search icon

Ελλάδα

Επικεφαλής Fraport: «100% σωστή η απόφαση επένδυσης στην Ελλάδα»

Εκτενή συνέντευξη παραχώρησαν στη γερμανική οικονομική επιθεώρηση Wirtschaftswoche ο επικεφαλής της Fraport Στέφαν Σούλτε (φωτο) και ο διευθύνων σύμβουλος της Fraport Greece Αλεξάντερ Τσινέλ.

Εκτενή συνέντευξη παραχώρησαν στη γερμανική οικονομική επιθεώρηση Wirtschaftswoche ο επικεφαλής της Fraport Στέφαν Σούλτε (φωτο)  και ο διευθύνων σύμβουλος της Fraport Greece Αλεξάντερ Τσινέλ.

Το μεγαλύτερο μέρος της μακροσκελούς συνέντευξης στη Wirtschaftswoche αφορά στη διαχείριση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων στην Ελλάδα, τα οποία ανέλαβε η γερμανική εταιρία το 2017. Η Fraport ξεκίνησε άμεσα με την ανακαίνιση των αεροδρομίων, που όμως δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Πότε θα δουν επιτέλους οι επιβάτες μεγάλες βελτιώσεις; «Δυστυχώς χρειάζεται χρόνος μέχρι να γίνουν αντιληπτές οι αλλαγές, ειδικώς όταν απαιτούνται εκτεταμένα έργα ή ακόμη και νέες κατασκευές», απαντά ο Αλεξάντερ Τσινέλ. «Ωστόσο όποιος βρέθηκε τις τελευταίες μέρες στα αεροδρόμιά μας, όπως εγώ, βλέπει ότι καταφέραμε αρκετά μέσα σε λίγο χρόνο. Παντού ανακαινίστηκαν οι τουαλέτες, εν μέρει μάλιστα σε καλύτερα επίπεδα από αεροδρόμια που έχουν καλύτερη αξιολόγηση.

Στο πλαίσιο αυτό καθαρίσαμε εξονυχιστικά τους τερματικούς σταθμούς και βελτιώσαμε παντού τους σταθμούς Check-in καθώς και τα σημεία ελέγχου και ασφαλείας. Γι΄ αυτό αναμορφώσαμε το εσωτερικό των terminal προκειμένου να δημιουργήσουμε περισσότερο χώρο για χώρους αναμονής καθώς και καταστήματα και εστιατόρια. Ωστόσο πολλά ήταν σε άσχημη κατάσταση και, όσο κι αν θέλαμε, δεν μπορούσαμε να τα καταφέρουμε σε ένα χρόνο».

Ερωτηθείς γιατί οι επιβάτες, για παράδειγμα στη Θεσσαλονίκη, συνεχίζουν να μεταφέρουν οι ίδιοι τις αποσκευές τους στα σημεία ελέγχου αποσκευών αντί να τα παραδίδουν στα σημεία Check-in, όπως συμβαίνει στα περισσότερα αεροδρόμια του κόσμου, ο κ. Τσινέλ απαντά ότι μέχρι το ερχόμενο καλοκαίρι αυτό θα έχει αλλάξει στα περισσότερα αεροδρόμια.

Τεράστιες οι δυνατότητες στην Ελλάδα

Σε ερώτηση εάν τους είχε αποθαρρύνει το γεγονός ότι ορισμένα από τα αεροδρόμια βαθμολογούνται συχνά ως τα χειρότερα του κόσμου, ο διευθύνων σύμβουλος της Fraport Greece απαντά, «αντιθέτως, αυτό λειτουργεί περισσότερο ως κίνητρο για μας. Το δυνατό μας σημείο είναι να βελτιώνουμε ένα μέτριο ή και κακό αεροδρόμιο. Όταν το ζητούμενο είναι να βελτιώσεις ένα τέλειο αεροδρόμιο και να αυξήσεις την κερδοφορία του, τότε η προστιθέμενη αξία μας είναι περιορισμένη».

Ο Στέφαν Σούλτε από την πλευρά του υποστηρίζει ότι στην Ελλάδα υπήρχαν μεγάλα περιθώρια για να γίνουν βελτιώσεις και για να αξιοποιήσει η εταιρία την τεχνογνωσία της. «Τα τελευταία πέντε χρόνια είδαμε πολλά αεροδρόμια. Ωστόσο σε κανένα πρότζεκτ οι προκλήσεις δεν ήταν τόσο μεγάλες και παράλληλα η χώρα και το περιβάλλον τόσο ελκυστικά όσο στην Ελλάδα. Η Ελλάδα έχει τεράστιες δυνατότητες στον τουρισμό, η χώρα προσφέρει μεγάλη πολιτιστική και φυσική πολυμορφία, οι άνθρωποι είναι εγκάρδιοι και φιλόξενοι. Είμαστε βαθιά πεπεισμένοι ότι η Ελλάδα έχει μπροστά της μεγάλο μέλλον ως μια από τις σημαντικότερες τουριστικές αγορές του κόσμου».

Κέρδη από το 2020;

 Ο επικεφαλής της Fraport υποστηρίζει ότι η διαχείριση των 14 ελληνικών αεροδρομίων δεν αποφέρει βραχυπρόθεσμο κέρδος στην Fraport. «Εξαιτίας των τελών παραχώρησης και των πρόσθετων τελών, τα επόμενα χρόνια θα ωφεληθεί κυρίως το ελληνικό κράτος». Για τους μετόχους της Fraport οι μεγάλες και μακροπρόθεσμες αυτές επενδύσεις κάνουν απόσβεση μετά από 15 χρόνια, όπως λέει.

Εάν ο σχεδιασμός είναι τόσο μακροπρόθεσμος, όσο υποστηρίζει, τότε γιατί προχώρησε η Fraport σε κατακόρυφη αύξηση των ενοικίων; Φέραμε τα ενοίκια στα επίπεδα της αγοράς, απαντά ο κ. Τσινέλ, προσθέτοντας ότι εάν τα ενοίκια ήταν όντως τόσο υψηλά, δεν θα υπήρχαν εκατοντάδες προσφορές από επιχειρήσεις.

Πάντως και παρότι η εταιρία σημειώνει καταρχήν απώλειες, με τις σχεδιαζόμενες επενδύσεις να φτάνουν συνολικά τα 415 εκατομμύρια ευρώ -100 εκατ. ευρώ περισσότερα από τον αρχικό σχεδιασμό- η διοίκηση της εταιρίας είναι απολύτως ικανοποιημένη. «Η απόφαση να αναλάβουμε τα αεροδρόμια στην Ελλάδα», επισημαίνει ο κ. Σούλτε, «είναι μέχρι και σήμερα 100% σωστή. Τα πρόσθετα έξοδα δεν μας αιφνιδίασαν. Εξαιτίας των πολλών επενδύσεων θα έχουμε την τρέχουσα και την επόμενη χρονιά απώλειες. Τα αποτελέσματα όμως είναι καλύτερα από τα αναμενόμενα και έτσι ήδη το 2020 θα μπορούσε να υπάρξει κέρδος».

Η Ελλάδα «χάρτινος πύργος»

Στην ολοκλήρωση του τρέχοντος τρίτου προγράμματος στήριξης και την επικείμενη έξοδο της Ελλάδας από τα μνημόνια αναφέρεται σε εκτενές της άρθρο η Süddeutsche Zeitung, εκφράζοντας όμως αμφιβολίες για το εάν η χώρα θα μπορέσει να σταθεί όντως μελλοντικά στα πόδια της.

Όπως σημειώνει η εφημερίδα, «ανάλυση της Κομισιόν καταδεικνύει πόσο γρήγορα μπορεί να καταρρεύσει ο ελληνικός χάρτινος πύργος. Σύμφωνα με αυτή, ένα μειωμένο κατά 0,7% πλεόνασμα με παράλληλη μείωση των ρυθμών ανάπτυξης κατά 0,2% και ελαφρά αύξηση του κόστους αναχρηματοδότησης, δεν θα οδηγούσε σε μείωση, αλλά σε αύξηση του χρέους σε πάνω από 230% επί του ΑΕΠ. Το ότι το ΔΝΤ δεν θέλει να είναι συνυπεύθυνο για έναν τόσο εξειδικευμένο υπολογισμό που δεν επιτρέπει περιθώρια απόκλισης […] είναι απολύτως κατανοητό».

Σύμφωνα με την εφημερίδα, «οι υπ. Οικονομικών της Ευρωζώνης φαίνεται να έχουν επίσης μικρή εμπιστοσύνη στη βούληση της ελληνικής κυβέρνησης να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις και περικοπές. Αυτό φαίνεται και από το ότι τα κέρδη που σημειώνει η ΕΚΤ με την αγορά ελληνικών ομολόγων θα επιστρέφονται μόνον όταν η Ελλάδα θα τηρεί το συμπεφωνημένο πρόγραμμα περικοπών και μεταρρυθμίσεων. Άγνωστο εάν αυτό αποτελεί κίνητρο για την Ελλάδα να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις. Στο παρελθόν η ελληνική κυβέρνηση προτίμησε να αρνηθεί τέτοια πρόσθετα έσοδα από το να υλοποιήσει μη δημοφιλείς μεταρρυθμίσεις».

Πάντως, όπως επισημαίνεται, παρά τον κίνδυνο να εξασθενήσουν μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος οι προσπάθειες για περικοπές και μεταρρυθμίσεις, «η Ελλάδα θα επιστρέψει στις χρηματαγορές. Διότι για τους ιδιώτες επενδυτές τα βραχυπρόθεσμα ρίσκα είναι ελάχιστα», αναφέρει η SZ παραπέμποντας, μεταξύ άλλων, στο απόθεμα των 15 δις ευρώ που διαθέτει η Ελλάδα.

Όπως σημειώνει η εφημερίδα, «ανάλυση της Κομισιόν καταδεικνύει πόσο γρήγορα μπορεί να καταρρεύσει ο ελληνικός χάρτινος πύργος. Σύμφωνα με αυτή, ένα μειωμένο κατά 0,7% πλεόνασμα με παράλληλη μείωση των ρυθμών ανάπτυξης κατά 0,2% και ελαφρά αύξηση του κόστους αναχρηματοδότησης, δεν θα οδηγούσε σε μείωση, αλλά σε αύξηση του χρέους σε πάνω από 230% επί του ΑΕΠ. Το ότι το ΔΝΤ δεν θέλει να είναι συνυπεύθυνο για έναν τόσο εξειδικευμένο υπολογισμό που δεν επιτρέπει περιθώρια απόκλισης […] είναι απολύτως κατανοητό».

Σύμφωνα με την εφημερίδα, «οι υπ. Οικονομικών της Ευρωζώνης φαίνεται να έχουν επίσης μικρή εμπιστοσύνη στη βούληση της ελληνικής κυβέρνησης να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις και περικοπές. Αυτό φαίνεται και από το ότι τα κέρδη που σημειώνει η ΕΚΤ με την αγορά ελληνικών ομολόγων θα επιστρέφονται μόνον όταν η Ελλάδα θα τηρεί το συμπεφωνημένο πρόγραμμα περικοπών και μεταρρυθμίσεων.

Άγνωστο εάν αυτό αποτελεί κίνητρο για την Ελλάδα να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις. Στο παρελθόν η ελληνική κυβέρνηση προτίμησε να αρνηθεί τέτοια πρόσθετα έσοδα από το να υλοποιήσει μη δημοφιλείς μεταρρυθμίσεις».

Πάντως, όπως επισημαίνεται, παρά τον κίνδυνο να εξασθενήσουν μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος οι προσπάθειες για περικοπές και μεταρρυθμίσεις, «η Ελλάδα θα επιστρέψει στις χρηματαγορές. Διότι για τους ιδιώτες επενδυτές τα βραχυπρόθεσμα ρίσκα είναι ελάχιστα», αναφέρει η SZ παραπέμποντας, μεταξύ άλλων, στο απόθεμα των 15 δις ευρώ που διαθέτει η Ελλάδα.

Πηγή: Deutsche Welle

Exit mobile version