Δέκα χρόνια μετά το τραγικό συμβάν του εμπρησμού στο κτίριο της Τράπεζας Marfin, στο κέντρο της Αθήνας, που βρήκαν τραγικό θάνατο 3 υπάλληλοι και ένα αγέννητο παιδί, η Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, μετά την προηγηθείσα παρέμβαση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, με ομόφωνη απόφασή της αποφάσισε την παραίτηση του Ελληνικού Δημοσίου από τις αναιρέσεις τις οποίες είχε ασκήσει κατά των αποφάσεων που επιδίκαζαν αποζημιώσεις 2,2 εκ. ευρώ στους συγγενείς των θυμάτων.
Πρόσφατα (8 Μαΐου 2020) με αφορμή την τελετή μνήμης προς τιμήν των θυμάτων του εμπρησμού της Marfin, ο Πρωθυπουργός έλαβε την πρωτοβουλία, ως ελάχιστο δείγμα ηθικής υποχρέωσης, να παραιτηθεί το Ελληνικό Δημόσιο από την αναίρεση που είχε ασκήσει και αφορούσαν την καταβολή αποζημιώσεων των συγγενών των θυμάτων της Marfin.
Κατόπιν αυτού, η Ολομέλεια του ΝΣΚ ομόφωνα (με 68 ψήφους) τάχθηκε υπέρ της παραίτησης του Δημοσίου από τις αναιρέσεις που έχει καταθέσει κατά τεσσάρων αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών με τις οποίες επιδικάσθηκαν ως αποζημίωση διάφορα ποσά στους συγγενείς των θυμάτων της Marfin.
Έτσι, μέσα στην επόμενη εβδομάδα αναμένεται το ΝΣΚ να προσέλθει στο Α΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να καταθέσει τις παραιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου από τις αναιρέσεις που έχει ασκήσει κατά των αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών με τις οποίες δικαιώθηκαν οι συγγενείς των θυμάτων και τους επιδικάσθηκαν αποζημιώσεις ύψους 2,2 εκ. ευρώ.
Στην συνέχεια, δηλαδή μετά την παραίτηση, οι αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου, θα είναι τελεσίδικες και οι συγγενείς των θυμάτων να μπορούν να λάβουν τα ποσά των αποζημιώσεων που τους έχουν επιδικασθεί (2,2 εκ. ευρώ).
Ο πρόεδρος του ΝΣΚ
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΝΣΚ Ιωάννης- Κωνσταντίνος Χαλκιάς, τόνισε ότι η απόφαση που ελήφθη από την Ολομέλεια του ΝΣΚ, αποτελεί ένδειξη ηθικής δικαίωσης των αθώων θυμάτων.
Το ιστορικό της τραγωδίας
Ήταν μεσημέρι της 5ης Μαΐου 2010 και εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες διαδηλωτές βρίσκονται στους δρόμους της Αθήνας διαμαρτυρόμενοι για τα οικονομικά μέτρα της τότε Κυβέρνησης.
Κάποια στιγμή, άρχισαν τα επεισόδια από τους γνωστούς άγνωστους κουκουλοφόρους που συμμετείχαν στις παρυφές της πορείας και ξαφνικά έγιναν πρωταγωνιστές.
Οι κουκουλοφόροι άρχισαν να ρίχνουν μολότοφ στο βιβλιοπωλείο «Ιανός» και στο κατάστημα της Τράπεζας Marfin επί της οδού Σταδίου, λίγα μέτρα από την πλατεία Κλαύθμωνος και τον πεζόδρομο της οδού Κοραή.
Οι εργαζόμενοι της Marfin εγκλωβιστήκαν μέσα στο κατάστημα της Τράπεζας. Το κτίριο της Marfin μέσα σε λίγα λεπτά τυλίγεται στις φλόγες, ενώ οι αναθυμιάσεις και οι καπνοί ανάγκασαν τέσσερις εργαζόμενους της Τράπεζας να βγουν στα μικρά μπαλκόνια του παραδοσιακού κτιρίου. Μάταια, απελπισμένοι φώναζαν για βοήθεια, χωρίς ωστόσο να μπορούν να διαφύγουν από το κτίριο. Επικράτησε πανικός, ενώ τα οχήματα της πυροσβεστικής δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν το σημείο καθώς οι κουκουλοφόροι εμπόδιζαν την πρόσβασή τους.
Κάποια στιγμή η φωτιά στο κτίριο της Marfin έσβησε, αλλά ήταν ήδη πολύ αργά για τους τρεις εργαζόμενους, που ανασύρθηκαν νεκροί από ασφυξία.
Η δικαστική διαδικασία κινήθηκε δύο ημέρες πριν από την πρώτη επέτειο του εμπρησμού της Marfin, όταν έφτασε στα χέρια της Αστυνομίας μία ανώνυμη επιστολή που κατονόμαζε τρεις ανθρώπους για τα επίμαχα γεγονότα και κατέγραφε τα πλήρη στοιχεία τους.
Η αστυνομική έρευνα που διεξήχθη είχε αρκετά κενά, παρ΄ όλα αυτά, οδηγήθηκαν σε δίκες δύο άντρες. Ο Θεόδωρος Σίψας και ο Παύλος Αντρέεβ , οι οποίοι κατηγορήθηκαν για «ανθρωποκτονίες εκ προθέσεως τελεσθείσες σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, κατά συναυτουργία και κατά συρροή τετελεσμένης και εν αποπείρα, της εκρήξεως εκ της οποίας επήλθε θάνατος και κίνδυνος για ανθρώπους και ξένα πράγματα, της κατασκευής και κατοχής εκρηκτικής βόμβας και της απρόκλητης φθοράς ξένης περιουσίας διά εκρήξεως από πρόσωπο που είχε καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του». Τελικά, και οι δύο τον Οκτώβριο του 2016 ομόφωνα αθωώθηκαν.
Αντίθετα, οι μόνες καταδικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν ήταν για έλλειψη μέσων πυρασφάλειας στο κατάστημα της Τράπεζας, όπου καταδικάστηκαν ο διευθύνων σύμβουλος της Marfin, ο υπεύθυνος ασφαλείας του κτιρίου και η διευθύντρια του καταστήματος, για φόνο εξ αμελείας τριών υπαλλήλων, τις σωματικές βλάβες άλλων 21 υπαλλήλων και για παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση του προσωπικού. Καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης, οι δύο πρώτοι 22 ετών και η διευθύντρια του καταστήματος 5 ετών και ενός μήνα.
Παράλληλα, οι συγγενείς των θυμάτων κινήθηκαν νομικά κατά της Marfin μέσω των Διοικητικών Δικαστηρίων της Αθήνας και τους επιδικάστηκαν αποζημιώσεις.