Της Μαριάννας Τζάννε
Για την μετεξέλιξη της ΔΕΗ από λιγνιτική εταιρεία σε εταιρεία παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, για τις νέες μορφές αποθήκευσης ενέργειας και τις συζητήσεις με ιδιώτες όπως η ΤΕΡΝΑ στον τομέα της αντλησιοταμίευσης στο Αμάρι της Κρήτης, για την κόντρα με την βιομηχανία για τα τιμολόγια ρεύματος αλλά και για το μερίδιό της στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, μίλησε το Σαββατοκύριακο στην ΔΕΘ ο κ. Μανώλης Παναγιωτάκης. Ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΗ, επιφύλαξε δριμεία κριτική στους ιδιώτες προμηθευτές ρεύματος.
Όπως ανέφερε «το άνοιγμα της αγοράς δεν μπορεί να γίνει με ευκαιριακές εμπορικές δραστηριότητες, που αποσκοπούν στο γρήγορο και εύκολο κέρδος, χωρίς ανάληψη ρίσκου».
Την ώρα που η ΔΕΗ κατηγορείται από τους εναλλακτικούς παρόχους ότι με την εκπτωτική της πολιτική κρατά σταθερά υψηλό το μερίδιό της στην αγορά, ο κ. Παναγιωτάκης, υποστήριξε ότι απαιτούνται υπομονή, επενδύσεις και ανάληψη ρίσκου και όχι μόνο ρυθμιστικές παρεμβάσεις (ΝΟΜΕ κ.α).
«Δεν αρκεί μόνο η επικοινωνιακή διαφημιστική καμπάνια και τα διάφορα τρικ των τιμολογίων, για να αποσπάσεις την εμπιστοσύνη και να πάρεις πελάτες από τη ΔΕΗ» τόνισε ο επικεφαλής της ΔΕΗ, επισημαίνοντας ότι το ίδιο συνέβη και στην Γαλλία με την EDF, επιχειρήσεις με τις οποίες ο κόσμος είναι δεμένος πάνω από 70 χρόνια. Η διοίκηση της εταιρείας, έστειλε σαφές μήνυμα και για το θέμα των ρυθμιστικών παρεμβάσεων για να αυξηθεί το μερίδιο των ιδιωτών.
«Αυτές μπορεί να ληφθούν στην αρχή για κάποιο διάστημα για να δοθεί το έναυσμα για το άνοιγμα της αγοράς. Δεν μπορεί να συνεχίζονται εσαεί. Διότι η ύπαρξη ρυθμιστικών μηχανισμών με διοικητικό τρόπο οδηγεί σε στρεβλώσεις της αγοράς και αυτό με σειρά του οδηγεί σε αντίθετα αποτελέσματα εις βάρος των πολιτών και της οικονομίας».
Όπως σημειώθηκε, το μέλλον είναι στις ανανεώσιμες πηγές, με αποθήκευση. Η αντλησιοταμίευση, οι ταμιευτήρες, τα υβριδικά αυτά έργα είναι ενέργεια, που μπορούν να παράσχουν ενέργεια βάσης. «Κάποιες από αυτές έχουν αδικαιολόγητες αντιδράσεις, υπάρχουν και στην Κρήτη δυνατότητες έχουμε αρχίσει να συζητάμε με την ΤΕΡΝΑ και με άλλους οίκους να αναπτύξουμε τέτοια έργα στην Κρήτη εκμεταλλευόμενοι και τις λίμνες που υπάρχουν, την τεχνητή λίμνη παραδείγματος χάριν των Ποταμών στο Αμάρι, με ανεμογεννήτριες» δήλωσε ο επικεφαλής της Επιχείρησης.
Από το μενού του κ. Παναγιωτάκη δεν έλειψαν οι τιμές των ρύπων αλλά και η βιομηχανία. Η ΔΕΗ παρακολουθεί με αμηχανία την εκτίναξη του κόστους των CO2 που από τα 5 ευρώ τον τόνο πέρσι, φέτος έχουν εκτοξευτεί στα 21 ευρώ. «Έχουμε μπροστά μας την πρόκληση της ραγδαίας ανόδου των δικαιωμάτων του διοξειδίου του άνθρακα. Είναι ένα πρόβλημα που υπερβαίνει την εταιρεία, το οποίο θα πρέπει να το δούμε και πως θα το διαχειριστούμε οικονομικά, αλλά και σαν χώρα γενικότερα» ανέφερε.
Σε ό,τι αφορά την αποεπένδυση, η πρόβλεψη είναι ότι θα διαμορφώσει ένα καινούριο τοπίο, όπου η ΔΕΗ θα έχει παραγωγή κάτω από 50%. «Από τη μια πλευρά λέμε ότι εκπληρώνουμε νωρίτερα το μνημονιακό στόχο, από την άλλη όμως με δεδομένο ότι δεν μειώνεται το μερίδιο της λιανικής, θα έχουμε μια μεγάλη απόκλιση μεταξύ των δύο. Δηλαδή θα πρέπει ένα μεγάλο μέρος της ενέργειας που πουλάμε, να το αγοράζουμε και μάλιστα της τάξεως του 30%».
Σε ό,τι αφορά τους πελάτες υψηλής τάσης, δηλαδή την βιομηχανία, ο κ. Παναγιωτάκης χαρακτήρισε επιθετική την στάση που έχουν κρατήσει απέναντι στη ΔΕΗ.
Οι σχέσεις με την ενεργοβόρα βιομηχανία έχουν χτυπήσει κόκκινο, το τελευταίο διάστημα καθώς οι μεγάλες πελάτες, εμφανίζονται σφόδρα δυσαρεστημένοι από την πολιτική της ΔΕΗ να προχωρήσει σε υπογραφή νέων συμβάσεων ετήσιας διάρκειας. Η βιομηχανία ζητά να υπάρξουν συμβάσεις μεγαλύτερης διάρκειας ενώ εγείρει απαιτήσεις αναπροσαρμογής των ζωνών χρέωσης κ.α
Ο κ. Παναγωτάκης εκτιμά ότι πιέζουν για να κερδίσουν χαμηλότερες τιμές λόγω προεκλογικής περιόδου. «Πιστεύω ότι κάνουν λάθος, η τακτική αυτή είναι αδιέξοδη. Τους είχα προειδοποιήσει εδώ και περίπου δυο χρόνια ότι δε μπορεί ν’ αντιμετωπίζουν την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας με τους όρους και τον τρόπο που την αντιμετώπιζαν τα προηγούμενα χρόνια. Πρέπει να εμπλακούν και οι ίδιοι μέσα στην αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας…».