Δυσφορία επικρατεί σύμφωνα με πληροφορίες στο Οικουμενικό Πατριαρχείο μετά τις κοινές ανακοινώσεις του Αρχιεπίσκοπου Ιερωνύμου και του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, το βράδυ της Τρίτης. Το Φανάρι δεν έχει ενημερωθεί από τον κ.Ιερώνυμο για τα ανακοινωθέντα, πράγμα που έχει ιδιαίτερη σημασία με δεδομένο ότι τόσο η αυτοκέφαλη εκκλησία της Κρήτης, όσο και εκείνη των Δωδεκαννήσων υπάγονται απευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Συνεπώς τίθενται άμεσα τα ερωτήματα κατά πόσο και πως δεσμεύονται οι δύο αυτές εκκλησίες από τα όσα ανακοίνωσαν από κοινού πρωθυπουργός και αρχιεπίσκοπος. Επιπλέον τίθεται το ερώτημα πώς θα γίνει η διαχείριση της περιουσίας των δύο εκκλησιών, αφού δεν υπάγονται στην δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Ελλάδας. Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, ήδη τόσο από την Εκκλησία της Δωδεκαννήσου, όσο και από εκείνη της Κρήτης αναμένεται επικοινωνία με το Πατριαρχείο, προκειμένου να αναζητηθούν απαντήσεις. Ωστόσο, ζητήματα αναμένεται να ανακύψουν και για την περιουσία των λεγόμενων «νέων χωρών», (κυρίως οι μητροπόλεις της Βόρειας Ελλάδας) που ναι μεν ανήκουν επισκοπικώς στην Εκκλησία της Ελλάδας ήδη από το 1928, ωστόσο θρησκευτικά υπάγονται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Εως τώρα δεν έχει υπάρξει επίσημη αντίδραση από την πλευρά του Φαναρίου. Πρέπει να σημειωθεί πάντως, ότι αυτή την περίοδο οι σχέσεις μεταξύ του Οικουμενικού Πατριάρχη και του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου βρίσκονται στο ναδίρ- πράγμα που φάνηκε και δημόσια κατά την πρόσφατη επίσκεψη του κ.Βαρθολομαίου στην Αθήνα, όταν και ματαιώθηκε η συνάντησή του με τον κ.Ιερώνυμο. Τότε, οι δύο πλευρές είχαν επικαλεσθεί «φόρτο εργασίας», λίγες μέρες πριν από τη ματαίωσή της, ωστόσο, είχε εκδοθεί απόφαση του ΣτΕ επί της δικαστικής διαμάχης Εκκλησίας της Ελλάδος – Πατριαρχείου για το ναό στο κτήμα Προμπονά, στα Πατήσια που είχε κριθεί υπέρ του Πατριαρχείου.
Μητροπολίτης Ρόδου Κύριλλος: Ήταν πολύ ξαφνικό, δεν ερωτηθήκαμε
Ομως, χαρακτηριστικές του κλίματος που έχει δημιουργηθεί στις υπαγόμενες στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Εκκλησίες είναι οι δηλώσεις του Μητροπολίτη Ρόδου Κυρίλλου.
Ο Μητροπολίτης μιλώντας στην ΕΡΤ (ΕΡΑ) Ρόδου, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά εξέφρασε γιατί δεν ρωτήθηκε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και κατ’επέκταση οι εκκλησίες της Δωδεκανήσου και της Κρήτης για την συμφωνία μεταξύ του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου. Ήταν πολύ ξαφνικό. Δεν είχαμε καμία σχετική ενημέρωση. Αυτά που μας προβληματίζουν είναι: Πρώτον, το γεγονός ότι γίνεται μια συμφωνία μεταξύ μια συμφωνία μεταξύ εκκλησίας και πολιτείας , ένα κονκορδάτο να το πούμε, για το οποίο δεν ζητήθηκε καμία άποψη Κρήτης Και Δωδεκανήσου, των δικαιοδοσιών του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ελλάδα. Θα έπρεπε το Οικουμενικό Πατριαρχείο να ερωτηθεί και να συμμετέχει σε αυτόν τον διάλογο κι σε αυτές τις αποφάσεις. Και δεύτερον αυτή η εξέλιξη αναφορικά με την μισθοδοσία των ιερέων εμένα προσωπικά με προβληματίζει , πως θα κατοχυρώνονται τα εργασιακά δικαιώματα των ιερέων. Δεν ξέρουμε τις λεπτομέρειες που θα προκύψουν από αυτή τη συζήτηση αλλά θα πρέπει το ζήτημα να θεωρηθεί πάρα πολύ επισταμένως και να μην αποτελέσει μια συμφωνία σε επίπεδο Διαρκούς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας, των δώδεκα και του Αρχιεπισκόπου αλλά να συμμετάσχει και όλη η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδας αλλά και η Κρήτη και τα Δωδεκάνησα με τον τρόπο που θα αποφασίσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Εγώ διερωτώμαι, θα πληρώνονται οι παπάδες, δεν θα πληρώνονται από την ενιαία αρχή πληρωμών αλλά από ένα κονδύλι που θα δίνει το κράτος στην εκκλησία. Δηλαδή τι αλλάζει; Τι θα γίνει με τα εργασιακά δικαιώματα των κληρικών; Δεν γνωρίζουμε τις λεπτομέρειες αλλά είναι ζήτημα που πρέπει να μελετηθεί επισταμένως. Μπορεί να προκύψει και αυθαιρεσία μέσα στην εκκλησία γιατί δεν αφορά έναν αλλά αφορά 100 μητροπολίτες, 100 διαχειριστικές αρχές”.
Σε ερώτηση αν υπάρχει περίπτωση να έχει ερωτηθεί το Πατριαρχείο και να μην το γνωρίζει, ήταν κατηγορηματικός: “Εγώ μέχρι την Σύνοδο που έγινε 13 Οκτωβρίου που συμμετείχα, δεν υπήρχε καμία ενημέρωση. Απλώς ακούγαμε τα σχετικά με την αναθεώρηση του συντάγματος και ετέθη εύλογη η απορία πως μπορεί να γίνεται συζήτηση περί αναθεώρησης του συντάγματος, να υπάρχει συζήτηση με την εκκλησία της Ελλάδας και να αγνοείται το Οικουμενικό Πατριαρχείο που στην επικράτεια του υπάγονται και η Κρήτη και τα Δωδεκάνησα και πνευματικά οι νέες χώρες. Αυτά τα θέματα πρέπει πάρα πολύ σοβαρά να τα δούμε γιατί δεν άπτονται μόνο εκκλησιαστικών θεμάτων αλλά άπτονται και εθνικών ζητημάτων. Είμαστε σήμερα σε μια πάρα πολύ δύσκολη καμπή. Το όλο γεωπολιτικό το βλέπουμε πως βράζει γύρω-γύρω. Θα πρέπει τα ζητήματα αυτά να αντιμετωπίζονται με πολύ μεγάλη σοβαρότητα.
Να σας πω και την προσωπική μου γνώμη, ότι αυτή τη στιγμή στην κατάσταση που είναι η ελληνική κοινωνία έχει ουσιαστικότερα προβλήματα να συζητήσει και τα ουσιαστικά δεν είναι αυτό που συζητάμε αυτή τη στιγμή. Αυτό το οποίο προέχει σήμερα είναι η συνοχή του λαού μας και όχι να διαχωρίζεται και να δημιουργούνται τέτοιου είδους αντιπαραθέσεις που τελικά δεν βοηθούν. Ο Αρχιεπίσκοπος είναι ένας και δεν μπορεί να αποφασίζει για όλη την εκκλησία. Υπάρχει Σύνοδος της Ιεραρχίας. Και για θέματα που άπτονται των δικαιοδοσιών των δικών μας υπάρχει και η άποψη του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της δικής μας Ιεραρχίας. Η εκκλησία δεν έχει πολίτευμα μονοκρατικό, έχει πολίτευμα συνοδικό”.
Ο Μητροπολίτης ρόδου ρωτήθηκε απο τους δημοσιογράφους της ΕΡΤ Ρόδου για την εκκλησιαστική περιουσία, αν υπάρχει και στη Ρόδο, στη Δωδεκάνησο, αμφισβητούμενη περιουσία: “Εμείς αμφισβητούμενη περιούσια δεν έχουμε. Στην εκκλησία της Ελλάδας υπάρχουν τρεις-τέσσερις περιπτώσεις όπως είναι η χερσόνησος της Βουλιαγμένης. Καταλαβαίνετε μεγάλων συμφερόντων που παραμένει ανεκμετάλλευτη. Σε εμάς στη Ρόδο, έχουμε το κτηματολόγιο, δεν υπάρχει αμφισβητούμενη περιουσία. Ούτε η Κρήτη έχει αμφισβητούμενη περιουσία. Αν δούμε στη πραγματική βάση το θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας είναι μηδαμινό. Απλώς θα μπορούσε να βοηθήσει το κράτος ώστε με πιο γρήγορες διαδικασίες να μπορούν να αξιοποιηθούν ορισμένα πράγματα, ορισμένα ακίνητα τα οποία δεν είναι και πολλά. Πάρτε παράδειγμα την περίπτωση της Ρόδου. Πόσα είναι τα ακίνητα μας που μπορούμε να τα αξιοποιήσουμε; Τα άλλα είναι αγροτικά ακίνητα που τα καλλιεργούν άνθρωποι με δέκα ευρώ το στρέμμα το χρόνο. Αν βάλουμε το φόρο εισοδήματος και τον ΕΝΦΙΑ, η εκκλησία δεν κερδίζει τίποτα. Εκείνο που μας στενοχωρεί είναι ότι όλα αυτά τα πράγματα που αφορούν την εκκλησία πετιούνται ως ρουκέτες για να δημιουργούν θέματα. Και όποτε υπάρχει στην Ελλάδα πολιτική κρίση και τα σχετικά , όταν δυσκολεύονται οι κυβερνήσεις βάζουν και λίγη εκκλησία για να τα πάνε παρακάτω. Αυτή είναι η πραγματικότητα, για να είμαστε ρεαλιστές».