«Η Ελλάδα είναι απολύτως ικανοποιημένη» από τα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής δήλωσε το πρωί της Παρασκευής ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσερχόμενος στη δεύτερη ημέρα της συνεδρίασης των 27 της ΕΕ.
«Προσμένουμε το συντομότερο δυνατόν στην έναρξη των διερευνητικών επαφών όπως τα δύο μέρη (σ.σ. Ελλάδα-Τουρκία) έχουν δεσμευθεί» συμπλήρωσε ο πρωθυπουργός.
Όπως εξήγησε η ΕΕ με το κείμενο στο οποίο κατέληξε «κατέστησε απολύτως σαφές ποιες θα είναι οι επιπτώσεις σε περίπτωση που η Τουρκία συνεχίσει τις μονομερείς ενέργειές της».
Η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει ως εξής:
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έστειλε χθες ένα σαφές μήνυμα ενότητας, αλληλεγγύης και αποφασιστικότητας. Ξεκαθάρισε, με απόλυτη σαφήνεια, ότι η άρση κάθε μονομερούς ενέργειας αποτελεί προϋπόθεση για τη βελτίωση των σχέσεων Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας, κάτι το οποίο όλοι μας επιθυμούμε.
Κατέστησε όμως ταυτόχρονα και απολύτως σαφές ποιες θα είναι οι επιπτώσεις σε περίπτωση που η Τουρκία συνεχίσει την επιθετική της συμπεριφορά. Η Ελλάδα είναι απολύτως ικανοποιημένη από τα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής και προσβλέπουμε, το συντομότερο δυνατόν, στην έναρξη των διερευνητικών επαφών, όπως εξάλλου και τα δύο μέρη έχουν δεσμευθεί.
Έμμεση, αλλά σαφής αναφορά για κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας
Στο κείμενο συμπερασμάτων το οποίο ενέκριναν στις 2 τα ξημερώματα οι 27 ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχει (έμμεση, αλλά σαφής) αναφορά σε κυρώσεις κατά της Τουρκίας, εφόσον συνεχίσει τις προκλητικές ενέργειες στην Ανατολική Μεσόγειο.
Έπειτα από δραματικές διαβουλεύσεις που διήρκεσαν εννέα ώρες, η ευρωπαϊκή ηγεσία υιοθέτησε σε σημαντικό βαθμό τις ελληνικές θέσεις για σαφή καταδίκη της Άγκυρας και εξέφρασε την αλληλεγγύη προς την Ελλάδα και την Κύπρο, οι ηγέτες των οποίων Κυριάκος Μητσοτάκης και Νίκος Αναστασιάδης έδωσαν σκληρή μάχη συνεπικουρούμενοι κυρίως από τον Γάλλο Πρόεδρο Εμάνουελ Μακρόν αλλά και άλλους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων.
Στην τρίτη κατά σειράν εκδοχή του προσχεδίου που υιοθετήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση «καλεί την Τουρκία να ξεκινήσει διάλογο με στόχο την επίλυση όλων των θαλάσσιων διαφορών μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου». Σημειώνει ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο «παραμένει πλήρως δεσμευμένο για μια συνολική διευθέτηση του Κυπριακού».
Ενώ αναφέρεται ότι «σε περίπτωση ανανεωμένων μονομερών ενεργειών ή προκλήσεων κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, η ΕΕ θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα και τις επιλογές που έχει στη διάθεσή της, συμπεριλαμβανομένων σύμφωνα με το άρθρο 29 της ΣΕΕ και το άρθρο 215 ΣΛΕΕ, προκειμένου για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της και τα συμφέροντα των κρατών μελών της». Είναι μια διατύπωση η οποία, κατά την ερμηνεία ελληνικών διπλωματικών πηγών παραπέμπει σε κυρώσεις οι οποίες περιγράφονται στα επικαλούμενα άρθρα των Ευρωπαϊκών Συνθηκών.
Στα σημεία, εξάλλου, που αφαιρέθηκαν στην τρίτη εκδοχή του προσχεδίου περιλαμβανόταν ακόμη και η αναφορά ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί η κατανομή των πόρων υδρογονανθράκων στην Κύπρο, τη στιγμή που στον πυρήνα της τουρκικής επιχειρηματολογίας βρίσκεται η απαίτηση οι Τουρκοκύπριοι να λάβουν δίκαιο μερίδιο από τυχόν ευρήματα γύρω από το διχοτομημένο νησί. Σε κάθε περίπτωση, «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα συνεχίσει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και θα επανέλθει αναλόγως και θα λάβει αποφάσεις, ανάλογα με την περίπτωση, το αργότερο κατά τη σύνοδό του του Δεκεμβρίου» υποστηρίζει το προσχέδιο.
Τι αναφέρει το κείμενο συμπερασμάτων
II. Εξωτερικές σχέσεις
Ανατολική Μεσόγειος
15. Στρατηγικό συμφέρον της ΕΕ είναι ένα σταθερό και ασφαλές περιβάλλον στην Ανατολική Μεσόγειο και η ανάπτυξη μιας συνεργατικής και αμοιβαίως επωφελούς σχέσης με την Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτό, η επιδίωξη διαλόγου με καλή πίστη και η αποχή από μονομερείς ενέργειες που αντιβαίνουν στα συμφέροντα της ΕΕ και παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και τα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών μελών της ΕΕ αποτελεί απόλυτη προϋπόθεση. Όλες οι διαφορές πρέπει να επιλύονται μέσω ειρηνικού διαλόγου και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Στο πλαίσιο αυτό, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιβεβαιώνει την πλήρη αλληλεγγύη του προς την Ελλάδα και την Κύπρο, των οποίων η κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα πρέπει να γίνονται σεβαστά.
16. Η ΕΕ εκφράζει ικανοποίηση για τα πρόσφατα βήματα οικοδόμησης εμπιστοσύνης από την Ελλάδα και την Τουρκία καθώς και για την εξαγγελία ότι θα επαναλάβουν τις απευθείας διερευνητικές συνομιλίες τους με στόχο την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης των δύο χωρών. Οι προσπάθειες αυτές πρέπει να συνεχιστούν και να διευρυνθούν.
17. Παράλληλα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καταδικάζει έντονα τις παραβιάσεις των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας οι οποίες πρέπει να τερματιστούν. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλεί την Τουρκία να απόσχει στο μέλλον από παρόμοιες ενέργειες κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπογραμμίζει ότι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης θα πρέπει να επιλυθεί μέσω διαλόγου και διαπραγμάτευσης καλή τη πίστει, με πλήρη σεβασμό του διεθνούς δικαίου, και καλεί την Τουρκία να αποδεχθεί την πρόσκληση της Κύπρου να συμμετάσχει σε διάλογο για τη διευθέτηση όλων των θαλάσσιων διαφορών μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου.
18. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υποστηρίζει την ταχεία επανέναρξη των διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, και παραμένει πλήρως δεσμευμένο σε συνολική διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος στο πλαίσιο του ΟΗΕ και σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων 550 και 789 ΣΑΗΕ, και σύμφωνα με τις αρχές στις οποίες έχει θεμελιωθεί η ΕΕ. Το ίδιο αναμένει και από την Τουρκία. Η ΕΕ είναι πρόθυμη να συμβάλει ενεργά στην υποστήριξη των διαπραγματεύσεων, μεταξύ άλλων διορίζοντας, αμέσως μετά την επανέναρξή τους, εκπρόσωπο στην αποστολή καλών υπηρεσιών του ΟΗΕ.
19. Υπό τον όρο ότι θα συνεχιστούν οι εποικοδομητικές προσπάθειες να τερματιστούν οι παράνομες ενέργειες έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφωνεί να δρομολογήσει θετικό πολιτικό θεματολόγιο ΕΕ-Τουρκίας με ιδιαίτερη έμφαση στον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης και τη διευκόλυνση του εμπορίου, τις διαπροσωπικές επαφές, τους διαλόγους υψηλού επιπέδου, τη συνεχή συνεργασία σε ζητήματα μετανάστευσης, σύμφωνα με τη δήλωση ΕΕ-Τουρκίας του 2016. Προς τούτο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλεί τον Πρόεδρό του, σε συνεργασία με την Πρόεδρο της Επιτροπής και με την υποστήριξη του Ύπατου Εκπροσώπου, να καταρτίσει πρόταση για την αναζωογόνηση του θεματολογίου ΕΕ-Τουρκίας.
20. Υπενθυμίζοντας και επιβεβαιώνοντας μεταξύ άλλων τα προηγούμενα συμπεράσματά του για την Τουρκία του Οκτωβρίου 2019, σε περίπτωση ανανεωμένων μονομερών ενεργειών ή προκλήσεων κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, η ΕΕ θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα και τις επιλογές που έχει στη διάθεσή της, μεταξύ άλλων σύμφωνα με το άρθρο 29 της ΣΕΕ και το άρθρο 215 της ΣΛΕΕ, προκειμένου να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της και τα συμφέροντα των κρατών μελών της.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα συνεχίσει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και θα επανέλθει αναλόγως και θα λάβει αποφάσεις κατά περίπτωση το αργότερο κατά τη σύνοδό του τού Δεκεμβρίου.
21. Τέλος, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζητεί τη σύγκληση πολυμερούς διάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο και καλεί τον Ύπατο Εκπρόσωπο να συμμετάσχει στις συνομιλίες για τη διοργάνωσή της. Οι λεπτομέρειες, όπως η συμμετοχή, το πεδίο και το χρονοδιάγραμμα, θα πρέπει να συμφωνηθούν από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Η διάσκεψη θα μπορούσε να περιλαμβάνει ζητήματα για τα οποία απαιτούνται πολυμερείς λύσεις, μεταξύ άλλων η θαλάσσια οριοθέτηση, η ασφάλεια, η ενέργεια, η μετανάστευση και η οικονομική συνεργασία.
Το παρασκήνιο και τα τρία προσχέδια
Σε σταυρόλεξο για γερούς λύτες αναδείχθηκε η χθεσινή Σύνοδος Κορυφής των ηγετών της ΕΕ, καθώς οι πυρετώδεις διαβουλεύσεις για το σημείο της ημερήσιας διάταξης που αφορούσε τις Ευρωτουρκικές σχέσεις ολοκληρώθηκαν λίγο πριν την ανατολή του ήλιου. Οι εννιά και πλέον ώρες που μεσολάβησαν μέχρι τη συμφωνία όλων των μερών χαρακτηρίστηκαν από εξαντλητικές συζητήσεις πάνω σε τρία, διαδοχικά και διαφορετικά προσχέδια, ώστε το κείμενο των συμπερασμάτων να αντανακλά όσο το δυνατόν πιο πιστά τις ελληνικές θέσεις -όπερ και εγένετο- όπως αυτές αποτυπώθηκαν κατά την προσέλευση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για τις εργασίες της Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
«Η τουρκική προκλητικότητα, είτε αυτή εκδηλώνεται μέσα από μονομερείς ενέργειες είτε εκδηλώνεται μέσα από μία ακραία ρητορική δεν μπορεί να γίνει άλλο ανεκτή» ανέφερε προσερχόμενος ο κ. Μητσοτάκης, αναλύοντας τις προθέσεις του, καθώς «έχει έρθει η ώρα η Ευρώπη να συζητήσει με θάρρος και με ειλικρίνεια τι είδους σχέση θέλει πραγματικά να έχει με την Τουρκία» δήλωσε από τα πρώτα λεπτά της άφιξής του στη Σύνοδο, με την πλάστιγγα του τελικού κειμένου συμπερασμάτων να γέρνει πολύ περισσότερο προς την ελληνική πλευρά από τις αρχικές προθέσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Καλύτερα συμπεράσματα
Εκ του αποτελέσματος, ωστόσο, όλοι συνηγορούν στο ότι «ήταν μία πολύ δύσκολη διαπραγμάτευση», αν και το τελικό κείμενο που υιοθετήθηκε είναι πολύ καλύτερο για τις θέσεις της Ελλάδας και της Κύπρου απ’ αυτό που είχε αρχικά προταθεί, όταν μάλιστα στο αρχικό προσχέδιο απουσίαζε κάθε υπόνοια περί κυρώσεων ή ευρωπαϊκών αντίμετρων.
Αντίθετα, η καλύτερη για τα ελληνικά και κυπριακή διατύπωση ως προς την προστασία θεμελιακών του δικαιωμάτων επισφραγίστηκε και από τη δήλωση της Προέδρου της Κομισιόν ότι «κανείς δεν μπορεί να διχάσει την Ευρώπη. Έτσι, η ΕΕ στέλνει σήμερα ένα μήνυμα ενότητας, αλληλεγγύης και αποφασιστικότητας», αμβλύνοντας κάθε περιθώριο αμφιβολίας ως προς την ευρωπαϊκή στήριξη.
Τουρκική καταδίκη και στο βάθος κυρώσεις
Επιπλέον, στο τελικό κείμενο των συμπερασμάτων καταδικάζονται απερίφραστα οι μονομερείς ενέργειες της Τουρκίας και είναι ξεκάθαρο ότι αν υπάρξει συνέχιση τέτοιων συμπεριφορών, αυτό θα έχει συνέπειες.
Πολλούς πόντους κέρδισαν οι ελληνοκυπριακές θέσεις και στο επίπεδο των συνεπειών, καθώς γίνεται σαφής αναφορά στα συγκεκριμένα άρθρα των Συνθηκών για την επιβολή κυρώσεων (Άρθρο 29 & 215).
Ορόσημο ο Δεκέμβριος
Κυρίως όμως υπογραμμίζεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα χρησιμοποιήσει, σε περίπτωση μονομερών ενεργειών (της Τουρκίας) και παραβιάσεων του Διεθνούς Δικαίου, όλα τα εργαλεία που έχει στη διάθεση της για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της και τα συμφέροντα των κρατών μελών της. Αυτή η δέσμευση συνιστά την αυστηρότερη προειδοποίηση προς την γειτονική χώρα, ενώ αποτελεί παρακαταθήκη και για τη λειτουργία της ΕΕ στο εξής αναφορικά με την εμβάθυνση και ολοκλήρωσή της σε ζητήματα άμυνας και ασφάλειας. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, η Τουρκία τίθεται σε στενή παρακολούθηση, με την ΕΕ να τοποθετεί τη λήψη των «κατάλληλων αποφάσεων» το αργότερο μέχρι τη σύνοδο του Δεκεμβρίου 2020.
Ως προς την κινητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, στο χθεσινό κείμενο των συμπερασμάτων καθίσταται σαφές ότι οι διερευνητικές επαφές μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας αφορούν την Οριοθέτηση Θαλάσσιων ζωνών (Υφαλοκρηπίδα – ΑΟΖ).
Μονοπώλιο Ελλάδας και Κύπρου
Στα κέρδη της χθεσινής ημέρας για τις ελληνοκυπριακές θέσεις προσμετράται και το γεγονός ότι για πρώτη φορά η συμπεριφορά της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου βρέθηκε στο επίκεντρο μιας μαραθώνιας συνεδρίασης της Συνόδου Κορυφής, αφού άλλαξε η αρχική σειρά συζήτησης των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης φέρνοντας το θέμα στην αρχή της συνεδρίασης και σε καμία περίπτωση δεν αποτέλεσε απλά ως ένα μέρος της υπό συζήτηση ατζέντας.
Ως προς τα αιτήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Σύνοδος Κορυφής πήρε ανοιχτά θέση απέναντι στην τουρκική παραβατικότητα, καθώς καταδίκασε απερίφραστα την παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου και έκανε ρητή αναφορά στις αποφάσεις και στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για την επίλυση του Κυπριακού, προκρίνοντας τα συμφέροντα του ευρωπαϊκού κράτους μέλους.
Παρά την ισχυρή και πολύωρη πίεση που άσκησαν Αθήνα και Κύπρος ως προς την κατοχύρωση και υποστήριξη των θέσεών τους από την ευρωπαϊκή κοινότητα απέναντι στην Τουρκία, η αποφασιστική ελληνική στάση δεν συνιστά σε καμία περίπτωση τον τερματισμό των όποιων συνομιλιών με τη γειτονική χώρα.
«Δύο δρόμοι ανοίγονται μπροστά μας. Ο ένας είναι ο δρόμος του διαλόγου, της διπλωματίας, ένας διάλογος που πρέπει να στηρίζεται στον σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο, στην αποφυγή μονομερών ενεργειών και στους κανόνες της καλής γειτονίας. Ο άλλος δρόμος είναι η κλιμακούμενη ένταση, η οποία αναπόφευκτα, αργά ή γρήγορα, θα οδηγήσει στη λήψη μέτρων από την Ευρώπη εις βάρος της Τουρκίας. Η Ελλάδα έχει αποδείξει έμπρακτα ότι θέλει να ακολουθήσει τον πρώτο δρόμο. Εναπόκειται στην Τουρκία να πράξει και αυτή το ίδιο, αλλά θα πρέπει να το κάνει με συνέπεια και σταθερότητα» ανέφερε χαρακτηριστικά χθες ο κ. Μητσοτάκης, υπονοώντας ότι ο διάλογος με την Τουρκία είναι ανοιχτός, αλλά απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό είναι να μην υπάρχουν παράνομες ενέργειες εκ μέρους της.