Εκτακτο πρόγραμμα 1,5 δισ. ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων στα τέλη Αυγούστου και μεγάλη κοινή άσκηση με Γαλλία, Ισραήλ, Αίγυπτο και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στην περιοχή της τουρκικής NAVTEX τον επόμενο μήνα – Το παρασκήνιο με τη Μέρκελ, ο καταλυτικός ρόλος του Μακρόν και ο αμερικανικός παράγοντας – Τι κρύβουν τα νεο-οθωμανικά σχέδια Ερντογάν
«Οι Τούρκοι κάνουν ένα σόου. Δεν προκύπτει ότι θέλουν να κλιμακώσουν την κρίση για να φτάσουμε σε στρατιωτική αντιπαράθεση και το πλοίο “Oruc Reis” δεν φαίνεται ότι κάνει σεισμικές έρευνες», επισημαίνει κορυφαίος κυβερνητικός παράγοντας. Μία εβδομάδα μετά την υπογραφή της συμφωνίας μερικής οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης ανάμεσα στην Ελλάδα και την Αίγυπτο, η Τουρκία αντέδρασε λυσσαλέα δημιουργώντας την αίσθηση ότι θα μπορούσε ακόμη και να προκαλέσει πολεμικό επεισόδιο στη θαλάσσια περιοχή νότια του Καστελόριζου.
Ο τουρκικός στόλος είναι εν πλω, όπως επίσης και όλα τα ελληνικά πολεμικά πλοία βρίσκονται εκτός των κύριων ναυστάθμων της Σαλαμίνας και της Κρήτης, με τα πληρώματά τους σε ύψιστη ετοιμότητα. Οι εικόνες που δημοσιοποιήθηκαν από την τουρκική κυβέρνηση, με το «Oruc Reis» σε σχηματισμό με πέντε πολεμικά πλοία να το συνοδεύουν εμφανώς, προστατεύοντάς το δεξιά και αριστερά, δημιούργησαν την πεποίθηση ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε πειστεί ότι η ελληνική πλευρά θα επιχειρούσε να ανακόψει τον πλου του τουρκικού ερευνητικού πλοίου. Δίπλα από το «Oruc Reis» -που περισσότερο θυμίζει ένα γιγάντιο κουτί- πλέουν πολύ σιγά τρεις φρεγάτες και δύο κανονιοφόροι που το προστατεύουν, θεωρητικά βέβαια διότι τόσο η ταχύτητα των 4-5 κόμβων με την οποία κινούνται όσο και ο τακτικός σχηματισμός τους στην ανοιχτή θάλασσα κάνουν τον τουρκικό στολίσκο να μοιάζει με κοπάδι από πάπιες (ή καλύτερα sitting ducks), που θα μπορούσε να αποτελέσει εύκολο στόχο για έναν στόλο με τη ναυτοσύνη του ελληνικού.
«Δεν κάνει έρευνες, τα δικά μας πολεμικά πλοία μπορούν να πιστοποιήσουν αν γίνονται σεισμικές εργασίες. Μέσω σόναρ και άλλων συσκευών παρακολούθησης που έχουν τα πολεμικά μας πλοία ξέρουμε ότι το “Oruc Reis” δεν κάνει ερευνητικές εργασίες», τονίζει κυβερνητική πηγή και αναφερόμενη στον συνεχιζόμενο πλου του τουρκικού στολίσκου ανάμεσα στην Κύπρο και το Καστελόριζο επισημαίνει: «Δεν μπορούν να το τραβήξουν για πάρα πολύ, διότι από ένα σημείο και μετά δεν θα το αφήσουμε κι εμείς να τραβήξει…».
Νέες συμμαχίες
«Από τις χώρες της περιοχής κανένας δεν εμπιστεύεται τον Ερντογάν», παρατηρεί υπηρεσιακό στέλεχος του υπουργείου Εξωτερικών. Η συμφωνία τμηματικής οριοθέτησης ΑΟΖ με την Αίγυπτο ήταν η εξέλιξη που αφιόνισε την τουρκική ηγεσία. Στην Αγκυρα θεωρούσαν ότι με τη συμφωνία για επανέναρξη των διερευνητικών επαφών με την Αθήνα -και μόνο με την έκδοση της NAVTEX από 21η Ιουλίου με την απειλή εξόδου του «Oruc Reis»– θα μπορούσαν να επιβάλουν στην ελληνική κυβέρνηση τη δέσμευση να παγώσουν οι διαπραγματεύσεις με το Κάιρο για οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών.
Επιχειρώντας να εστιάσει στην αποκλιμάκωση της κρίσης με διπλωματικά μέσα, η Αθήνα στράφηκε στους συμμάχους της επιδιώκοντας να επιβεβαιώσει ότι οι φίλιες δυνάμεις παραμένουν με το μέρος της Ελλάδας.
Με συμφωνία εξπρές, η υπουργός Αμυνας της Γαλλίας Φλοράνς Παρλί και ο Ελληνας ομόλογός της Νίκος Παναγιωτόπουλος σχεδίασαν μια κοινή ελληνογαλλική άσκηση η οποία διεξήχθη αιφνιδιαστικά την Πέμπτη κωδικοποιώντας τη σχέση στενής συνεργασίας Αθηνών – Παρισίων. Ο Εμανουέλ Μακρόν συνομίλησε τηλεφωνικά με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον ενημέρωσε για την απόφαση της Γαλλίας να ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία στην περιοχή προκειμένου να υπογραμμιστούν η αλληλεγγύη προς την Ελλάδα και η ανάγκη σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου.
Με την πραγματοποίηση της άσκησης, ο πρόεδρος της Γαλλίας έστειλε στην Τουρκία το μήνυμα ότι παραμένει ενεργός παίκτης πρώτης γραμμής στην Ανατολική Μεσόγειο παρά την περιθωριοποίησή του στην Τουρκία και ο πρωθυπουργός αξιοποίησε την ευκαιρία για να διαμηνύσει προς πάσα κατεύθυνση ότι το «Ελλάς – Γαλλία συμμαχία» δεν είναι ένα απλό σύνθημα, αλλά μια απόφαση για στρατηγική συνεργασία που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε σύμφωνο αμοιβαίας συνδρομής σε περίπτωση που μία από τις δύο χώρες δεχτεί επίθεση από τρίτο μέρος.
Στην άσκηση συμμετείχαν το γαλλικό ελικοπτεροφόρο «Tonnerre» και η φρεγάτα «La Fayette», που έκαναν γυμνάσια στην περιοχή όπου κινούνται το «Oruc Reis» και τα συνοδευτικά τουρκικά πολεμικά πλοία με βάση την παράνομη τουρκική NAVTEX της 10ης Αυγούστου. Από ελληνικής πλευράς συμμετείχαν οι φρεγάτες «Λήμνος» -για την οποία τουρκικές πηγές διακινούσαν την ψευδή πληροφορία ότι δήθεν υπέστη εκτεταμένες ζημιές λόγω σύγκρουσης με τουρκική φρεγάτα, κάτι που οι φωτογραφίες της ελληνικής φρεγάτας με τον κωδικό αριθμό F-451 διαψεύδουν κατηγορηματικά-, «Κουντουριώτης», «Σπέτσαι» και «Αιγαίον». Βαρύνουσας σημασίας ήταν και η συμμετοχή δύο γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών τύπου Rafale, τα οποία απογειώθηκαν από την Πάφο εξοπλισμένα με πυραύλους μακρού πλήγματος Scalp και Exocet για να λάβουν μέρος στην αντιαεροπορική εκπαίδευση των πληρωμάτων της ελληνογαλλικής αρμάδας και εν συνεχεία προσγειώθηκαν στο Καστέλι της Κρήτης.
Η επιτυχής πραγματοποίηση της ελληνογαλλικής άσκησης σε συνθήκες κρίσης με την Τουρκία θα μπορούσε να αποτελέσει προάγγελο για ακόμη μεγαλύτερα αεροναυτικά γυμνάσια στην περιοχή νότια του Καστελόριζου. Στα παίγνια αυτά θα μπορούσαν να λάβουν μέρος κι άλλες χώρες της περιοχής, όπως η Αίγυπτος, το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, με τις οποίες η Ελλάδα έχει εδραιωμένη στρατιωτική συνεργασία.
Η ιστορική συμφωνία του Ισραήλ με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για ομαλοποίηση των μεταξύ τους διπλωματικών σχέσεων είναι ένα βήμα προς την κατεύθυνση της δημιουργίας μιας άτυπης στρατιωτικής συμμαχίας μεταξύ των συγκεκριμένων χωρών της Μεσογείου.
Αλλωστε το μπλοκ των χωρών αυτών, δηλαδή η Ελλάδα με το Ισραήλ, τη Γαλλία, την Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, έχει μια κοινή συνισταμένη: αντιλαμβάνονται ότι στο ευρύτερο παίγνιο της αναδιάταξης δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο, στη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή η Τουρκία θεωρείται ο μεγάλος αποσταθεροποιητικός παράγοντας, αντίληψη που κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος όσο η Αγκυρα προσπαθεί να ανατρέψει το status quo προς όφελός της. Η ενίσχυση της συνεργασίας των χωρών αυτών θα μπορούσε λοιπόν να δημιουργήσει ένα πανίσχυρο ανάχωμα στα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας.
Τι κάνουν οι ΗΠΑ
Η συνάντηση του Νίκου Δένδια με τον επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Μάικ Πομπέο ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την ελληνική διπλωματία να αποσπάσει μια νέα αμερικανική τοποθέτηση ενισχυτική των ελληνικών συμφερόντων. Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών με μια ξεκάθαρη τοποθέτηση την επομένη του απόπλου του «Oruc Reis» για εργασίες σε ελληνική υφαλοκρηπίδα ανακοίνωσε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες ανησυχούν βαθιά για τα δηλωμένα σχέδια της Τουρκίας για έρευνες φυσικών πόρων σε περιοχές στις οποίες η Ελλάδα και η Κύπρος διεκδικούν δικαιοδοσία στην Ανατολική Μεσόγειο», επισημαίνοντας ότι «τέτοιες δράσεις είναι προκλητικές και αυξάνουν τις εντάσεις στην περιοχή».
Σύγχυση στη Γερμανία
Μετά την τουρκική NAVTEX της 21ης Ιουλίου για έρευνες στο Καστελόριζο, αγγελία που δεν υλοποιήθηκε από τον Ταγίπ Ερντογάν έπειτα από παρεμβάσεις «λυτών και δεμένων» και κυρίως τη διαμεσολάβηση της Ανγκελα Μέρκελ, η οποία έπεισε τον πρόεδρο της Τουρκίας να μη στείλει το «Oruc Reis» για έρευνες, ο ρόλος του Βερολίνου στη διαπραγμάτευση μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας θεωρήθηκε κομβικός.
Κι αυτό διότι η ελληνική κυβέρνηση αντιμετώπισε τους Γερμανούς ως καλόπιστους διαπραγματευτές, παρά το γεγονός ότι λίγες ημέρες νωρίτερα ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου είχε αποκαλύψει τη μυστική τριμερή συνάντηση που έγινε στο Βερολίνο μεταξύ της διευθύντριας του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού, πρέσβειρας Ελένης Σουρανή, του εκπροσώπου του Ερντογάν Ιμπραήμ Καλίν και του διπλωματικού συμβούλου της Μέρκελ Γιαν Χέκερ.
Η ελληνική επιχειρηματολογία στις συζητήσεις του Βερολίνου εξέθεσε την τουρκική πλευρά ως αδιάλλακτη. Κατά πληροφορίες, η κυρία Σουρανή είχε προτείνει την έναρξη ελληνοτουρκικού διαλόγου με σαφώς καθορισμένη ατζέντα μόνο για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, καθορισμένο αλλά όχι ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα για τις συζητήσεις των διπλωματών και, σε περίπτωση ασυμφωνίας, προσφυγή στη Χάγη για τη διευθέτηση του προβλήματος της υφαλοκρηπίδας, προοπτική με την οποία ο Ιμπραήμ Καλίν φάνηκε να δυσανασχετεί. Προσπαθώντας να υπονομεύσει τα ελληνικά επιχειρήματα για επιβολή κυρώσεων από την Ε.Ε. στην Τουρκία λόγω της μετατροπής της Αγια-Σοφιάς σε τζαμί, ο Τσαβούσογλου θέλησε να εμφανίσει την Αθήνα ως ανακόλουθη που από τη μια συζητά για την έναρξη ελληνοτουρκικού διαλόγου και από την άλλη επιδιώκει ευρωπαϊκά αντίποινα στην Αγκυρα.
Η ελληνική κυβέρνηση έδειξε καλή διάθεση, έμεινε στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων και συζητούσε με την τουρκική πλευρά τούς όρους για την επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών. Παρ’ όλα αυτά, και ενώ οι συνομιλίες στο τρίγωνο Αθήνα – Βερολίνο – Αγκυρα συνεχίζονταν, η τουρκική πλευρά ανακοίνωσε μία εβδομάδα αργότερα ότι σκοπεύει να αποστείλει το ερευνητικό πλοίο «Oruc Reis» για σεισμικές εργασίες νότια του Καστελόριζου. Η απειλή των Τούρκων οδήγησε την ελληνική κυβέρνηση στην απόφαση να θέσει τις Ενοπλες Δυνάμεις σε ετοιμότητα, με τον ελληνικό στόλο να καταλαμβάνει καίρια σημεία στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο διά παν ενδεχόμενο.
Ακολούθησαν νέες συζητήσεις για την επίτευξη συμφωνίας επί τη βάσει της οποίας θα μπορούσαν να ξεκινήσουν οι διερευνητικές επαφές, όμως και πάλι η τουρκική πλευρά προσπάθησε να τορπιλίσει τις άτυπες διαβουλεύσεις με την πρώτη NAVTEX (της 21ης Ιουλίου) για έρευνες από το «Oruc Reis». Με τηλεφωνήματα και παρεμβάσεις της Μέρκελ προς τον Ερντογάν και τον Μητσοτάκη, η τουρκική πλευρά πείστηκε να μην ξεκινήσουν σεισμικές εργασίες σε ελληνική υφαλοκρηπίδα, την κυριαρχία επί της οποίας αμφισβητεί η Αγκυρα. Στις 27 Ιουλίου ο Καλίν, εκπρόσωπος του Ερντογάν, ανακοίνωσε την αναστολή των ερευνητικών εργασιών για διάστημα ενός μήνα, παρουσιάζοντας την απόφαση ως κίνηση καλής θέλησης για να επανεκκινήσει ο ελληνοτουρκικός διάλογος.
Τα ανταλλάγματα που πήρε η Αγκυρα από το Βερολίνο δεν είναι γνωστά, όμως η απόφαση της καγκελαρίου στις 5 Αυγούστου για μερική άρση των περιορισμών που είχαν επιβληθεί σε όσους ταξιδιώτες επιστρέφουν στη Γερμανία από τουρκικά θέρετρα ήταν μια σημαντική τονωτική ένεση στην τουρκική οικονομία.
Ποιο μορατόριουμ;
Κορυφαίοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι στην Αθήνα διαβεβαιώνουν ότι ουδέποτε είχε συμφωνηθεί μορατόριουμ ενός μηνός προκειμένου να ξεκινήσουν οι διερευνητικές επαφές, διαβλέποντας τουρκική μπαμπεσιά για να επιβληθούν στην ελληνική πλευρά ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα και όροι που ουδέποτε είχαν συμφωνηθεί. Διαβλέποντας προσπάθεια της τουρκικής κυβέρνησης να πειθαναγκάσει την ελληνική πλευρά σε συμφωνία αναστολής των διαπραγματεύσεων με την Αίγυπτο για οριοθέτηση ΑΟΖ που θα οδηγούσε το τουρκολιβυκό σύμφωνο σε ακύρωση, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε εντολή στον Νίκο Δένδια να επιταχύνει τις διαβουλεύσεις με το Κάιρο.
Ετσι, όταν στις 6 Αυγούστου ανακοινώθηκε επισήμως η συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου για την τμηματική οριοθέτηση της μεταξύ τους ΑΟΖ, η τουρκική πλευρά αντέδρασε με οργή. Για την επομένη, Παρασκευή 7 Αυγούστου, είχε προγραμματιστεί η πανηγυρική ανακοίνωση της επανέναρξης των διερευνητικών επαφών, με τον πρώτο γύρο να γίνεται στις 24 Αυγούστου στην Αδριανούπολη όπου ο πρέσβης Παύλος Αποστολίδης, επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπίας, θα μετέβαινε οδικώς λόγω των περιορισμών της Ε.Ε. στις πτήσεις προς Τουρκίας λόγω κορωνοϊού.
«Τους φέραμε προ τετελεσμένων. Η υπογραφή συμφωνίας για την ΑΟΖ με την Αίγυπτο ήταν μια νόμιμη πράξη, κυριαρχικό δικαίωμα της Ελλάδας», εξηγεί στο «ΘΕΜΑ» κορυφαία κυβερνητική πηγή.
Μόλις πληροφορήθηκαν τη συνομολόγηση της συμφωνίας με την Αίγυπτο, συνεργάτες του Ερντογάν επικοινώνησαν με τους συνομιλητές τους στην Αθήνα διαμαρτυρόμενοι έντονα. «Δεν ξέρω γιατί οφείλαμε να σας το πούμε, είναι κυριαρχικό δικαίωμά μας, ποτέ δεν είχαμε συμφωνήσει ότι θα σας ενημερώσουμε προτού υπογράψουμε κάποια συμφωνία με τις θαλάσσιες ζώνες», απάντησε, κατά πληροφορίες, κυβερνητικό στέλεχος που έγινε αποδέκτης της δυσαρέσκειας του Ερντογάν.
Εκτός από την Αγκυρα, η συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου για την ΑΟΖ προκάλεσε έντονη δυσφορία και στο Βερολίνο. «Ο πρωθυπουργός είχε πει στην Ανγκελα Μέρκελ -όπως και άλλοι διπλωματικοί παράγοντες στους Γερμανούς συνομιλητές τους- ότι είμαστε πολύ κοντά σε συμφωνία με τους Αιγύπτιους και ότι θα υπογράψουμε. Ούτε τους κρύψαμε ότι όταν ήμαστε κοντά στην υπογραφή θα προχωρήσουμε στην επισημοποίηση της συμφωνίας. Ολοι το ήξεραν ότι θα υπογράψουμε, απλώς δεν ήξεραν το πότε», αποκαλύπτει κυβερνητικό στέλεχος.
Η γερμανική ενόχληση αποτυπώθηκε και στο γεγονός ότι μέχρι και σήμερα το Βερολίνο δεν έχει τοποθετηθεί υπέρ ή κατά της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας.
«Οι Γερμανοί ήθελαν εγγυήσεις ότι δεν θα προχωρήσουμε σε συμφωνία με το Κάιρο όσο γίνονται οι διαπραγματεύσεις με την Τουρκία. Εμείς θέλαμε τις διερευνητικές, όμως έπρεπε να ισχυροποιήσουμε τη θέση μας εν όψει της έναρξης του διαλόγου. Ούτε μπορούσαμε να αφήσουμε μετέωρους τους Αιγύπτιους έπειτα από 15 χρόνια διαβουλεύσεων για μια συμφωνία η οποία ακυρώνει το τουρκολιβυκό σύμφωνο», εξηγεί διπλωματικός παράγοντας σημειώνοντας ότι με τη συμφωνία για την ΑΟΖ η Ελλάδα ισχυροποίησε τη θέση της και απέκτησε αντιστάθμισμα απέναντι στη συμφωνία Ερντογάν – Σαράζ.
Ο Ερντογάν χρειάστηκε μόλις τρεις ημέρες για να εξωτερικεύσει την οργή του και να βγάλει άρον-άρον το «Oruc Reis» μαζί με το σύνολο σχεδόν του τουρκικού στόλου στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο. Ηταν Δευτέρα 10 Αυγούστου. Μία ακόμη κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ίσως από τις σοβαρότερες των τελευταίων δεκαετιών, είχε ξεκινήσει. Από την ημέρα εκείνη η Ελλάδα και η Τουρκία βρίσκονται σε μια κατάσταση που περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο θυμίζει τον «μη πόλεμο».
Οι πιθανότητες για ανάληψη μιας νέας διαμεσολαβητικής πρωτοβουλίας από τη Μέρκελ θεωρούνται περιορισμένες. Αν και η Γερμανίδα καγκελάριος συνομίλησε τηλεφωνικά την περασμένη Παρασκευή με τον Ερντογάν και τον Μητσοτάκη -με τον οποίο μάλιστα αντάλλασσε μηνύματα όλη την προηγούμενη εβδομάδα- είναι περιορισμένες οι πιθανότητες το Βερολίνο να αναλάβει εκ νέου κάποια διαμεσολαβητική πρωτοβουλία. Κυρίως διότι ο Ερντογάν δεν φαίνεται πρόθυμος να αποσύρει τον στόλο του πριν από την 23η Αυγούστου, οπότε λήγει η διάρκεια της παράνομης τουρκικής NAVTEX, αλλά και διότι χρειάζεται χρόνος για να αρθεί η καχυποψία και να πειστούν η Αθήνα και η Αγκυρα να συμφωνήσουν σε έναν οδικό χάρτη για την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών.
Στο ερώτημα αν οι Τούρκοι θα επιδιώξουν να κλιμακώσουν την κρίση, με κάποιου είδους θερμό επεισόδιο ή προβοκάτσια, η απάντηση δεν είναι εύκολη. «Από τις επίσημες δηλώσεις τους και τα μηνύματα που μας στέλνουν οι Τούρκοι προκύπτει ότι δεν είναι διατεθειμένοι να κλιμακώσουν την κατάσταση με τρόπο ώστε να προκληθεί στρατιωτική αντιπαράθεση», υποστηρίζει κυβερνητικός αξιωματούχος και αναφέρεται στις συνομιλίες που είχαν τις προηγούμενες ημέρες -κατά τη διάρκεια της επίδοσης των ελληνικών διαβημάτων- ο πρεσβευτής μας στην Αγκυρα Μιχάλης Διάμεσης με το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών και ο γενικός γραμματέας του ελληνικού ΥΠΕΞ Θεμιστοκλής Δεμίρης με τον Τούρκο πρεσβευτή στην Αθήνα Μπουράκ Οζουγκεργκίν.
Νεο-οθωμανισμός
«Πρέπει να κάνουμε μια αποτίμηση του καθαρού στρατηγικού στόχου της Τουρκίας», σημειώνει διπλωματικός παράγοντας στην Αθήνα και εξηγεί: «Ο Ερντογάν δεν σκέφτεται τόσο την παραμονή του στην εξουσία, αλλά το 2023, την επέτειο των 100 ετών από την ίδρυση της τουρκικής δημοκρατίας. Θέλει να αναφωνήσει δημοσίως “νενικήσα σε, Κεμάλ” και να αναγορευθεί εκείνος σε Ατατούρκ».
Σύμφωνα με την άποψη του σημαίνοντος στελέχους του υπουργείου Εξωτερικών, η Τουρκία «διαμαρτύρεται ότι ασφυκτιά μέσα στα σύνορα της Συνθήκης της Λωζάννης, το έχουν πει σχεδόν καθαρά ότι αυτό είναι το πρόβλημά τους». «Η Ελλάδα είναι διατεθειμένη να μιλήσει με την Τουρκία, να εγκαθιδρυθεί μια καλή διμερής σχέση, αλλά δεν θα παραδοθούμε», τονίζει κυβερνητικός παράγοντας και προσθέτει: «Ο Ερντογάν θέλει να μας επιβάλει μια Pax Neo-Ottomana, εμείς όμως δεν πρόκειται να δεχτούμε να παίξουμε αυτό το παιχνίδι. Βλέπουμε τη σταδιακή γένεση μιας ισλαμικής δημοκρατίας δίπλα μας και, δυστυχώς, θα είμαστε ίσως το πρώτο τεστ, η πρώτη χώρα που θα κληθεί να αποκρούσει αυτή την απειλή επέκτασης της Τουρκίας».
Η υφαλοκρηπίδα
«Στη διεθνή κοινότητα περνάει η δήλωση Μητσοτάκη για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης προκειμένου να οριοθετηθεί η υφαλοκρηπίδα της Ελλάδας με την Τουρκία. Μας λένε οι ξένοι: Δεν συμφωνείτε και δεν θα συμφωνήσετε ποτέ, πηγαίνετε στη Χάγη!» επισημαίνει στέλεχος του υπουργείου Εξωτερικών.
Σε ό,τι αφορά την τουρκική παρουσία ναυτική παρουσία με το ερευνητικό «Oruc Reis» σε περιοχή ελληνικής υφαλοκρηπίδας και την ανησυχία ότι η περιπλάνηση του τουρκικού στολίσκου σε αντίστοιχη περιοχή θα μπορούσε να δημιουργήσει τετελεσμένο υπέρ της Αγκυρας, νομικοί κύκλοι απαντούν ότι «κυριαρχικό δικαίωμα στην υφαλοκρηπίδα δεν μπορεί να ασκηθεί από άλλο κράτος, είναι αναπαλλοτρίωτο και απαράγραπτο».
«Τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους που αφορούν στη ζώνη της υφαλοκρηπίδας υπάρχουν ipso facto και ab initio, με βάση την αρχή της κυριαρχίας του κράτους σε αυτό το τμήμα του βυθού και με επέκταση της κυριαρχίας αυτής, υπό τη μορφή της άσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων για την εξερεύνηση του βυθού της θάλασσας και την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων», επισημαίνεται στο βιβλίο του Εμμανουήλ Ρούκουνα για το Δίκαιο της Θάλασσας – τη θεωρούμενη «Βίβλο του Διεθνούς Δικαίου». Εξηγείται μάλιστα ότι το κυριαρχικό δικαίωμα επί της υφαλοκρηπίδας δεν εξαρτάται από την αποτελεσματική άσκησή του, αφού ακόμη κι «εάν ένα παράκτιο κράτος επιλέγει να μην εξερευνήσει ή να μην εκμεταλλευτεί τις ζώνες της υφαλοκρηπίδας που του ανήκουν, αυτό αφορά μόνο το κράτος εκείνο και κανείς δεν μπορεί να προβαίνει στις ενέργειες αυτές χωρίς τη ρητή συγκατάθεσή του».
Εκτακτο πρόγραμμα €1,5 δισ. για τις ‘Ενοπλες Δυνάμεις
Ο χειρισμός της κρίσης με την Τουρκία είναι 95% με διπλωματικά μέσα και μόνο 5% με στρατιωτικά, τονίζει κορυφαίος παράγοντας, επισημαίνοντας ότι απαιτείται η άμεση υλοποίηση ενός εξοπλιστικού προγράμματος για την ενδυνάμωση των Ενόπλων Δυνάμεων με αγορά βλημάτων και ανταλλακτικών ώστε να μεγαλώσει η διαθεσιμότητα των υπαρχόντων οπλικών συστημάτων.
«Το αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεων οφείλουμε να το κρατάμε ψηλά, οφείλουμε όμως και να το χρηματοδοτούμε, ειδικά σε περιόδους όπως αυτές που διανύουμε», είπε στις 29 Ιουλίου στη Βουλή ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, προαναγγέλλοντας ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα ύψους 1-1,5 δισ. ευρώ. Στο πλαίσιο της θωράκισης των Ενόπλων Δυνάμεων με άμεσες αποφάσεις για απόκτηση καινούριων τορπιλών και άλλου πολεμικού υλικού πρώτης προτεραιότητας, δεν αποκλείεται να ξανανοίξει και η συζήτηση για την αγορά των δύο γαλλικών φρεγατών τύπου FDI (τις αποκαλούμενες Belh@rra), το κόστος των οποίων εκτινάχθηκε στα 3,3-3,4 δισ. ευρώ.
Αν η γαλλική πλευρά συρρικνώσει το τίμημα ή προσφέρει εναλλακτικές προτάσεις, θεωρείται πολύ πιθανό σε αυτή τη χρονική συγκυρία οι διαπραγματεύσεις να ανοίξουν ξανά.