνθηκε με πλέον του 1 δισ. από εξωγενείς παράγοντες (ΕΛΑΠΕ, ΝΟΜΕ, ενεργειακή κρίση 2017 κ.λπ.).
Κατόπιν και της συμφωνίας αναχρηματόδοτησης με ικανοποιητικούς όρους του κοινοπρακτικού δανείου του 1,2 δισ. της εταιρείας, η διοίκηση εκτιμά ότι ακόμη και χωρίς τις δράσεις του Business Plan, δεν θα αντιμετωπίσει προβλήματα ρευστότητας τα επόμενα 2-3 χρόνια.
Στόχος είναι με τη λήξη του Επιχειρηματικού Σχεδίου, το 2022, ο δανεισμός να έχει μειωθεί στα 3,680 δισ. από 4,790 δισ. σήμερα και η λειτουργική κερδοφορία να έχει αυξηθεί στα 920 εκατ. από 520 εκατ. σήμερα.