Στα οικονομικά μεγέθη της καταστροφής, στις εξαγγελίες της ελληνικής κυβέρνησης, στην ευρωπαϊκή βοήθεια αλλά και στους δύσκολους δημοσιονομικούς χειρισμούς του οικονομικού επιτελείου της χώρας μας αναφέρθηκε αναλυτικά η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt.
Το ρεπορτάζ αναφέρεται ειδικότερα στην αύξηση του φόρου διαμονής για τουρίστες σε πολυτελή ξενοδοχεία που θα κληθούν να πληρώσουν για την φυσική καταστροφή: «Σήμερα κυμαίνεται από 50 σεντ έως 4 ευρώ ανά διανυκτέρευση και πελάτη. Αναμένεται να αυξηθεί στο 1,50 ευρώ στα ξενοδοχεία τριών αστέρων και στα έξι ευρώ στα πεντάστερα ξενοδοχεία». Από εκεί και πέρα, από τις πλημμύρες «επηρεάζεται και η κίνηση στο λιμάνι του Πειραιά, που αποτελεί το μεγαλύτερο λιμάνι μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων στη Μεσόγειο. Από εδώ έφευγαν καθημερινά προς Κεντρική Ευρώπη, πολλά κοντέινερ. Όμως πλέον η σιδηροδρομική γραμμή στη Θεσσαλία έχει καταστραφεί σε μήκος περίπου 50 χλμ (…)»
Όπως παρατηρεί η εφημερίδα: «Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξελέγη τον Ιούνιο για δεύτερη θητεία, όμως οι πλημμύρες τον θέτουν υπό πολιτική πίεση. Μετά το χειρότερο σιδηροδρομικό δυστύχημα στην ιστορία της χώρας τον Φεβρουάριο και τη μεγαλύτερη δασική πυρκαγιά στην Ευρώπη τον Αύγουστο, οι πλημμύρες είναι η τρίτη καταστροφή φέτος. Όταν εξελέγη το 2019 για πρώτη φορά υποσχέθηκε εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκηση κι ένα αποτελεσματικό κράτος. Τώρα πολλοί άνθρωποι στις περιοχές που επλήγησαν από φωτιές και πλημμύρες αισθάνονται ότι έχουν αφεθεί μόνοι».
Aπό την Πύλο στον Πειραιά: Δύο παραιτήσεις
Στον τραγικό θάνατο του 36χρονου Αντώνη Καρυώτη από μέλη του πληρώματος του πλοίου Blue Horizon στο λιμάνι του Πειραιά αλλά και στις πολιτικές εξελίξεις που πυροδότησε αναφέρεται η Süddeutsche Zeitung. «Οι λέξεις που ακούστηκαν από το πλήρωμα μετέτρεψαν τη δολοφονία σε πολιτική υπόθεση. ‘Νόμιζα ότι ήταν μαύρος. Πακιστανός’». Λόγια που όπως παρατηρεί το ρεπορτάζ «προσθέτουν μια άλλη διάσταση στην ήδη σκανδαλώδη υπόθεση». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε δηλώσει ότι ο θάνατος του Αντώνη «κάθε άλλο παρά ενδεικτικό περιστατικό είναι για το τι είδους χώρα θέλουμε να είμαστε».
Διαβάστε περισσότερα στην Deutsche Welle