Με την Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτιρίου, αποτρέπονται νέες αυθαιρεσίες, διασφαλίζεται η περιουσία των πολιτών, μπαίνει τέλος στη γραφειοκρατία, επιταχύνονται οι επενδύσεις», δήλωσε ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νίκος Ταγαράς, καθώς από την 1η Φεβρουαρίου 2021 η Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτιρίου/Αυτοτελούς Διηρημένης Ιδιοκτησίας παύει την προαιρετική-πιλοτική της λειτουργία και τίθεται εν ισχύ ως υποχρεωτική, όπως ανακοίνωσε το ΥΠΕΝ.
«Η Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτιρίου είναι μια κορυφαία μεταρρύθμιση που είχα προετοιμάσει από το 2015, όταν ήμουν αναπληρωτής υπουργός ΠΕΚΑ και είμαι ιδιαίτερα ικανοποιημένος, που τώρα ως υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, υπογράφω την οριστική ενεργοποίησή της», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Ταγαράς.
Όπως τόνισε ο υφυπουργός, «μέσω της κορυφαίας μεταρρύθμισης της Ηλεκτρονικής Ταυτότητας Κτιρίου/Αυτοτελούς Διηρημένης Ιδιοκτησίας, η χώρα μας αλλάζει σελίδα όσον αφορά στην αποτύπωση του κτιριακού αποθέματος. Ψηφιακά, μέσω της πλατφόρμας του ΤΕΕ, γίνεται πράξη η καταγραφή όλων των κτιρίων -παλαιών και νέων, δημόσιων και ιδιωτικών- με όρους διαφάνειας σε ένα ηλεκτρονικό σύστημα καθημερινής παρακολούθησης και ενημέρωσης». Ταυτόχρονα, εξέφρασε την ικανοποίησή του, καθώς ο ίδιος είχε προετοιμάσει την εν λόγω μεταρρύθμιση από το 2015, όταν ήταν αναπληρωτής υπουργός ΠΕΚΑ και σήμερα υπέγραψε την οριστική ενεργοποίησή της.
Ειδικότερα, με τις δύο Υπουργικές Αποφάσεις που υπέγραψε ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προβλέπεται η έναρξη του Ηλεκτρονικού Μητρώου και καθορίζεται η διαδικασία καταχώρισης των κτιρίων/αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών στην ψηφιακή πλατφόρμα της Ηλεκτρονικής Ταυτότητας Κτιρίου με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά. Ενώ, προβλέπεται επίσης ο χρόνος ενημέρωσης των στοιχείων, η μορφή καθώς και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των εντύπων της Ηλεκτρονικής Ταυτότητας και του Πιστοποιητικού Πληρότητας Ταυτότητας Κτιρίου/Αυτοτελούς Διηρημένης Ιδιοκτησίας.
«Το όφελος είναι πολλαπλό. Και για τους ιδιοκτήτες, και για το περιβάλλον και για την οικονομία», ανέφερε ο κ. Ταγαράς. Όπως εξήγησε, «αρχικά, με την Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτιρίου/Αυτοτελούς Διηρημένης Ιδιοκτησίας μπαίνει σημαντικό αντικίνητρο σε μελλοντικές αυθαιρεσίες καθώς μόνον με την απόκτησή της η τακτοποίηση των αυθαιρέτων θα θεωρείται ολοκληρωμένη.
Παράλληλα, οι πολίτες διασφαλίζουν την περιουσία τους και γλυτώνουν πολλές χαμένες εργατοώρες από την «γραφειοκρατία του χαρτιού» καθώς όλα θα γίνονται ψηφιακά».
Τέλος, σύμφωνα πάντα με τον υφυπουργό, «δημιουργείται μια αξιόπιστη βάση δεδομένων των κτιρίων για όλη την επικράτεια, ιδιαίτερα χρήσιμη τόσο για τον πολεοδομικό σχεδιασμό όσο και για την επιτάχυνση των επενδύσεων που έχει ανάγκη έχει η χώρα».
Τα κτήρια διακρίνονται σε δύο κατηγορίες:
Κατηγορία Ι:
α. Κτήρια που ανήκουν στο Δημόσιο, στους ΟΤΑ και στα ΝΠΔΔ και κτήρια που στεγάζουν υπηρεσίες αυτών.
β. Κτήρια συνάθροισης κοινού (θέατρα, κινηματογράφοι, αίθουσες εκδηλώσεων, συνεδριακά κέντρα, κτίρια εκθέσεων), συμπεριλαμβανομένων βιβλιοθηκών, μουσείων, αθλητικών εγκαταστάσεων, σταθμών μετεπιβίβασης ΜΜΜ.
γ. Πρατήρια υγρών καυσίμων, συνεργεία ή πλυντήρια αυτοκινήτων.
δ. Τουριστικά καταλύματα άνω των 300 τ.μ.
ε. Δημόσια και ιδιωτικά κτήρια προσχολικής, πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
στ. Νοσοκομεία, ιατρικά κέντρα, κλινικές, κέντρα παροχής υπηρεσιών υγείας και ψυχικής υγείας, βρεφοκομεία, παιδικοί – βρεφονηπιακοί σταθμοί, οικοτροφεία, οίκοι ευγηρίας, ιδρύματα χρονίως πασχόντων, ιδρύματα ατόμων με αναπηρία.
ζ. Καταστήματα κράτησης και ειδικά καταστήματα κράτησης νέων.
Κατηγορία II:
Στην κατηγορία αυτή υπάγονται όλα τα υπόλοιπα κτήρια και οι αυτοτελείς διηρημένες ιδιοκτησίες ανεξαρτήτως χρήσης.
Για τα κτήρια της Κατηγορίας Ι, υπάρχει περιθώριο 5 ετών για την καταχώρηση της Ηλεκτρονικής Ταυτότητας. Για τα κτήρια της Κατηγορίας II, η υποβολή γίνεται κατά τη μεταβίβαση του κτηρίου ή της αυτοτελούς διηρημένης ιδιοκτησίας και η σχετική δήλωση προσαρτάται υποχρεωτικά στο συμβόλαιο.
Σύμφωνα με το ΥΠΕΝ, με την Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτιρίου/Αυτοτελούς Διηρημένης Ιδιοκτησίας μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του ΤΕΕ, συγκεντρώνονται σε ένα πιστοποιητικό, στο Πιστοποιητικό Πληρότητας, όλα τα απαραίτητα στοιχεία και πληροφορίες ενός ακινήτου με αποτέλεσμα:
– Να αποτρέπεται η δημιουργία νέας γενιάς αυθαιρέτων.
– Να θωρακίζεται η ιδιοκτησία των πολιτών, καθώς θα είναι καταγεγραμμένες όλες οι τυχόν μεταβολές του ακινήτου. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται και η διαφάνεια στις δικαιοπραξίες (μεταβιβάσεις).
– Να μειώνεται δραστικά η γραφειοκρατία καθώς ο πολίτης – ιδιοκτήτης έχοντας ψηφιακά την «ακτινογραφία» του ακινήτου του, δεν χρειάζεται να σπεύδει για οποιοδήποτε έγγραφο σε δημόσιες υπηρεσίες. Πλέον, με λίγα «κλικ» στον υπολογιστή θα μπορεί να λαμβάνει τις απαιτούμενες πληροφορίες (πχ τίτλους ιδιοκτησίας, οικοδομική άδεια, δήλωση ακινήτου στο Κτηματολόγιο κλπ).
– Το Δημόσιο να αποκτά καταγραφή των ακινήτων του με σημαντικές πληροφορίες (για τη στατική επάρκεια, τη δομική τρωτότητα κλπ), ώστε να μπορούν να προγραμματισθούν και οι απαιτούμενες παρεμβάσεις σε αυτά.
– Να επιταχύνονται οι επενδύσεις, καθώς με ψηφιοποιημένες τις πληροφορίες των ακινήτων (κτιρίων ή οικοπέδων/γηπέδων), συντομεύει δραστικά ο χρόνος διερεύνησης και εξέτασής τους από υποψήφιους επενδυτές.
Διαβάστε ακόμη
Και του Σάκη τα ωραία πάνε για Εισαγγελέα, τα συνεταιράκια του Γιώργου και πώς μας φάγανε τα ψάρια
Έρχονται οι πορτοκαλί… ντελιβεράδες της Skroutz – Πώς θα κάνουν τη διαφορά στο last mile
Ενοίκια… τριών «ταχυτήτων» στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου