Η Σαουδική Aramco έκλεισε μια συμφωνία για την πώληση μεριδίου στους αγωγούς φυσικού αερίου της έναντι 15,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων και σύναψε συμφωνία με την BlackRock Inc. για τη διερεύνηση έργων ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Μια ομάδα επενδυτών, με επικεφαλής την BlackRock, απέκτησε το 49% των μετοχών της Aramco Gas Pipelines Co. σε συμφωνία μίσθωσης και επαναμίσθωσης τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με σχετικές επίσημες δηλώσεις. Η κοινοπραξία περιλάμβανε επίσης την Keppel Infrastructure Trust, το Silk Road Fund, την China Merchants Capital και την κρατική Hassana Investment Co της Σαουδικής Αραβίας.
Η επένδυση της BlackRock προχώρησε παρότι ο Διευθύνων Σύμβουλος της Λάρι Φινκ ασκεί πίεση στις εταιρείες να ενισχύσουν τις ESG επιδόσεις τους που αφορούν περιβαλλοντικά, κοινωνικά και πρότυπα εταιρικής διακυβέρνησης. Το φυσικό αέριο είναι καθαρότερο καύσιμο από το αργό πετρέλαιο, αλλά εξακολουθεί να συμβάλλει στην υπερθέρμανση του πλανήτη.
«Το να φτάσουμε σε έναν κόσμο μηδενικών εκπομπών δεν θα συμβεί από τη μια μέρα στην άλλη», είπε ο Φινκ σε δήλωσή του. «Απαιτεί να μετατοπίσουμε το ενεργειακό μείγμα με σταδιακά βήματα για να επιτύχουμε ένα μέλλον πράσινης ενέργειας. Οι τολμηροί και προνοητικοί φορείς όπως η Aramco έχουν την τεχνική εξειδίκευση και το κεφάλαιο για να διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο σε αυτόν τον μετασχηματισμό», συμπλήρωσε.
Η 20ετής συμφωνία «αντιπροσωπεύει περαιτέρω πρόοδο στο πρόγραμμα βελτιστοποίησης του χαρτοφυλακίου της Aramco και υπογραμμίζει τις ισχυρές επενδυτικές ευκαιρίες που παρουσιάζονται από τα σημαντικά περιουσιακά στοιχεία της υποδομής της», σύμφωνα με τη δήλωση.
Η συμφωνία αυτή εντάσσεται στις προσπάθειας της Σαουδικής Αραβίας να πουλήσει περιουσιακά στοιχεία και να χρησιμοποιήσει τα χρήματα για τη χρηματοδότηση νέων βιομηχανιών από την τεχνητή νοημοσύνη έως τα ηλεκτρικά οχήματα, αυξάνοντας παράλληλα την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου. Σε μια παρόμοια δομημένη συναλλαγή τον Απρίλιο, η Aramco πούλησε μερίδιο 12,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων που σχετίζεται με τους πετρελαιαγωγούς της σε επενδυτές, συμπεριλαμβανομένης της EIG με έδρα την Ουάσιγκτον.