Του Γιάννη Μακρυγιάννη
Σκληρή μάχη για να αποφύγει τα χειρότερα δίνει η κυβέρνηση, καθώς με τη σημερινή συνεδρίαση του Εurogroup, ξεκινά ουσιαστικά -και δεν τελειώνει- η προσπάθεια για μία οριστική λύση στο ελληνικό πρόβλημα. Στην κυβέρνηση αγωνιούν μήπως οι Ευρωπαίοι εταίροι και το ΔΝΤ φτάσουν μεταξύ τους σε ένα συμβιβασμό, που όμως θα είναι επώδυνος για την Ελλάδα και θα θέσει ενώπιον της Αθήνας ένα νέο πακέτο μέτρων, ακόμη και για την περίοδο 2019-2020, χωρίς καν μία ικανοποιητική ελάφρυνση του χρέους. Από τις μέχρι τώρα διεργασίες στο παρασκήνιο, αλλά και από δηλώσεις, όπως αυτή του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε την Κυριακή ότι η Ελλάδα χρειάζεται μεταρρυθμίσεις και όχι ελάφρυνση του χρέους, δεν μένουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας, παρά μόνον εάν προκύψει στροφή των Ευρωπαίων ηγετών, μετά την κρίση, που αναμένεται να προκύψει στην Ευρώπη εξαιτίας του ιταλικού δημοψηφίσματος.
Υπό αυτό το πρίσμα των εξελίξεων η κυβέρνηση εξακολουθεί να «έχει στο τραπέζι», έστω και με προσεκτικό τρόπο, την απειλή για πρόωρες εκλογές, εάν οι δανειστές επιμείνουν σε μία επώδυνη συμφωνία, που θα ανακυκλώνει το αδιέξοδο και θα επιτείνει την κοινωνική κρίση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος επέλεξε την παραμονή της συνεδρίασης του Εurogroup, για να στείλει νέο μήνυμα για τη στάση της Αθήνας. Απέκλεισε και την παραμικρή πιθανότητα να δεχθεί η κυβέρνηση τα μέτρα του ΔΝΤ για τα δημοσιονομικά και τα εργασιακά, λέγοντας πως «εμείς έχουμε ξεκαθαρίσει ότι δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να δεχθούμε τα μέτρα που θα προτείνει το ΔΝΤ για τα δημοσιονομικά και τα εργασιακά. Εν αντιθέσει με τη ΝΔ που θέλει να εφαρμόσει μέτρα 4,2 δισεκατομμυρίων ευρώ». Η τελευταία αποστροφή μοιάζει και σαν δίλημμα σε προεκλογική σύγκρουση, εάν προκληθούν πολιτικές εξελίξεις.
Ωστόσο δεν περνά απαρατήρητο ότι ο κ. Σόιμπλε έδειξε χθες διάθεση να επαναφέρει την απειλή του Grexit, πιθανόν και ως απάντηση στους υπαινιγμούς της κυβέρνησης για εκλογές. «Η Αθήνα πρέπει σε τελευταία ανάλυση να εφαρμόσει τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις. Εάν η Ελλάδα θέλει να παραμείνει στο ευρώ, δεν υπάρχει τρόπος να παρακαμφθεί αυτό–ανεξαρτήτως του επιπέδου του χρέους», σημείωσε χαρακτηριστικά ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών.
Η σημερινή συνεδρίαση του Εurogroup θα είναι ουσιαστικά η έναρξη του τελικού κύκλου των διαβουλεύσεων με τους δανειστές. Σχεδόν όλοι πλέον δεν αναμένουν θεαματικές εξελίξεις σήμερα στις Βρυξέλλες, αφού το Εurogroup δεν μπορεί να πάει παραπέρα από μία έκθεση παραδοχής προόδου και να ανοίξει το δρόμο σε νέες συζητήσεις, που υπολογίζεται ότι μπορούν να ολοκληρωθούν έως τέλος Δεκεμβρίου ή στα μέσα του Ιανουαρίου, με τη διαμόρφωση ενός τελικού πακέτου, για το χρέος και το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα έως το 2020 για την ελληνική οικονομία. Στη σημερινή συνεδρίαση αναμένεται να ανοίξουν τα χαρτιά τους οι σκληροί παίκτες, όπως ο κ. Σόιμπλε και ίσως να αποσαφηνιστεί εάν το ΔΝΤ θα μπει κανονικά στο ελληνικό πρόγραμμα ή όχι, με πιθανότερο το πρώτο σενάριο.
Τα πράγματα σε όλη αυτή τη διαδικασία θα πάρουν δυσμενή τροπή, εάν ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών δείξει απροθυμία, όπως φαίνεται, να συμφωνήσει σε μία ουσιαστική μεσοπρόθεσμη λύση για το χρέος και ταυτόχρονα το ΔΝΤ επιμείνει στη λήψη συγκεκριμένων νέων μέτρων για το 2019-2020, εξαιτίας και της επιμονής των Ευρωπαίων να διατηρηθεί ο στόχος των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% για εκείνη τη διετία.
Μάχες θα γίνουν και για επιμέρους θέματα της πρώτης αξιολόγησης, όπως η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, για τις οποίες οι Ευρωπαίοι δεν διαφωνούν, αλλά αρνείται το ΔΝΤ, όμως τα σημαντικά κρίνονται στο συνολικό πακέτο.
Η κυβέρνηση αποδέχεται να μπει ένας γενικός κόφτης, αντί ονομαστικών μέτρων για τη διετία 2019-20, καθώς ελπίζει ότι θα ξαναγίνει συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα και πιθανόν αυτά να μειωθούν, ενώ πιστεύει ότι ακόμη κι αν αυτά διατηρηθούν ίσως να καλυφθούν τελικά από την αναπτυξιακή πορεία που θα πετύχει στο μεταξύ η χώρα. Τυχόν επιμονή όμως του ΔΝΤ στη λήψη συγκεκριμένων μέτρων είναι πιθανό να ανοίξει το δρόμο σε πολιτικές εξελίξεις, εξ ου και η έμμεση απειλή της κυβέρνησης για εκλογές.