«Η επιδίωξη, η σταθερή επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η αξιολόγηση να κλείσει μέσα στο 2017 και αυτό κυρίως διότι έρχεται να επιβεβαιώνει και να ενισχύει αυτό το καλό κλίμα που σήμερα υπάρχει στον τομέα της οικονομίας»: το μήνυμα αυτό στέλνει, μέσω της συνέντευξής του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο υπουργός Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης.
Ταυτοχρόνως επικρίνει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι για άλλη μια φορά, όπως υποστηρίζει, δημιουργεί ή επιχειρεί εν πάση περιπτώσει να δημιουργήσει κλίμα καταστροφολογίας, το οποίο «δεν ανταποκρίνεται ούτε στην ψυχολογία του κόσμου σήμερα αλλά ούτε και στα αντικειμενικά δεδομένα της στιγμής», καθώς «οι εκτιμήσεις ξένων οίκων, τραπεζών, οι αναβαθμίσεις που έχουν γίνει σε σχέση με την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, τα ίδια τα μεγέθη των επενδύσεων τα οποία δείχνουν ότι ανακάμπτουν, η μείωση της ανεργίας –όλα αυτά είναι συγκεκριμένα κομμάτια της σημερινής πραγματικότητας», επισημαίνει μιλώντας στο Πρακτορείο ο Π. Σκουρλέτης.
Όσον αφορά την υπόθεση της επένδυσης στο Ελληνικό, ο υπουργός Εσωτερικών χαρακτηρίζει «θετική» τη διαδικασία που ακολουθήθηκε στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο και υπογραμμίζει: «Στην Ελλάδα υπάρχουν νόμοι, οι οποίοι πρέπει να γίνονται σεβαστοί και ευτυχώς με βάση τη δική μας ταυτότητα, την ταυτότητα της χώρας μας, η υπόθεση της προστασίας των αρχαίων σε αυτόν τον τόπο τελικά πρέπει να γίνεται σεβαστή –και αυτό ισχύει για όλους, μα όλους, τους επενδυτές». Και, εν τέλει, «δεν θα πρέπει στο όνομα της κρίσης να υπονομεύσουμε τελικά την ίδια την ταυτότητα της χώρας».
Παρεμβαίνοντας στη συζήτηση για την κατεύθυνση που θα πάρει η Ευρώπη, επισημαίνει ότι «για να είναι η Ευρώπη ένας παράγοντας σταθερότητας, ειρήνης, ανάπτυξης για την παγκόσμια οικονομία, θα πρέπει να είναι μια Ευρώπη της αλληλεγγύης, της δημοκρατίας, διατηρώντας τα στοιχεία εκείνα της κοινωνικής αντίληψης που χαρακτήριζε την Ευρώπη πριν από μερικά χρόνια».
Σε ό,τι αφορά την εκλογή επικεφαλής της Κεντροαριστεράς, ο Π. Σκουρλέτης υποστηρίζει: «Θα εκλεγεί ένας αρχηγός ανάμεσα σε δέκα υποψηφίους που δεν είναι γνωστό ποιο είναι το νέο πλαίσιο των αρχών, των κανόνων, των θέσεων, των προγραμματικών προτάσεων αυτού του κόμματος που καλείται να ηγηθεί κάποιος». Ως εκ τούτου, προσθέτει, «πρόκειται δηλαδή για την, θα έλεγε κανείς, μεγαλύτερη μέχρι τώρα απαξίωση της έννοιας του πολιτικού υποκειμένου που έχει δει η ελληνική πολιτική ζωή», ενώ επισημαίνει ότι αν ο συγκεκριμένος πολιτικός χώρος δεν χειραφετηθεί απέναντι στο νεοφιλελευθερισμό και την ΝΔ, τότε προφανώς δεν θα έχει θετική προοπτική.
Με αφορμή, τέλος, τον προϋπολογισμό και τα κονδύλια που κατευθύνονται στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ο αρμόδιος υπουργός σημειώνει ότι υπάρχει αύξηση της τάξης του 5% σε σχέση με το τι προβλεπόταν στον προϋπολογισμό του 2017, κατηγορώντας παράλληλα την αντιπολίτευση για «περίεργη δημιουργική λογιστική».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του υπουργού Εσωτερικών Πάνου Σκουρλέτη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ:
Ερ.: Κύριε υπουργέ, πώς φαντάζεστε τη χώρα σε ένα χρόνο από τώρα;
Απ.: Νομίζω ότι αν επιβεβαιωθούν οι σημερινές εκτιμήσεις, σε ένα χρόνο από τώρα η χώρα θα είναι σαφώς σε μια καλύτερη θέση. Μιλάμε δηλαδή για κάποιους μήνες μετά το τέλος του εφαρμοζόμενου προγράμματος και τη μετάβαση σε μια νέα εποχή. Βεβαίως πολλά θα εξαρτηθούν από το μεσοδιάστημα και σε σχέση με τους ρυθμούς ανάπτυξης. Διότι όσο καλύτερα πάει η οικονομία, τόσο, θα έλεγε κανείς, έχουν διαμορφωθεί οι κατάλληλοι όροι για να μπορέσουμε να ανακτήσουμε το χαμένο έδαφος και να ανακτήσουμε και την κυριαρχία των πραγμάτων και των κινήσεών μας.
Ερ.: Άρα, λοιπόν, προβλέπετε ότι η αξιολόγηση, η τρίτη αξιολόγηση, θα κλείσει στην ώρα της και ότι θα βγει η χώρα από τα μνημόνια τον προσεχή Αύγουστο; Αυτή είναι η εκτίμησή σας;
Απ.: Η επιδίωξη, η σταθερή επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η αξιολόγηση να κλείσει μέσα στο 2017 και αυτό κυρίως διότι έρχεται να επιβεβαιώνει και να ενισχύει αυτό το καλό κλίμα που σήμερα υπάρχει στον τομέα της οικονομίας. Απελευθερώνει τις δυνατότητες να υπάρξουν συγκεκριμένα βήματα στον τομέα της ανάπτυξης, των επενδύσεων, και γενικότερα βήματα και κινήσεις που θα βελτιώνουν τη ζωή των περισσοτέρων. Από εκεί και έπειτα νομίζω ότι προφανώς όλοι αντιλαμβάνονται ότι δεν σημαίνει το τέλος του προγράμματος αυτομάτως ότι η ζωή μας γυρνάει και γίνεται ίδια όπως ήταν πριν το 2010. Προφανώς θα υπάρχει μια μεταβατική περίοδος ελέγχου της ελληνικής οικονομίας, αυτό είναι νομίζω γνωστό σε όλους αλλά έχει σημασία -επαναλαμβάνω– το πώς θα είναι η κατάσταση τότε που θα βγαίνουμε για να δούμε πλέον πώς θα είναι και το «μετά».
Ερ.: Το θίξατε και εσείς, ένα ερώτημα που τίθεται, είναι τι επιφυλάσσει η τρέχουσα χρονιά στους πολίτες. Και με αφορμή τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό είχαμε ήδη την αρχή μιας πολιτικής σύγκρουσης. Η ΝΔ από την πλευρά της προβλέπει μια δύσκολη χρονιά, μια ακόμη δύσκολη χρονιά για τον πολίτη με άμεσες ή έμμεσες περικοπές του εισοδήματός του, με κατασχέσεις, με εσωτερική στάση πληρωμών. Τι απαντά σε όλα αυτά η κυβέρνηση;
Απ.: Τις έχω δει τις δηλώσεις της ΝΔ και για άλλη μια φορά θεωρώ ότι δημιουργούν ή επιχειρούν εν πάση περιπτώσει να δημιουργήσουν ένα κλίμα καταστροφολογίας, το οποίο δεν ανταποκρίνεται ούτε στην ψυχολογία του κόσμου σήμερα αλλά ούτε και στα αντικειμενικά δεδομένα της στιγμής. Οι εκτιμήσεις ξένων οίκων, τραπεζών, οι αναβαθμίσεις που έχουν γίνει σε σχέση με την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, τα ίδια τα μεγέθη των επενδύσεων τα οποία δείχνουν ότι ανακάμπτουν, η μείωση της ανεργίας –όλα αυτά είναι συγκεκριμένα κομμάτια της σημερινής πραγματικότητας. Άρα θεωρώ ότι δεν είναι πειστική η προπαγάνδα της ΝΔ, γιατί για αυτό πρόκειται. Ξέρετε κάτι, παρόλο βέβαια –και θέλω να είμαι απόλυτα ειλικρινής χωρίς καμιά διάθεση ωραιοποίησης– που βελτιώνονται κάποιοι δείκτες είναι βέβαιο ότι για ένα κομμάτι της κοινωνίας αυτό δεν εξατομικεύεται. Είναι τόσο μεγάλη η απώλεια εισοδημάτων και η συμπίεση σε μεγάλες κατηγορίες της κοινωνίας μας, ώστε προφανώς και αν βελτιώνονται και βελτιωθούν όπως όλα δείχνουν κάποιοι δείκτες, δεν σημαίνει ότι αυτό το βιώνει ο καθένας στη ζωή του. Αλλά προϋπόθεση για να αρχίσει να το αισθάνεται ο καθένας στην καθημερινότητά του είναι να βελτιωθεί η μεγάλη εικόνα και νομίζω ότι, αν δεν υπάρξουν απρόβλεπτες καταστάσεις, αν δεν υπάρξουν πιέσεις από πλευράς των δανειστών οι οποίες θα εκκινούν από λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, ναι, θα πάμε καλύτερα και ότι μπορούμε βάσιμα να αισιοδοξούμε.
Ερ.: Και μιας και συζητούμε για τον προϋπολογισμό, τα κονδύλια για τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης μειώνονται κύριε υπουργέ;
Απ.: Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Εμείς είχαμε πει ως κυβέρνηση ότι ο περσινός προϋπολογισμός του 2017 θα ήταν ο τελευταίος προϋπολογισμός μείωσης των πόρων που προβλέπονται για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και αυτό επιβεβαιώνεται από το σημερινό προσχέδιο. Έχουμε μια αύξηση της τάξης του 5% σε σχέση με το τι προβλεπόταν στον προϋπολογισμό του 2017 και δεν καταλαβαίνω αυτή την περίεργη δημιουργική λογιστική της αντιπολίτευσης όπου μιλάει, ενώ τα νούμερα μιλούν από μόνα τους, για μείωση των πόρων προς την Αυτοδιοίκηση. Θεωρώ λοιπόν ότι τουλάχιστον σε αυτόν τον τομέα μπορούμε να ισχυριζόμαστε ότι τα πράγματα, χωρίς να λέμε ότι θεαματικά βελτιώνονται, βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση.
Ερ.: Η αλλαγή σελίδας που περιγράφετε προϋποθέτει επενδύσεις. Με ποιες προϋποθέσεις όμως είναι ένα δεύτερο ερώτημα που τίθεται και με αφορμή τις περιπτώσεις των Σκουριών και του Ελληνικού. Εσείς τι λέτε γι αυτό το θέμα; Και ευκαιρίας δοθείσης, πότε εκτιμάτε ότι θα μπουν μπουλντόζες στο Ελληνικό;
Απ.: Επενδύσεις δεν είναι μόνο η περίπτωση του Ελληνικού ή η περίπτωση των Σκουριών. Μάλλον θα έλεγα ότι είναι επενδύσεις, οι οποίες έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και όταν μιλάμε για ανάκαμψη της επενδυτικής δραστηριότητας αυτό επιβεβαιώνεται από τα δύο και πλέον δισεκατομμύρια, τα οποία αυτή τη στιγμή συνιστούν το μέγεθος των νέων επενδύσεων σε σχέση με το διάστημα που έχει κυλήσει μέχρι τώρα το 2017. Αλλά, μιας και με ρωτήσατε, θέλω να είμαι λίγο πιο συγκεκριμένος. Θεωρώ ότι η διαδικασία του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου που τόσο, αν θέλετε, λοιδορήθηκε ή επιχειρήθηκε να υπονομευθεί, έστειλε, τελικά, κάποια μηνύματα προς όλες τις κατευθύνσεις. Ότι ευτυχώς ακόμα στην Ελλάδα υπάρχουν νόμοι, οι οποίοι πρέπει να γίνονται σεβαστοί και ευτυχώς με βάση τη δική μας ταυτότητα, την ταυτότητα της χώρας μας, η υπόθεση της προστασίας των αρχαίων σε αυτόν τον τόπο τελικά πρέπει να γίνεται σεβαστή –και αυτό ισχύει για όλους, μα όλους, τους επενδυτές . Αυτό ίσχυε εδώ και δεκαετίες, χρόνια, νομίζω ότι δεν θα πρέπει στο όνομα της κρίσης να υπονομεύσουμε τελικά την ίδια την ταυτότητα της χώρας. Και δεν το λέω με μια διάθεση, αν θέλετε, υπεράσπισης μιας ιστορικής διαδρομής. Αυτά τα στοιχεία που συνδέονται με την πολιτιστική κληρονομιά μας, με την ιστορία του τόπου είναι αυτά τα οποία μας είναι απαραίτητα για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε και στις από εδώ και πέρα προκλήσεις. Θεωρώ λοιπόν ότι η εξέλιξη στο Ελληνικό έτσι όπως έγινε η διαδικασία του ΚΑΣ υπήρξε τελικά θετική. Εάν υπάρχουν άλλου είδους προβλήματα που σχετίζονται με την φερεγγυότητα του επενδυτή, για αυτά, αν θέλετε, καλύτερα να μιλήσει ο ίδιος. Αυτή η επένδυση προχωράει.
Ερ.: Ο ίδιος ο επενδυτής εννοείτε;
Απ.: Ο ίδιος ο επενδυτής. Η επένδυση αυτή προχωράει αλλά με βάση και τη διαπραγμάτευση που έκανε η κυβέρνηση και είναι προς όφελος τελικά των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής, τη δυνατότητα της πρόσβασης στο θαλάσσιο «μέτωπο», το περισσότερο πράσινο –άρα θεωρώ ότι κακώς επιχείρησαν κάποιοι να λοιδορήσουν τον αρχαιολογικό νόμο και να βρουν, με αφορμή την επένδυση του Ελληνικού, την ευκαιρία να πάμε σε μια επενδυτική πρακτική, η οποία δεν θα σέβεται το ευρωπαϊκό κεκτημένο και το εθνικό μας κεκτημένο.
Ερ.: Κάτι τελευταίο, κύριε υπουργέ, είμαστε σε μια Ευρώπη που αλλάζει. Είναι κατά τη γνώμη σας αναγκαία η συνεννόηση μεταξύ των διαφορετικών πολιτικών ομάδων του προοδευτικού τόξου στην Ευρώπη; Και, καθώς είναι σε εξέλιξη η διαδικασία για την εκλογή νέου αρχηγού στην Κεντροαριστερά εδώ στη χώρα μας, εκτιμάτε πώς αυτή η συνεννόηση είναι κάτι που απασχολεί τους υποψήφιους αρχηγούς για το νέο σχήμα;
Απ.: Ναι, σε σχέση με την Ευρώπη θέλω να σας πω το εξής: σίγουρα σε μια μεταβατική περίοδο όπου συνυπάρχουν πολλές τάσεις και χαρακτηρίζεται από αντιφατικά φαινόμενα, (τι θα γίνει) εάν λοιπόν οι βασικές στρατηγικές επιλογές για την επόμενη μέρα δεν μπορέσουν να βγάλουν τα σωστά συμπεράσματα; Γιατί σήμερα έχει ενισχυθεί ο ακροδεξιός ευρωσκεπτικισμός; Γιατί ξανά πάλι ενδυναμώνονται εκείνες οι φωνές οι οποίες επιδιώκουν την εθνική αναδίπλωση; Τότε φοβάμαι ότι δεν θα μπορέσει η Ευρώπη να έχει μια προοπτική σαν και αυτή, η οποία θα σχετίζεται με τα αίτια που μας οδήγησαν στο να την συγκροτήσουμε. Για να είναι η Ευρώπη λοιπόν ένας παράγοντας σταθερότητας, ειρήνης, ανάπτυξης, για την παγκόσμια οικονομία θα πρέπει να είναι μια Ευρώπη της αλληλεγγύης, της δημοκρατίας, διατηρώντας τα στοιχεία εκείνα της κοινωνικής αντίληψης που χαρακτήριζε την Ευρώπη πριν από μερικά χρόνια. Όλα αυτά τα οποία έχουν τραυματιστεί με βάση τις κυρίαρχες επιλογές. Θεωρώ λοιπόν ότι είναι σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Μια τέτοια προοπτική μπορεί να υπηρετηθεί προφανώς μέσα από την πολιτική συνεννόηση των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων στην Ευρώπη. Υπάρχουν τέτοιες φωνές και ελπίζω να ενισχυθούν. Πώς αυτό αντανακλά τώρα στην Ελλάδα στο εσωτερικό της χώρας; Θεωρώ ότι η εγχώρια εκδοχή της Κεντροαριστεράς, της ελληνικής Σοσιαλδημοκρατίας, δεν φαίνεται ότι έχει αντιληφθεί αυτή τη δυνατότητα που έχουν αντιληφθεί οι αντίστοιχες πολιτικές δυνάμεις της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Και μού κάνει εντύπωση, αυτή καθαυτή η διαδικασία ανάδειξης του νέου αρχηγού, εδώ πέρα βλέπετε «βάζουν το κάρο μπροστά από το άλογο». Θα εκλεγεί ένας αρχηγός ανάμεσα σε δέκα υποψηφίους που δεν είναι γνωστό ποιο είναι το νέο πλαίσιο των αρχών, των κανόνων, των θέσεων, των προγραμματικών προτάσεων αυτού του κόμματος που καλείται να ηγηθεί κάποιος. Πρόκειται δηλαδή για την, θα έλεγε κανείς, μεγαλύτερη μέχρι τώρα απαξίωση της έννοιας του πολιτικού υποκειμένου που έχει δει η ελληνική πολιτική ζωή. Και χωρίς να έχουν δεσμευτεί αν θα συνυπάρχουν την επόμενη μέρα όλοι αυτοί που είναι σήμερα υποψήφιοι αρχηγοί του κόμματος. Είναι δηλαδή μια, θα έλεγα, πρακτική μεταδημοκρατίας, η οποία δεν είναι καθόλου δημοκρατική όμως. Δεν βλέπω, αν θέλετε, κάτι θετικό σε αυτή τη διαδικασία. Κυρίως αν αυτή η διαδικασία δεν συνδυαστεί με έναν αυτοπροσδιορισμό όλων αυτών των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς, ο οποίος θα έχει το στοιχείο της χειραφέτησης απέναντι στο νεοφιλελευθερισμό και την ΝΔ, τότε προφανώς δεν θα υπάρχει θετική προοπτική για αυτό το χώρο.