Η ώρα της αλήθειας για την κατασκευή του γιγαντιαίου έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης-Αττικής ύψους άνω του 1 δισ. ευρώ φτάνει με τον ΑΔΜΗΕ να πρέπει να αποδείξει με ποια χρηματοδοτικά εργαλεία θα καλύψει το κενό που δημιουργεί η απόφαση να υλοποιηθεί ως εθνικό έργο και μάλιστα σε χρόνους ικανούς που να μην κινδυνεύσει η ενεργειακή ασφάλεια του νησιού.
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα έργα που θα υλοποιηθούν την προσεχή τετραετία, το οποίο δεν θα χρηματοδοτηθεί από κάποιο ιδιώτη επενδυτή όπως στην περίπτωση του Ελληνικού αλλά από μια εταιρεία που ελέγχεται από το κράτος και συμμετέχει με 24% η Κινέζικη State Grid.
Οι ρυπογόνες μονάδες ορυκτών καυσίμων της Κρήτης έχουν πάρει παράταση κατά παρέκκλιση για την συνέχιση της λειτουργίας τους από την προηγούμενη κυβέρνηση μέχρι η ηλεκτρική διασύνδεση να γίνει η μεγάλη γέφυρα για την ενεργειακή μετάβαση του νησιού στο διασυνδεδεμένο σύστημα που θα επιτευχθεί το 2023. Πάνω εκεί θα στηριχθεί η ανάπτυξη των ΑΠΕ και η πολιτική απολιγνιτοποίησης που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση.
Δεν είναι τυχαίο ότι το έργο βρίσκεται πολύ υψηλά στην υπουργική ατζέντα Χατζηδάκη και η κρισιμότητά του να ολοκληρωθεί στους χρόνους που απαιτούνται προβάλλει και ο κυριότερος λόγος για την απόρριψή του ως έργου κοινοτικού ενδιαφέροντος (PCI) με το χαρακτήρα της διασυνοριακής ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ.
Ωστόσο με την ζυγαριά να γέρνει οριστικά υπέρ της Αριάδνης (θυγατρικής εταιρείας ειδικού σκοπού του ΑΔΜΗΕ) στην διαμάχη για το ποιος θα είναι ο φορέας υλοποίησης του έργου Αττική – Κρήτη, η συζήτηση επικεντρώνεται πλέον στις πηγές χρηματοδότησης από τις οποίες ο ΑΔΜΗΕ θα μπορέσει να αντλήσει κεφάλαια για να ολοκληρώσει το έργο.
Το κουβάρι με τα καλώδια μπερδεύεται από την στιγμή που η εταιρεία και κατ΄επέκταση η κυβέρνηση αποφάσισαν το έργο να βγει από το δρόμο του PCI, χάνοντας εξασφαλισμένη χρηματοδότηση ύψους 350 εκ. ευρώ και να γίνει ως εθνικό έργο.
Στελέχη της αγοράς με γνώση των χρηματοδοτικών απαιτήσεων του πρότζεκτ, υποστηρίζουν ότι η εταιρεία θα πρέπει να εξασφαλίσει την ομαλή χρηματοδότηση της μεγάλης διασύνδεσης κατά τη διάρκεια της κατασκευής του αφού για το διάστημα αυτό δεν θα εισπράττονται ανταποδοτικά τέλη από τους καταναλωτές μέσω των λογαριασμών ρεύματος.
Με τα μέχρι σήμερα στοιχεία η ΑΡΙΑΔΝΗ θα καταβάλει ίδια κεφάλαια 200 εκατ. ευρώ που έχει λάβει μέσω τραπεζικού δανεισμού του ΑΔΜΗΕ από Κινεζική τράπεζα και υπολείπονται για την υλοποίηση του ποσό πάνω από 800 εκατ. ευρώ.
Αν το έργο μπορέσει να χρηματοδοτηθεί από κοινοτικά κονδύλια (ΕΣΠΑ) το ποσό που υπολογίζεται να εξασφαλίσει σύμφωνα με αρμόδιες πηγές δεν θα ξεπερνά τα 250 εκατ. ευρώ. Κατά πληροφορίες ο ΑΔΜΗΕ έχει υπολογίσει κεφάλαια από 300 έως 400 εκατ. ευρώ, νούμερο όμως που δεν θεωρείται ρεαλιστικό, επιβεβαιώνοντας την δυσκολία στην αναζήτηση των χρηματοδοτικών πόρων.
Ακόμη και με την παραδοχή ότι τα ταμειακά διαθέσιμα της εταιρείας είναι πολύ υψηλά στα 365 εκατ. ευρώ και μπορούν να καλύψουν μέρος του χρηματοδοτικού κενού, αυτό σημαίνει ότι ο ΑΔΜΗΕ θα χρειαστεί άμεσα κεφάλαια περίπου 600 εκατ. ευρώ είτε με την καταβολή επιπλέον ιδίων κεφαλαίων είτε μέσω τραπεζικού δανεισμού.
Σύμφωνα με πληροφορίες ο ΑΔΜΗΕ βρίσκεται στην αναζήτηση εναλλακτικών σεναρίων για την πώληση μετοχών της ΑΡΙΑΔΝΗ καθώς η προσπάθεια για μεταβίβαση του 39% των μετοχών σε Ευρωπαίο διαχειριστή προσέκρουσε στον ύφαλο του PCI.
Στις μεγάλες αβεβαιότητες του έργου παραμένει και ο τρόπος υπολογισμού του επιτρεπόμενου εσόδου και της ποσοστιαίας απόδοσης επί αυτού.
Ο ΑΔΜΗΕ επιδιώκει επαναδιαπραγμάτευση του μεσοσταθμικού κόστους κεφαλαίου (WACC) και την έγκριση WACC με premium ως έργο μείζονος εθνικής σημασίας, προκειμένου να ανοίξει το δρόμο σε νέου επενδυτές, να βελτιώσει τους όρους βιωσιμότητας και κατ΄ επέκταση και τους όρους χρηματοδότησης του έργου. Στην περίπτωση της μεγάλης διασύνδεσης το WACC που έχει οριστεί από την ΡΑΕ για την περίοδο 2018- 2021 κυμαίνεται από7,6% για φέτος και φτάνει το 6,95% το 2021. Με το premium υπολογίζεται να ξεπεράσει το 9%. Χωρίς όμως την απόφαση της ΡΑΕ, δεν μπορεί να οριστικοποιηθεί και το business plan της εταιρείας.
Στα ντεσού της προετοιμασίας θα πρέπει να υπολογιστούν και τυχόν απρόβλεπτα έξοδα όπως γίνεται σε όλα τα μεγάλα project, τα οποία θα γεννήσουν την ανάγκη για επιπλέον χρηματοδότηση, που εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 100 εκ. ευρώ. Τότε όμως υπάρχει ο κίνδυνος να ψαλιδιστούν πόροι από άλλα έργα που έχει ήδη ξεκινήσει η εταιρεία, προκαλώντας νέο κύκλο καθυστερήσεων αλλά και ενεργοποίηση οικονομικών ρητρών κλπ.
Στα πιθανά αγκάθια προστίθονται και οι περιβαλλοντικές αντιδράσεις που ήδη καταγράφονται στη χωροθέτηση του σταθμού μετατροπής στη Δαμάστα της Κρήτης που αποτέλεσε πρόσφατα αντικείμενο ευρείας σύσκεψης παρουσία του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κωστή Χατζηδάκη και της διοίκησης του ΑΔΜΗΕ με τοπικούς δημάρχους και βουλευτές.
Κοπτοραπτική στο καλώδιο Ρίο-Αντίρριο
Αποκλίσεις στο χρονοδιάγραμμα θα μπορούσαν να προκαλέσουν, σύμφωνα με αρμόδιες πηγές και τεχνικές αστοχίες όπως συνέβη πρόσφατα με την πόντιση του καλωδίου που ενώνει το Ρίο με το Αντίρριο. Πρόκειται για ένα έργο που αποτελεί την πρώτη υποβρύχια διασύνδεση που γίνεται στην Ελλάδα και κατά πολύ μικρότερο της μεγάλης διασύνδεσης. Συγκεκριμένα, τα δύο υποβρύχια καλώδια που προβλέπει η υποδομή (το κάθε ένα από αυτά αποτελείται από τρία μονοπολικά καλώδια συνεπώς ποντίστηκαν 6 καλώδια), ποντίστηκαν εσπευσμένα στις 26 Αυγούστου με κορδέλες και βιντεοσκοπήσεις από αέρος.
Σύμφωνα με την διεθνή πρακτική αλλά και την μεθοδολογία που ακολουθεί μέχρι σήμερα ο ΑΔΜΗΕ, για να ποντιστούν υποβρύχια καλώδια, προηγείται η εκσκαφή της τάφρου όπου πρέπει να θαφτεί το υποβρύχιο καλώδιο και μετά να ακολουθήσει η πόντιση.
Στην περίπτωση όμως του καλωδίου Ρίο –Αντίρριο προς χάριν επικοινωνιακής φιέστας, ποντίστηκαν τα καλώδια στο βυθό χωρίς να έχουν γίνει εργασίες εκσκαφής. Όταν λοιπόν άρχισαν οι εργασίες εκσκαφής περί τα μέσα Σεπτεμβρίου, το μηχάνημα έκοψε το ένα από τα έξι καλώδια με αποτέλεσμα να απαιτείται να αλλαχθεί το κομμάτι που δεν ήταν ακόμα μέσα σε όρυγμα. Αυτό σημαίνει ότι το καλώδιο χρειάστηκε να βγει από το βυθό για τις εργασίες αποκατάστασης, να κοπεί και να αντικατασταθεί με άλλο και να ενωθεί με το υπόλοιπο καλώδιο. Οι εργασίες γίνονται πάνω στο πλοίο που σημαίνει αισθητά χαμηλότερη αξιοπιστία της διαδικασίας από το αν γινόταν στο εργοστάσιο.
Τέρνα – Μυτιληναίος θα κατασκευάσουν τους υποσταθμούς
Στο μεταξύ, πηγές της Αριάδνη Interconnection, θυγατρικής εταιρείας του ΑΔΜΗΕ, ενημερώνουν ότι:
– Η υποβολή των προσφορών στον διαγωνισμό για τους Σταθμούς Μετατροπής της Διασύνδεσης Κρήτης-Αττικής ολοκληρώθηκε την Παρασκευή 1η Νοεμβρίου 2019.
– Όπως προκύπτει από την αποσφράγιση των τεχνικών προσφορών σήμερα, Δευτέρα 4 Νοεμβρίου, στον διαγωνισμό συμμετέχουν οι ενώσεις εταιρειών ΤΕΡΝΑ-SIEMENS και ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ-GENERAL ELECTRIC-NARI.
Οι ίδιες πηγές διευκρινίζουν ότι το έργο αφορά τη Μελέτη, Προμήθεια και Εγκατάσταση δυο Σταθμών Μετατροπής Εναλλασσόμενου/Συνεχούς Ρεύματος και ενός Υποσταθμού για την Ηλεκτρική Διασύνδεση Συνεχούς Ρεύματος μεταξύ Κρήτης και Αττικής (2 x 500 MW).
Ο συνολικός προϋπολογισμός του έργου ανέρχεται σε 380.000.000 ευρώ και η διάρκεια υλοποίησης του είναι 36 μήνες. Το Έργο πρόκειται να ενταχθεί για συγχρηματοδότηση στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία» στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014-2020.
Πηγές της Εταιρείας αναφέρουν σχετικά: «Μετά και την ολοκλήρωση της διαδικασίας υποβολής προσφορών για τους Σταθμούς Μετατροπής, η Διασύνδεση Κρήτης-Αττικής μπαίνει σε τροχιά πλήρους υλοποίησης. Η Αριάδνη Interconnection θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να ολοκληρωθεί η τεχνική αξιολόγηση των προσφορών πριν το τέλος του τρέχοντος έτους, με στόχο στις αρχές του 2020 να έχουν υπογραφεί οι συμβάσεις με όλους τους αναδόχους του Έργου και να ξεκινήσουν οι εργασίες κατασκευής».-