Για το «μεγαλύτερο περιβαλλοντικό έγκλημα» που καταγράφηκε ποτέ στη Σουηδία κάνουν λόγο δημοσιεύματα του σουηδικού Τύπου με κεντρική πρωταγωνίστρια μία γυναίκα με – αναντίρρητα – ταραχώδη ζωή.
Συνολικά 11 άτομα παραπέμπονται σε δίκη με την κατηγορία της παράνομης απόρριψης τοξικών αποβλήτων σε 21 διαφορετικά σημεία της χώρας, θέτοντας σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον.
Οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση αρνούνται οποιαδήποτε κατηγορία υποστηρίζοντας ότι ενήργησαν βάσει νόμου. Ανάμεσα σε αυτούς η πρώην διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρίας ανακύκλωσης «Think Pink», Μπέλα Νίλσον, η οποία ισχυρίζεται ότι έπεσε θύμα συνωμοσίας από αντιπάλους της.
Εντούτοις τα στοιχεία είναι αδιάσειστα, καθώς η εταιρία κατηγορείται ότι έθαψε ή απέρριψε 220.462 τόνους επικίνδυνων απορριμμάτων, απελευθερώνοντας επιβλαβείς χημικές ουσίες, όπως τα καρκινογόνα πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB), σε έδαφος, νερό και αέρα.
Η ακατάλληλη απόρριψη που παραβίασε τους κανόνες της σουηδικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας σημειώθηκε σε περίπου 21 τοποθεσίες σε 15 δήμους σε όλη τη Σουηδία, με την αστυνομική έρευνα να εκτείνεται σε 45.000 σελίδες με 150 μάρτυρες που πρόκειται να καταθέσουν στη δίκη, η οποία εκτιμάται ότι θα διαρκέσει μέχρι τον Μάιο του 2025.
Ανάμεσα στα απόβλητα συγκαταλέγονται οικοδομικά υλικά, ηλεκτρονικά είδη, μέταλλα, πλαστικά, στα οποία ανιχνεύθηκαν υψηλά επίπεδα μολύβδου, χαλκού, αρσενικού , ψευδαργύρου, διοξινών και προϊόντων πετρελαίου.
Σύμφωνα με τοπικά δημοσιεύματα, σε αρκετούς από τους χώρους υγειονομικής ταφής, είχε ξεσπάσει πυρκαγιά, αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο τη διαρροή τοξικών ουσιών στην ατμόσφαιρα. Σε δύο περιπτώσεις δε, οι πυρκαγιές εξακολουθούσαν να καίνε για μήνες.
Όπως αναφέρει το BBC, οι εισαγγελείς ανέφεραν ότι η εταιρία, η οποία χρεοκόπησε το 2020, «δεν είχε καμία πρόθεση ή ικανότητα να χειριστεί [τα απόβλητα] σύμφωνα με την περιβαλλοντική νομοθεσία», συμπληρώνοντας πως ο τρόπος με τον οποίο απορρίφθηκαν έθεσε σε κίνδυνο την «υγεία των ανθρώπων, των ζώων και της φύσης».
Ροζ παντού
Οι ροζ σακούλες της Think Pink ήταν συχνό φαινόμενο στις πόλεις της Σουηδίας, ανάμεσα σε αυτές και η Στοκχόλμη. Άλλωστε, χάρη στο χαμηλό κόστος για τις υπηρεσίες της προσέλκυε δήμους, οικοδόμους και ιδιώτες που την επέλεγαν για την αποκομιδή και στη συνέχεια απόρριψη οικοδομικών υλικών, ξύλου, ελαστικών και άλλων υλικών. Δίχως να γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται να υποστούν καμία διαλογή και ότι θα θαφτούν ή πεταχτούν σχηματίζοντας σωρούς από τοξικά σκουπίδια.
Σύμφωνα με το σουηδικό ειδησεογραφικό δίκτυο Aktuell Hallbarhet η εταιρία που ιδρύθηκε το 2012 από τον Τόμας Νίλσον και τη σύζυγό του, Μπέλα, κατέγραψε ραγδαία ανάπτυξη, κυρίως χάρη στις προσιτές τιμές της. Το 2018, μάλιστα, η Μπέλα τιμήθηκε για την επιχειρηματικότητά της με το βραβείο DI Gazelle Prize από την Dagens Industri. Στο απόγειό της, το 2019, ο κύκλος εργασιών της Think Pink ανήλθε σε 11 εκατ. ευρώ, με το μέρισμα των μετοχών της αυτοαποκαλούμενης «βασίλισσα των σκουπιδιών» να ξεπερνά το 1 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο, την ίδια χρονιά ξεσπά πυρκαγιά σε χωματερή όπου η Think Pink είχε αφήσει απορρίμματα, η ποσότητα των οποίων ήταν τετραπλάσια από το επιτρεπόμενο όριο, με αποτέλεσμα ο δήμος να απαγορεύσει στην εταιρία την απόρριψη άλλων σκουπιδιών. Ένα χρόνο μετά, σύμφωνα με το σουηδικό δίκτυο, δεύτερη πυρκαγιά ξεσπά αυτή τη φορά στις εγκαταστάσεις της Think Pink στην περιοχή Μπουτσύρκα, όπου βρίσκονταν τεράστιες ποσότητες αποβλήτων που δεν είχαν περάσει προηγουμένως από διαλογή. Εξαιτίας του τοξικού καπνού που κάλυψε την περιοχή και εξαπλώθηκε για αρκετά χλμ. πολλοί ήταν οι πολίτες που παρέμειναν στις κατοικίες τους με κλειστά παράθυρα και πόρτες.
Το 2020 οι αστυνομικές αρχές συλλαμβάνουν τρία άτομα που συνδέονται με την εταιρία, ανάμεσά τους η Μπέλα και ο Τόμας Νίλσον, καθώς θεωρούνται ύποπτοι για σοβαρό περιβαλλοντικό έγκλημα. Λίγο αργότερα η εταιρία χρεοκοπεί, με τους τρεις να αφήνονται ελεύθεροι, αλλά με την έρευνα να συνεχίζεται και τον Δεκέμβριο του 2023 να απαγγέλλονται κατηγορίες εναντίον συνολικά 11 ατόμων και με τους εισαγγελείς να υποστηρίζουν ότι η Think Pink για να επωφεληθεί οικονομικά έστησε ένα σύστημα για να χρεώνει τη διαχείριση των απορριμμάτων και στη συνέχεια να τα απορρίπτει παράνομα.
Όλα αυτά τη στιγμή που οι δήμοι που έχουν πληγεί αξιώνουν αποζημίωση 22 εκατ. ευρώ καθώς αναγκάστηκαν να καθαρίσουν τους σωρούς σκουπιδιών από τα διάφορα σημεία όπου είχαν πεταχτεί παρανόμως.
Έκπτωτη η «βασίλισσα των σκουπιδιών»
Η υπόθεση σίγουρα… βρωμάει, με την Μπέλα Νίλσον, ή Φαρίμπα Βάνκορ, όπως είναι το πραγματικό της όνομα, να τραβάει τα φώτα της δημοσιότητας πάνω της.
Αφορμή δεν αποτελεί μόνο η δράση της ως μέλος της εταιρίας, αλλά και το παρελθόν της. Γεννημένη το 1969 στην Τεχεράνη, η Φαρίμπα Ζουλιέτ Τζένιφερ Βάνκορ, σε ηλικία μόλις 16 ετών εγκαθίσταται στη Σουηδία. Τη δεκαετία του 1990 γίνεται γνωστή με το όνομα Μπέλα ως στριπτιζέζ. Γρήγορα ανεβαίνει στην… ιεραρχία της ροζ βιομηχανίας, με αποτέλεσμα να διευθύνει νυχτερινά κλαμπ, όταν στο διάβα της, σύμφωνα με το σουηδικό τηλεοπτικό δίκτυο TV4, διασταυρώνεται με τον διαβόητο εγκληματία Μίλι Μάρκοβιτς. Ο σερβικής καταγωγής πυγμάχος – μέχρι το θάνατό του με μία σφαίρα στο κεφάλι – ήταν, μεταξύ άλλων, ιδιοκτήτης σεξ κλαμπ στα οποία είχε εγκαταστήσει κρυφές κάμερες ώστε να καταγράφει διασημότητες κατά τη διάρκεια ερωτικών επαφών και ενώ έκαναν χρήση ναρκωτικών προκειμένου στη συνέχεια να τους εκβιάζει. Το 2011, μάλιστα, ισχυρίστηκε ότι είχε στην κατοχή του φωτογραφίες με τον βασιλιά της Σουηδίας Κάρολος ΙΣΤ΄ Γουσταύος να επισκέπτεται σεξ κλαμπ και να συμμετέχει σε σεξουαλικά «πάρτι», ωστόσο στην πορεία αποδείχθηκε ότι το οπτικό υλικό είχε υποστεί επεξεργασία.
Η σκοτεινή δραστηριότητα του Μάρκοβιτς δε φαίνεται να ενόχλησε την Μπέλα, η οποία όχι μόνο συνέχισε να διευθύνει τα νυχτερινά κλαμπ, αλλά συμμετείχε και στην τηλεοπτική εκπομπή «Kalla Fakta», στην οποία παρουσίασε τις υπηρεσίες του κέντρου της, εξηγώντας ότι οι πελάτες ξοδεύουν ακόμα και 1.300 ευρώ σε μία νύχτα και δείχνοντας ένα από τα… μαστίγια, με τα οποία οι εργαζόμενες μπορούσαν να χτυπήσουν τους άνδρες που το επισκέπτονταν, αν το επιθυμούσαν. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε βιβλίο με τίτλο «En strippas bekännelse» («Εξομολογήσεις μιας στριπτιζέζ») και υπογράφοντας ως Ιζαμπέλα Γιόχανσον, στο οποίο μιλούσε για τη βιομηχανία πορνό και εξιστορούσε τη ζωή της από την Τεχεράνη στη Στοκχόλμη.
Λίγο καιρό αργότερα, η Μπέλα, η οποία άλλαξε πολλές φορές το όνομά της, καταδικάστηκε σε φυλάκιση για λογιστικά αδικήματα σε ένα από τα κλαμπ της. Ωστόσο μετά την απελευθέρωσή της σε τοπικό μέσο εξέφρασε την επιθυμία της να σπουδάσει Νομική και να ασχοληθεί με τη διαχείριση περιβαλλοντικού εγκλήματος.
Μπορεί να μην την κέρδισε η Νομική τελικά, αλλά σίγουρα διαχειρίστηκε ζητήματα περιβαλλοντικού εγκλήματος… εκ των έσω, ιδρύοντας με τον σύζυγό της την εταιρία «NMT Think Pink» και καταγράφοντας πορεία που την οδήγησε ενώπιον δικαστηρίου.
Οι Νίλσον αντιμετωπίζουν κατηγορίες για σοβαρό περιβαλλοντικό έγκλημα και σοβαρό οικονομικό έγκλημα που συνδέεται με την εταιρεία, ενώ οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν σειρά κατηγοριών που περιλαμβάνουν σοβαρό περιβαλλοντικό έγκλημα, συνέργεια σε σοβαρό περιβαλλοντικό έγκλημα και περιβαλλοντικό έγκλημα.
Photo: Instagram/ Nmtthinkpink
Διαβάστε ακόμη
SSM: Θα συνεχίσουμε την αυστηρή εποπτεία στις τράπεζες
Πρωινές συνήθειες για ένα πιο αποδοτικό ξεκίνημα της ημέρας
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ