Σε μια αναδρομή στην ιστορία της διεκδίκησης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας του 2004, στο αποτύπωμά τους στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία και οικονομία και στην αξιοποίησή τους ακόμα και σήμερα, είκοσι χρόνια μετά, προχώρησαν στο 9o Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών που πραγματοποιείται στους Δελφούς 10 – 13 Απριλίου και τελεί υπό την Αιγίδα της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας, κας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, ο Πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, Τhomas Bach και η Γιάννα Αγγελοπούλου – Δασκαλάκη, Πρέσβειρα εκ Προσωπικοτήτων, Πρόεδρος της Επιτροπής Διεκδίκησης των Ολυμπιακών Αγώνων ΑΘΗΝΑ 2004, Πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής των Ολυμπιακών Αγώνων ΑΘΗΝΑ 2004, υπό τον συντονισμό του δημοσιογράφου της εφημερίδας Τα Νέα και του ΣΚΑΙ, Παύλου Τσίμα.
Λαμβάνοντας πρώτος τον λόγο, ο Τhomas Βach μίλησε για την Ελλάδα ως διαχρονικό σύμβολο των Ολυμπιακών Αγώνων. Σύμφωνα με τον ίδιο, «πάνω από 3000 χρόνια ο καταπληκτικός ελληνικός πολιτισμός έδωσε ένα δώρο στην ανθρωπότητα, τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Είμαστε ευγνώμονες στους Έλληνες για αυτό, οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι ένας θεσμός που λατρεύουν εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο. Με την αναβίωση των Αγώνων το 1896 ο Πιερ Ντε Κουμπερτέν εξασφάλισε ότι αυτή η κληρονομιά θα συνεχιζόταν. Η Ελλάδα θα έχει πάντα ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μας, και στη δική μου καρδιά».
O ίδιος επίσης εξήρε τη συμβολή της Γιάννας Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη στον θεσμό: «Οι αγώνες του 2004 πάντοτε θα συνδέονται με την Γιάννα Αγγελοπούλου Δασκαλάκη», η οποία, όπως ανέφερε «μετέτρεψε την υποψηφιότητα της Αθήνας σε μια νικηφόρα προσπάθεια για τη διεκδίκηση των Ολυμπιακών Αγώνων, ήταν εκείνη που κατάφερε με εξαιρετικό τρόπο να κινητοποιήσει τη διοργάνωση».
Επίσης, αναφέρθηκε στην καίρια παρέμβασή της όταν η προετοιμασία των εγκαταστάσεων δεν ήταν εντός των χρονοδιαγραμμάτων: «Την εποχή που ανέλαβε, η προετοιμασία των Αγώνων δεν ήταν στον καλύτερο δυνατό δρόμο. Όμως έφερε ενότητα, έδωσε ένα μάθημα ότι ο Έλληνας θα είναι πάντα Έλληνας και ότι θα ενίσχυε αυτό το δώρο της Ελλάδας στην Ανθρωπότητα». Επίσης, χαρακτήρισε τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 ως «αξέχαστους, ονειρεμένους αγώνες» προσθέτοντας ότι θεωρούνται δικαίως η επιστροφή στις ρίζες γιατί μέσω αυτών συνδέθηκε η αρχαία κληρονομιά με τη σύγχρονη πραγματικότητα.
Υπογράμμισε, δε, τα πλεονεκτήματά τους για την Ελλάδα, τονίζοντας ότι η «Αθήνα 2004» δημιούργησε μια νέα κουλτούρα εθελοντισμού, καθώς 160.000 άνθρωποι έκαναν αίτηση για εθελοντές, συνέβαλαν στην ανακαίνιση του ιστορικού κέντρου των Αθηνών, στη βελτίωση του δικτύου μεταφορών και την έγκαιρη έναρξη του δικτύου του μετρό. Μάλιστα, εξήρε και τον ρόλο τους στην ανάδειξη της Ελλάδας ως τουριστικού προορισμού, καθώς από τους 12 εκατ. επισκέπτες το 2003, το 2015 η χώρα δέχθηκε 24 εκατ.
Στο τέλος της τοποθέτησής του, αναφέρθηκε και στους προσεχείς Ολυμπιακούς Αγώνες στο Παρίσι, σημειώνοντας ότι θα είναι οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες με την πλήρη ισότητα των φύλων, με ίσο αριθμό θέσεων αγώνων σε γυναίκες και άνδρες αθλητές και οι πρώτοι με την μεταρρύθμιση της Ολυμπιακής ατζέντας από την αρχή ως το τέλος.
Στην ίδια ενότητα, για τη σημασία και την κληρονομιά των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στη σύγχρονη Ελλάδα μίλησε από το βήμα του forum η Γιάννα Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη, επισημαίνοντας ότι «κάναμε αυτό που δεν περίμενε κανείς ξένος, αλλά ούτε εμείς οι ίδιοι και τελικά πετύχαμε».
«Όλα αυτά τα χρόνια συναντώ ανθρώπους και μου λένε για το 2004 : ‘’Ήμουν και εγώ εκεί’’, με καμάρι, περηφάνια και συγκίνηση. Πρέπει να πάμε πέρα, όμως, από τη συγκίνηση. Η Ελλάδα πρώτον διεκδικούσε για δεύτερη φορά σε 10 χρόνια και έπρεπε να αλλάξουμε τη βάση της διεκδίκησης και την εικόνα της χώρας μας στο εξωτερικό. Δεν τους διεκδικούσαμε με κληρονομικό δικαίωμα, αλλά με βάση το ότι θα διοργανώσουμε τους καλύτερους Αγώνες. Δεν μας πίστευαν, δεν ήταν εύκολο να τους πείσουμε, αλλά τους πείσαμε. Δεύτερον, η Ελλάδα ήταν η μικρότερη χώρα που ανέλαβε να διοργανώσει Ολυμπιακούς Αγώνες και πέτυχε. Άφησε ένα manual οργανωτικής αριστείας, καλής λειτουργίας, συνεργασίας μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού φορέα, το οποίο δεν πρέπει να μείνει αναξιοποίητο. Και τρίτον, οι αγώνες πέτυχαν γιατί έγιναν εθνική υπόθεση, στοίχημα κάθε Ελληνίδας και κάθε Έλληνα. Αν δεν ήταν εκείνοι, δεν θα φτάναμε ούτε στην τελετή έναρξης».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Γιάννα Αγγελοπούλου – Δασκαλάκη έδωσε την απάντησή της στον Παύλο Τσίμα για το αν οι αγώνες συνέβαλαν στην μετέπειτα οικονομική κρίση, λέγοντας ότι ο προϋπολογισμός για τους Αγώνες ήταν 2 δις, 98 εκατ. 400.000 ευρώ. Επιστρέψαμε στο κράτος και 130,6 εκατ. ευρώ πλεόνασμα. Αυτό που δεν γνωρίζετε ήταν ότι σύμφωνα με την μελέτη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, ήταν οι δεύτεροι φθηνότεροι Αγώνες μετά του Λος Άντζελες το 1932. Σε άλλη ερώτηση σχετικά με το συνολικό κόστος των Υποδομών και των Έργων που είχε αναλάβει το ελληνικό κράτος, το ΙΟΒΕ έκανε έρευνα το 2015 και διαπίστωσε ότι για το διάστημα 2000 – 2010 δαπανήθηκαν 6,5 δις για Ολυμπιακά Έργα, ενώ το 2004 μόνο, 2,5% προστέθηκε στο ΑΕΠ, ο κράτος είχε 2,9 δις ευρώ έσοδα από φόρους κλπ, χωρίς να υπολογίσουμε τα έσοδα από τον τουρισμό. Δεν χρεοκόπησαν την Ελλάδα οι Ολυμπιακοί Αγώνες, οι αριθμοί μιλάνε.
Είκοσι χρόνια μετά, η ίδια συμπλήρωσε ότι ποτέ δεν είναι αργά για την αξιοποίηση της Ολυμπιακής Κληρονομιάς, των υποδομών, της τεχνογνωσίας, των χιλιάδων ανθρώπων που εκπαιδεύτηκαν. «Η Ελλάδα ξαναμπήκε στο χάρτη όταν έκανε τους Ολυμπιακούς Αγώνες» σημείωσε από το βήμα του συνεδρίου προσθέτοντας ότι αν δεν ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες δεν θα ολοκληρώνονταν στην ώρα τους βασικά έργα υποδομών. «Φανταστείτε τη ζωή μας χωρίς να είχαν γίνει αυτά τα έργα, ενώ ωφελήθηκε πολύ και η ελληνική οικονομία. Για μένα όμως έχει πιο μεγάλη αξία η εικόνα που απέκτησαν για τη χώρα, Έλληνες και ξένοι. Αυτό δεν έχει εξατμιστεί, όσα και να πέρασε η Ελλάδα» κατέληξε η επικεφαλής του Αθήνα 2004.
Διαβάστε ακόμη
ΗΠΑ: Στο 3,5% ο πληθωρισμός τον Μάρτιο – Ξεπέρασε τις προβλέψεις
Ευρωπαϊκή Επιτροπή: Ζητεί εξηγήσεις από τα social media για αναρτήσεις
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ