Με παραθυράκια για ταξικές διακρίσεις και δίδακτρα που θα καταβάλλουν οι «μενουμευρωπαίοι» και την «κοινωνική εργασία» των μαθητών προωθούνται οι μεγάλες τομές στην ελληνική δημόσια εκπαίδευση.
Νέο σοκ για χιλιάδες μαθητές και γονείς επιφυλάσσουν οι «εμπνευσμένες» ιδέες που έχει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας για την εκπαίδευση. Αυτή τη φορά το «χτύπημα» από τους πειραματισμούς και τις ακραίες προσεγγίσεις της ηγεσίας η οποία έχει εγκατασταθεί στο υπουργείο απειλεί κεκτημένα δικαιώματα δεκαετιών και τα όνειρα των νέων ανθρώπων για την απόκτηση μόρφωσης.
Δεν είναι μόνο οι αλχημείες στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα των σχολείων, αλλά και το περιθώριο που δίνεται στην εφαρμογή διακρίσεων απευθείας σε ΑΕΙ και ΤΕΙ. «Το κράτος θα πρέπει να κοστολογήσει τις σπουδές και να δώσει τη δυνατότητα να σπουδάσουν δωρεάν στα ΑΕΙ τόσοι όσοι κρίνονται αναγκαίοι για τη μελλοντική κοινωνία», αναφέρεται απερίφραστα στα «Πορίσματα του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία». Και ο καθένας μπορεί να υποθέσει ότι, σύμφωνα με το πνεύμα του συντάκτη αυτής της πρότασης, εκείνοι που δεν «κρίνονται αναγκαίοι για τη μελλοντική κοινωνία», φέρ’ ειπείν τα παιδιά των «μενουμευρωπαίων» κατά τη διχαστική ορολογία Κυρίτση, θα καλούνται να πληρώνουν δίδακτρα για την ανώτατη δημόσια παιδεία. Και αυτό δεν είναι το μόνο ανήκουστο που αλιεύεται μέσα από το πυκνογραμμένο κείμενο των 131 σελίδων με τα πορίσματα για την αναμόρφωση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Μετά την απίθανη, σοβιετικού τύπου απόπειρα συμμόρφωσης των γονέων, οι οποίοι θα πρέπει να αποφεύγουν χαϊδευτικά για τα παιδιά τους όπως «πριγκίπισσα» ή «βασιλόπουλο», τώρα έρχεται η σειρά της «κοινωνικής εργασίας» των μαθητών. Πιθανώς η έμπνευση γι’ αυτή την πρόταση προήλθε από τα «προωθημένα» προγράμματα που εφαρμόζονταν στη Ρουμανία.
Σύμφωνα λοιπόν με τα περιβόητα, ανατριχιαστικά -όπως αποδεικνύονται- πορίσματα του καθηγητή Αντώνη Λιάκου για την εκπαίδευση, τα οποία αναλύονται σε μια έκθεση που βρίσκεται ήδη στα χέρια του υπουργού Παιδείας Νίκου Φίλη, ανοίγει παράθυρο για την κατάργηση της δωρεάν Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Ο στόχος είναι τώρα «όσοι δεν τους έχει ανάγκη η κοινωνία», μια έκφραση εντελώς απαράδεκτη από μόνη της, ακόμη και σε επίπεδο φρασεολογίας. Επί της ουσίας, όμως, εδώ κρύβεται ένας «κόφτης» υποψήφιων φοιτητών σε δημόσια ΑΕΙ, πιθανώς με εισοδηματικά και κοινωνικά κριτήρια: το κράτος θα κοστολογεί τις σπουδές, κατόπιν θα αποφασίζει ποιος του είναι απαραίτητος, οπότε και θα σπουδάζει δωρεάν. Αραγε τα παιδιά των άλλων, όσων κρίνονται ως «έχοντες», εκείνων που διέπραξαν το σφάλμα να ψηφίσουν «ναι» στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 κ.λπ., θα καλούνται να πληρώσουν δίδακτρα στα ελληνικά ΑΕΙ και ΤΕΙ ή δεν θα φοιτούν καθόλου; Η προεκλογική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ εισηγούνταν την αποδέσμευση της απόκτησης του απολυτηρίου λυκείου από την είσοδο στα πανεπιστήμια, την ελεύθερη πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση και τη μετεξέλιξή της σε ελεύθερη είσοδο σε σχολές χαμηλής ζήτησης. Ωστόσο, στο πόρισμα Λιάκου αναφέρεται ότι η δωρεάν φοίτηση στα ΑΕΙ αφορά μόνον όσους κρίνονται «απαραίτητοι».
Μαθητές-Κοινωνικοί Εργάτες
Το άλλο «διαμάντι» που αναδεικνύεται μέσα από τα «Πορίσματα του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία» είναι το Πρόγραμμα Κοινωνικής Εργασίας. Στο κεφάλαιο για τη νέα δομή του λυκείου εξηγείται ότι το «Πρόγραμμα Κοινωνικής Εργασίας για τους μαθητές λυκείου περιλαμβάνει δράσεις όπως η προσφορά εργασίας σε μια δομή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, η συμμετοχή σε εκπαιδευτικά προγράμματα της ειδικής αγωγής, των προσφυγικών ομάδων, η βοήθεια σε κατ’ οίκον προγράμματα για ηλικιωμένους, τραυματίες κ.λπ., σε προγράμματα περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος όπως η αναδάσωση και καθαριότητα του σχολείου ή κοινών χώρων και άλλες παρόμοιες δράσεις. Ο συντονισμός των προγραμμάτων αυτών θα γίνεται από εκπαιδευτικούς του σχολείου, οι οποίοι θα έχουν την ευθύνη της παρακολούθησης της πορείας των μαθητών, αλλά και της υποστήριξής τους όπου χρειαστεί». Με την ένταξη της «κοινωνικής εργασίας» στο σχολείο ως οργανικού τμήματος της εκπαίδευσης δεν επιτυγχάνεται μια κάποια σύνδεση με την πραγματική κοινωνία, κάτι που δεν είναι σε καμία περίπτωση μεμπτό. Ωστόσο, με την υφέρπουσα ολοκληρωτική λογική της «πολιτιστικής επανάστασης» ανοίγει ο δρόμος για τη μετατροπή των μαθητών σε στρατιά δήθεν εθελοντών, οι οποίοι θα μπορούσαν, σε ακραίες περιστάσεις, να χρησιμοποιηθούν ακόμη και ως απεργοσπαστικός μηχανισμός.
Το αλλόκοτο του συλλογισμού σχετικά με την «κοινωνική εργασία» έχει να κάνει με το πώς αυτή η δραστηριότητα ενσωματώνεται στο σχολικό πρόγραμμα. Η νέα δομή του (διετούς) λυκείου που εισηγούνται ο Αντώνης Λιάκος και οι συνεργάτες του προβλέπει ότι «οι μαθητές και οι μαθήτριες διαμορφώνουν το πρόγραμμα το οποίο θα παρακολουθούν κατά τη διετία του λυκείου επιλέγοντας μαθήματα από τέσσερις ομάδες μαθημάτων. Κάθε μαθητής και μαθήτρια θα μπορούσε να παρακολουθεί 6 συνολικά μαθήματα, των οποίων το πρόγραμμα να εξελίσσεται ενιαία και συνεκτικά και στις δύο τάξεις του λυκείου (2 υποχρεωτικά και 4 επιλογές). Επίσης, να συμμετέχει σε πρόγραμμα φυσικής άσκησης διάρκειας 3 ωρών εβδομαδιαίως, ενώ στις ακαδημαϊκές του υποχρεώσεις να περιλαμβάνεται η εκπόνηση εργασίας και η συμμετοχή σε δράσεις εθελοντισμού και κοινωνικής ευαισθησίας». Η κρίσιμη λεπτομέρεια είναι ότι για το πρόγραμμα Φυσικής Αγωγής προτείνεται η κατάργηση της βαθμολόγησης, κάτι που όμως δεν ισχύει για το Πρόγραμμα Κοινωνικής Εργασίας και το «εκτεταμένο δοκίμιο». Με άλλα λόγια, ο μαθητής θα προσφέρει «οικειοθελώς» κοινωνικό έργο, για το οποίο όμως θα αξιολογείται με κανονική βαθμολόγηση. Το γιατί τα παιδιά θα βαθμολογούνται για τις επιδόσεις τους, π.χ., στην αναδάσωση και όχι για το ενδιαφέρον που δείχνουν στη γυμναστική είναι κάτι που μάλλον δεν απασχόλησε τους συντάκτες των «Πορισμάτων» που ευαγγελίζονται την εκ βάθρων ανατροπή στη δημόσια παιδεία. Οπως και να ‘χει, η απόδοση στην «Κοινωνική Εργασία», όπως και σε άλλα προγράμματα, θα μετρά για την απόκτηση του εθνικού απολυτηρίου.
Με στόχο την ανάδειξη της μοναδικότητας του κάθε παιδιού, αλλά και ταυτόχρονα την αποδοχή της διαφορετικότητας, όλα τα μαθήματα στο νέου τύπου λύκειο θα προσφέρονται σε δύο επίπεδα, το βασικό και το υψηλό. Για να πάρει κάποιος μαθητής το εθνικό απολυτήριο θα πρέπει να επιλέξει τουλάχιστον 3 από τα 6 μαθήματα σε υψηλό επίπεδο. Ενας μαθητής που δεν επιθυμεί να πάρει μαθήματα στο υψηλό επίπεδο δεν επιθυμεί να παρακολουθήσει το Πρόγραμμα Κοινωνικής Εργασίας ή δεν θέλει να συμμετάσχει στις τελικές εξετάσεις θα μπορεί να πάρει αναλυτικό περιγραφικό πιστοποιητικό για τα δύο χρόνια του λυκείου.
Ο γρίφος του Εθνικού Απολυτηρίου
Για την απόκτηση του Εθνικού Απολυτηρίου, μεταξύ άλλων, προβλέπεται ότι οι μαθητές θα το αποκτούν μετά από γραπτές (αποκλειστικά) εξετάσεις, τις οποίες θα δίνουν στο τέλος της Β’ Λυκείου. Η ύλη θα είναι αυτή της τελευταίας τάξης του λυκείου (Β’ Τάξη), αλλά θεωρείται ότι ο μαθητής θα γνωρίζει και αυτά που διδάχτηκε κατά την προηγούμενη τάξη (Α’ Τάξη). Τα θέματα θα ορίζονται είτε με ενιαία διαδικασία (λ.χ. από τον Εθνικό Οργανισμό Εξετάσεων, ώστε να έχουν σταθμισμένη δυσκολία).
Στον βαθμό του απολυτηρίου θα προσμετρώνται με σοβαρό ποσοστό (μένει να αποσαφηνιστεί) η επίδοση στο προαναφερθέν εκτεταμένο δοκίμιο, το οποίο συγγράφουν οι μαθητές, οι επιδόσεις σε συγκεκριμένες εργασίες, αλλά και στα προφορικά, τουλάχιστον κατά το ένα τρίτο. Η επίδοση κρίνεται στις τελικές εξετάσεις και το εθνικό απολυτήριο λυκείου αποτελεί το κατώφλι για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Ειδικά σε ό,τι αφορά τα ΤΕΙ, αυτά καταργούνται και υιοθετείται το εξής μοντέλο: διετές λύκειο με δύο κατευθύνσεις, γενικής παιδείας και επαγγελματικής εκπαίδευσης. Με την κατάργηση των ΤΕΙ οι δομές τους εντάσσονται εξ ολοκλήρου στα ΑΕΙ και τις Επαγγελματικές Σχολές. Το Επαγγελματικό Λύκειο παραμένει ο μοναδικός τύπος σχολείου στη Δευτεροβάθμια Επαγγελματική Εκπαίδευση, ίσως με την εξαίρεση των ΕΠΑΣ των υπουργείων. Ενισχύεται η επαγγελματική εκπαίδευση με δυνατότητα διά βίου μάθησης, ενώ προβλέπεται ότι οι σπουδές συνδέονται με την τοπική κοινωνία και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, ομοίως και στον σχεδιασμό για τις επιμορφώσεις και τη διά βίου μάθηση (γυμνασιακά ΓΡΑΣΕΠ, ΓΡΑΣΥ).
Πηγή: protothema.gr