Μπορεί η ισχνή του όψη να μην προδίδει τον… δυναμικό χαρακτήρα του, αλλά το δέντρο Τζίκο στο Εθνικό Πάρκο Φιουλουφιαλέτ της Σουηδίας έχει αντέξει στο χρόνο και δικαιωματικά φέρει τον τίτλο του γηραιότερου δέντρου στον κόσμο, αν και στην πραγματικότητα θα έπρεπε να του έχει απονεμηθεί και εκείνος του πιο σκληροτράχηλου. Κάτι σαν τον Χαϊλάντερ τον αθάνατο -για τους μεγαλύτερους.
Το Τζίκο άντεξε στους αιώνες, «είδε» την άνοδο και την πτώση ολόκληρων πολιτισμών, αντιμετώπισε με σθένος τους σκληρούς χειμώνες της Σκανδιναβίας και επέζησε ακόμα και από έκρηξη ηφαιστείου.
Το αειθαλές κωνοφόρο δέντρο που ανήκει στην οικογένεια της ερυθρελάτης και έχει ύψος περίπου πέντε μέτρων (μικροσκοπικό σε σύγκριση με συγγενείς του που φτάνουν ακόμα και τα 40 μέτρα), εκτιμάται ότι είναι 9.550 ετών και άρχισε να φύεται μετά το τέλος της εποχής των παγετώνων.
Καθώς ο πάγος έλιωνε φυτά, όπως το Τζίκο, κατάφεραν να εδραιωθούν στο παγωμένο τοπίο, το οποίο παρότι φαινομενικά αφιλόξενο, ευνοούσε την ανάπτυξή τους αφού δεν υπήρχε ανταγωνισμός από άλλα είδη.
Για χιλιετίες το Τζίκο ζούσε υπογείως ως ριζικό σύστημα, με περιστασιακά μόνο την ανάπτυξη λίγων στελεχών. Μπορεί με την πάροδο του χρόνου και έπειτα από ακραία καιρικά φαινόμενα, πυρκαγιές ή επέλαση εντόμων να καταστράφηκε τμήμα του, ωστόσο το εκτεταμένο ριζικό δίκτυο παρέμεινε άθικτο, με τον σημερινό κορμό, τα κλαδιά και την κόμη του να αναπτύσσονται ανοδικά, πιθανώς χάρη σε μία περίοδο με ευνοϊκό κλίμα.
Χάρη σε αυτό το δίκτυο, λοιπόν, το δέντρο παραμένει ακόμα ζωντανό, αφού μπορεί το ορατό τμήμα του να μην είναι αρχαίο, αλλά το σύστημα κάτω από το έδαφος εξακολουθεί να αναπτύσσεται εδώ και τόσες χιλιάδες χρόνια, επομένως το δέντρο οφείλει σε μεγάλο βαθμό την μακροζωία του στην ικανότητα του να κλωνοποιείται.
Αναλυτικότερα κάθε ένας από τους 67 βλαστούς του είναι γενετικά πανομοιότυπος, δηλαδή μοιράζονται τον ίδιο γενετικό κώδικα. Αυτό το καθιστά πιο ανθεκτικό στις περιβαλλοντικές αλλαγές, καθώς μπορεί να προσαρμόζεται ταχύτερα.
Ο κλώνος, λοιπόν, του αρχικού δέντρου ανακαλύφθηκε το 2004 από τον Λάιφ Κούλμαν, καθηγητή στο τμήμα Οικολογίας και Περιβαλλοντικών επιστημών του πανεπιστημίου Ουμέα στη Σουηδία, ο οποίος το αναγνώρισε ως το μακροβιότερο φυτό του πλανήτη.
Εξήγησε πως συνήθως οι βλαστοί και ο κορμός της ερυθρελάτης έχουν διάρκεια ζωής περίπου 600 χρόνια, αλλά μόλις ένας βλαστός του Τζίκο πεθάνει, ένας νέος αναδύεται από το ίδιο ριζικό απόθεμα, για αυτό το λόγο έχει τόσο μεγάλη διάρκεια ζωής.
Οι ερευνητές εντόπισαν το «αθάνατο» δέντρο σε υψόμετρο 910 μέτρων στην επαρχία Νταλάρνα και ο Κούλμαν τον ονόμασε Τζίκο προς τιμήν του… σκύλου του.
Το Τζίκο αποδείχθηκε το ίδιο πιστό στο περιβάλλον του όσο ο τετράποδος φίλος του ερευνητή, καθώς δεν πτοήθηκε από τις δεκάδες γενιές ταράνδων που βόσκησαν στην περιοχή, στάθηκε στο ύψος του παρά τη λαίλαπα της μαύρης πανώλης που εξαφάνισε το 60% του πληθυσμού της Σκανδιναβίας το 1300 και επιβίωσε από τη πιο σφοδρή ηφαιστειακή έκρηξη στη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία που σημειώθηκε στο ηφαίστειο Λάκι της Ισλανδίας το 1783.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα μεμονωμένα στελέχη μπορούν να αναγεννηθούν μόνα τους. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και αν καταστραφεί το μεγαλύτερο μέρος του, τα μεμονωμένα στελέχη μπορούν να αναγεννηθούν από το ριζικό σύστημα, επιτρέποντάς του να επιβιώσει για χιλιάδες χρόνια.
Χάρη στην ανθεκτικότητά του το Τζίκο πλέον αποτελεί σύμβολο για σουηδικές εταιρίες που ασχολούνται με τις κατασκευές ή την ξυλεία.
Την περιέργεια του Κούλμαν κίνησε ένα περίεργο κλαδί που προεξείχε μέσα από το έδαφος. Αυτό ήταν το έναυσμα για να ξεκινήσει την έρευνα χάρη στην οποία ανακάλυψε ότι το ριζικό σύστημα του δέντρου είχε μήκος 75 μέτρων και κατέληξε στο έτος γέννησής του.
Οι ερευνητές πίστευαν πως η ερυθρελάτη μετανάστευσε στην περιοχή πριν περίπου 2.000 χρόνια, ωστόσο η ανακάλυψη του Τζίκο ανέτρεψε τα δεδομένα και παράλληλα υπολογίζεται πως το λιώσιμο των παγετών σημειώθηκε πολύ νωρίτερα από τις αρχικές εκτιμήσεις.
Επιπλέον, ο Κούλμαν πιστεύει ότι η μελέτη των δέντρων μπορεί να εξηγήσει πώς τα φυτά ανταποκρίνονται στην κλιματική αλλαγή, αφού με την ανακάλυψη του Τζίκου καταλήγουν ότι τα δέντρα έχουν την ικανότητα να μεταναστεύουν πολύ γρηγορότερα από τις αρχικές θεωρίες.
Όπως αναφέρει ο ερευνητής η υπερθέρμανση του πλανήτη διευκόλυνε την ομάδα να εντοπίσουν αρχαία κωνοφόρα ορεινά δέντρα καθώς παρότι για πολλές χιλιετίες επιβίωναν στην τούνδρα με τη μορφή χαμηλών θάμνων, τώρα αναπτύσσονται περισσότερο και εντοπίζονται με μεγαλύτερη ευκολία.
Παρότι ο ειδικός έχει επιλέξει να προστατεύσει την ακριβή τοποθεσία του δέντρου, δεν είναι λίγοι όσοι έχουν καταφέρει να την εντοπίσουν και κάθε καλοκαίρι φτάνουν στο σημείο για να δουν από κοντά τον πράσινο… γέροντα.
Photo: Wikidata/ Karl Brodowsky
Διαβάστε ακόμη
Το Δημόσιο βγάζει στο σφυρί τα κατασχεμένα
Εξωδικαστικός: Ρυθμίσεις χρεών 4 δισ. ευρώ μέσα στη χρονιά
Τουρισμός: Ετσι θα φτάσουμε σε εισπράξεις τα 27 δισ. ευρώ
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ