Πολιτικοί και κυβερνήσεις προετοιμάζονται για τις πιθανές κοινωνικές αναταραχές τη στιγμή που πολλές χώρες βρίσκονται αντιμέτωπες με την ενεργειακή κρίση και τον αυξημένο πληθωρισμό.
Η παγκόσμια οικονομία κλυδωνίζεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία, την έλλειψη πετρελαίου, καυσίμων και τροφίμων και την άκρατη αύξηση των τιμών, κρίσεις οι οποίες επιδεινώνουν η μία την άλλη.
Τα βλέμματα όλων τώρα στρέφονται στην Ευρώπη η οποία προετοιμάζεται για τον επερχόμενο χειμώνα. Οι κρύες θερμοκρασίες και οι ελλείψεις σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο λόγω των κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας απειλούν τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τα νοικοκυριά, υποσκάπτοντας τα θεμέλια ολόκληρης της οικονομίας.
O επόμενος χειμώνας
Οι αναλυτές, όμως, υποστηρίζουν πως ο φετινός χειμώνας δε θα αποτελέσει τόσο μεγάλο πρόβλημα όσο φοβούνται ορισμένοι, τονίζοντας πως το πραγματικό πρόβλημα θα ξεκινήσει το 2023.
«Είναι, μεν, βέβαιο πως βρισκόμαστε αντιμέτωποι με έναν δύσκολο χειμώνα, αλλά ακόμα δυσκολότερος θα αποδειχθεί ο επόμενος. Η προσφορά υδρογονανθράκων το 2023 θα είναι περιορισμένη σε σχέση με αυτή του 2022, δεδομένης της συνεχιζόμενης κρίσης» τόνισε ο CEO της Vitol, Ράσελ Χάρντι σε πρόσφατες δηλώσεις του στο συνέδριο Adipec στο Άμπου Ντάμπι, προσθέτοντας πως «οι επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης και της αύξησης των τιμών της ενέργειας, οι οποίες οδηγούν αναπόφευκτα σε αύξηση του κόστους διαβίωσης θα αποτελέσουν κύρια θέματα συζήτησης το 2023».
Με την άποψη αυτή συμφωνεί και ο CEO της ΒΡ, Μπέρναρντ Λούνι, ο οποίος υποστήριξε πως «οι τιμές της ενέργειας πλησιάζουν επίπεδα τα οποία τόσο οι καταναλωτές όσο και οι εταιρείες δε θα μπορέσουν να αντέξουν. Πολλά νοικοκυριά ήδη ξοδεύουν το 50% των εσόδων τους για την αποπληρωμή των φουσκωμένων λογαριασμών ενέργειας».
Η Ευρώπη, παρ’ όλα αυτά, βρίσκεται σε καλό σημείο φέτος, λόγω της πυρετώδους αναπλήρωσης των αποθεμάτων φυσικού αερίου της αλλά και των κυβερνητικών μέτρων για την προστασία των νοικοκυριών.
«Η φετινή κρίση έχει αντιμετωπιστεί. Πρέπει τώρα να στρέψουμε τα βλέμματά μας στο χειμώνα του 2023», υπογράμμισε ο Λούνι.
Ο CEO του ιταλικού ενεργειακού κολοσσού Eni, Κλαούντιο Ντεσκάλτσι, από την πλευρά του υποστήριξε πως «βρισκόμαστε σε καλό σημείο φέτος. Αλλά όπως αναφέραμε, κύριο μέλημά μας θα πρέπει να αποτελέσει ο επόμενος χειμώνας. Δε θα έχουμε ρωσικό φυσικό αέριο το 2023. Οι ροές θα μειωθούν κατά 98% ή ακόμα και κατά 100%».
Κοινωνικές αναταραχές
Αυτό ενδέχεται να οδηγήσει σε σφοδρές κοινωνικές αναταραχές. Σημειωτέον πως στη Γερμανία, την Αυστρία και την Τσεχία έχουν ήδη ξεκινήσει οι πορείες διαμαρτυρίας για το υπέρογκο κόστος της ενέργειας. Οι αναλυτές προειδοποιούν πως οι μεσαίου μεγέθους συγκεντρώσεις αυτές είναι μόνο η αρχή.
«Τα σοκ που προκαλούν οι αυξημένες τιμές ενέργειας, είτε πρόκειται για τις τιμές στα πρατήρια, είτε για το υγροποιημένο αέριο πετρελαίου (LPG) οδηγούν πολλές φορές σε κοινωνικές αναταραχές», υπογράμμισε ο CEO της Petronas, Ντατούκ Τένγκου Μουχάμαντ Ταουφίκ, ο οποίος τόνισε πως η αύξηση της ισοτιμίας του δολαρίου και οι αυξημένες τιμές καυσίμων υποσαθρώνουν τα θεμέλια πολλών ασιατικών οικονομιών. Όλα αυτά τη στιγμή που οι κυβερνήσεις έχουν ήδη λάβει μέτρα για την αντιστάθμιση των τιμολογικών πιέσεων.
«Πολλές ασιατικές οικονομίες αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω της πανδημίας, η οποία προκάλεσε σωρεία χρεοκοπιών στον τομέα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Υπάρχει πραγματικός κίνδυνος πρόκλησης σφοδρών κοινωνικών ταραχών στις ασιατικές χώρες αυτές», υποστήριξε ο Ταουφίκ.
Το «μπαλάκι» στους ρυθμιστές
Μεγάλη μερίδα των πολιτών κατηγορούν τις εταιρείες ενέργειας για κερδοσκοπία, αφού πολλές εξ αυτών απολαμβάνουν υπέρογκα κέρδη τη στιγμή που το κόστος διαβίωσης για τα νοικοκυριά αποδεικνύεται αβάσταχτο.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις πολλών CEOs τέτοιων εταιρειών στο CNBC, οι επιχειρήσεις αυτές απλά ανταποκρίνονται στην ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης, ενώ τονίζουν πως οι κυβερνήσεις είναι αυτές οι οποίες θα πρέπει να λάβουν μέτρα για τη στήριξη των επενδύσεων στον ενεργειακό τομέα, οι οποίες έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια λόγω της μετάβασης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).
«Ο κόσμος πρέπει να καταλάβει τη νέα πραγματικότητα τόσο του σήμερα, όσο και του αύριο», τόνισε ο Λούνι, προσθέτοντας πως «πρέπει να υπάρξουν επενδύσεις στους υδρογονάνθρακες αφού όλο μας το ενεργειακό δίκτυο βασίζεται σε αυτούς».
Πολλοί, όμως, είναι οι ρυθμιστές οι οποίοι τίθενται ανοιχτά κατά της χρήσης των υδρογονανθράκων, υπογραμμίζοντας πως η πραγματική κρίση είναι η υποβόσκουσα κλιματική αλλαγή. Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες «οι όποιες εκκλήσεις για νέες επενδύσεις στους υδρογονάνθρακες είναι “παραληρηματικές”».
Οι CEOs αντιτίθενται στην άποψη αυτή, αλλά παραδέχονται πως η μετάβαση στις ΑΠΕ χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια και επενδύσεις έτσι ώστε να αποφευχθούν οι μελλοντικές κρίσεις, είτε πρόκειται για τεχνητές όπως η τρέχουσα έλλειψη φυσικού αερίου, είτε για πραγματικές.
«Στην Ευρώπη, το ενεργειακό κόστος είναι μέχρι και 15 φορές πάνω από το αντίστοιχο στις ΗΠΑ. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε με αυτήν την κατάσταση. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες είναι υπερχρεωμένες και πρέπει να βρεθεί λύση του προβλήματος που ταλανίζει τις ενεργειακές μας υποδομές. Πρέπει, λοιπόν, να επενδύσουμε τόσο στη γρηγορότερη μετάβαση, αλλά και να καταλάβουμε τι μας συμφέρει οικονομικά και τι όχι», συμπλήρωσε ο Ντεσκάλτσι.
Διαβάστε ακόμη:
Πώς η Αντίπαρος μεταμορφώθηκε στο ελληνικό case-study του διεθνούς real-estate
Selina: Ντεμπούτο στο Nasdaq – Πλάνο για περαιτέρω επέκταση στην Ελλάδα με 4-5 νέα ξενοδοχεία (pics)