© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Πολιτικά κυρίαρχοι, με ισχυρή αξιοπιστία και ισχυρή υποστήριξη από ευρύτερα τμήματα της κοινής γνώμης εξακολουθούν να είναι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του, σύμφωνα με τη νέα δημοσκόπηση της εταιρείας Marc για το «ΘΕΜΑ».
Η υπεροχή που απολαμβάνει η σημερινή κυβέρνηση αποτυπώνεται στην εκτόξευση της διαφοράς στην πρόθεση ψήφου, καθώς η Ν.Δ. προηγείται με 18,1 ποσοστιαίες μονάδες, έχοντας διευρύνει την επιρροή της και πέραν των ορίων της Κεντροδεξιάς. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ παραμένει στην περιδίνηση της απώλειας εξουσίας και της αναζήτησης βηματισμού στην άσκηση της αντιπολίτευσης, χωρίς να καταφέρνει να πείσει με τα όσα λέει και κάνει αυτό το τετράμηνο ακόμη και το εκλογικό σώμα που τον προτίμησε στις 7 Ιουλίου. Μάλιστα προοδευτικά, σε σχέση με το πρώτο διάστημα της διακυβέρνησης, η Ν.Δ. καταγράφει ανοδική πορεία, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ καθοδική, με την τακτική της πόλωσης και του διχαστικού λόγου να απορρίπτεται από τη συντριπτική πλειοψηφία, που ζητά άλλου τύπου αντιπολίτευση, πιο δημιουργική και πιο ήπια! Η «φωτογραφία της στιγμής», όπως χαρακτηρίζονται οι δημοσκοπήσεις, δίνει ακόμα περισσότερο αέρα στα κυβερνητικά πανιά, ενώ χτυπά καμπανάκι για την Κουμουνδούρου.
Η έρευνα εντοπίζει ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ποιοτικό στοιχείο, που υπό προϋποθέσεις μπορεί να επηρεάσει συνολικά το πολιτικό σκηνικό των επόμενων ετών: ο κ. Μητσοτάκης ασκεί επίδραση και έχει γενικά καλή αποδοχή σε ένα κομμάτι της κοινής γνώμης που φτάνει από 60% έως 70%! Ουσιαστικά μόνο το 1/3 του εκλογικού σώματος στέκεται με άρνηση στον ίδιο ή στην κυβέρνησή του, αφήνοντας όλο τον υπόλοιπο πολιτικό και κοινωνικό χώρο να είναι θετικά ή έστω καλοπροαίρετα διακείμενος απέναντι στην κυβέρνηση.
Είναι εντυπωσιακό ότι όσο περνά ο καιρός ο κ. Μητσοτάκης βελτιώνει την εικόνα του, κάτι μάλλον πρωτόγνωρο για πρωθυπουργό στα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Στο ερώτημα «ποια είναι η γνώμη σας για τον Κ. Μητσοτάκη σήμερα σε σχέση με πριν;», το 48,2% απαντά «καλύτερη» και το 20% λέει «το ίδιο καλή», όπερ σημαίνει ότι το 68,2% (σχεδόν 7 στους 10) βλέπει τον πρωθυπουργό με ιδιαίτερα θετική ματιά. Μόλις το 6,8% έχει χειρότερη άποψη σε σχέση με πριν, ενώ το 21,4% παραμένει με την «ίδια κακή» γνώμη που είχε πάντα για τον κ. Μητσοτάκη – αθροιστικά δηλαδή οι «απέναντι» φτάνουν στο 28,2%, ούτε καν στο εκλογικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο (31,5%)!
Από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία της έρευνας είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν χάνει κάτι ιδιαίτερο από το πολιτικό κεφάλαιο που είχε τις πρώτες ημέρες μετά τις εκλογές, παρότι μπήκε ήδη στον τέταρτο μήνα της θητείας της και χειρίζεται κρίσιμα και δύσκολα προβλήματα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι «θετικά και μάλλον θετικά» κρίνει τα έως τώρα δείγματα της κυβέρνησης το 68% και «αρνητικά και μάλλον αρνητικά» μόλις το 28,8%! Σε σχέση με τα ευρήματα της Marc τον περασμένο Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο οι απώλειες είναι ελάχιστες, αφού πριν από ένα τρίμηνο η αποδοχή έφτανε στο 72,7% και πριν έναν μήνα στο 71,4%. Για να γίνουν αντιληπτά τα σχετικά μεγέθη αρκεί μια σύγκριση με την αντίστοιχη πορεία της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ το πρώτο τετράμηνο του 2015, ενώ τον Φεβρουάριο εκείνης της χρονιάς η «θετική ή μάλλον θετική» γνώμη ήταν στο 83,1%, τον Μάρτιο έπεσε στο 59,8% και τον Απρίλιο κατακρημνίστηκε στο 52,4%! Η κοινή γνώμη αντιμετωπίζει την κυβέρνηση Μητσοτάκη με πολλές προσδοκίες και δείχνει να έχει πίστη και υπομονή για τα αποτελέσματα των προσπαθειών της. Στο ερώτημα «γενικά ποια φράση αποδίδει καλύτερα τη στάση σας απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη;» το 40% απαντά «υποστήριξη» και το 32,5% λέει «ανοχή» – συνολικά 72,5%! «Απογοήτευση» νιώθει μόνο το 15%, ενώ μόλις το 11,1% απαντά «θυμό» – και πάλι το ποσοστό που αθροίζεται σε εχθρική στάση προς την κυβέρνηση δεν φτάνει καν την εκλογική επίδοση του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο.
Αξιοπιστία στα ύψη
Μετά από μία περίοδο όπου το κύρος του πολιτικού κόσμου έφτασε στα τάρταρα και η ιδιότητα του πολιτικού θεωρούνταν συνυφασμένη με αυτή του «ψεύτη», έστω και κατά συνθήκην, η αξιοπιστία που απολαμβάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι από τις θετικές εκπλήξεις της μεταμνημονιακής εποχής. Με τα πρώτα δείγματα γραφής να έχουν δώσει ένα στίγμα των προθέσεων και της αποτελεσματικότητας, η κοινή γνώμη στη συντριπτική πλειοψηφία της πιστεύει ότι η νέα κυβέρνηση θα υλοποιήσει έστω και κάποιες ή ακόμη και αρκετές από τις υποσχέσεις που έδωσε προεκλογικά.
Στο σχετικό ερώτημα ποσοστό 11,2% πιστεύει ότι η κυβέρνηση θα υλοποιήσεις «όλες» τις βασικές προεκλογικές δεσμεύσεις της, το 34,6% απαντά «τις περισσότερες», ενώ το 35,6% των ερωτηθέντων λέει «κάποιες/αρκετές». Συνολικά δηλαδή το 81,4% πιστεύει ότι η κυβέρνηση θα τηρήσει από αρκετά έως όλα όσα είπε στον ελληνικό λαό πριν από τις κάλπες! Μόνο το 16,4% πιστεύει ότι δεν θα υλοποιήσει τις υποσχέσεις της, μάλλον ισχνό ποσοστό με τα όσα υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολιτευτική του κριτική. Μάλιστα το ποσοστό των «άπιστων Θωμάδων» μειώνεται με τον καιρό. Τον Ιούλιο η Marc είχε εντοπίσει ποσοστό 20,6% και τον Σεπτέμβριο 18,3% να λέει ότι η κυβέρνηση δεν θα υλοποιήσει τις υποσχέσεις της. Οσο ξεδιπλώνει την πολιτική του ο κ. Μητσοτάκης τόσο περισσότεροι πείθονται ότι θα κάνει αυτά που έλεγε, ανεξαρτήτως βεβαίως αν συμφωνούν ή όχι με αυτή την πολιτική.
Το μετέωρο βήμα του ΣΥΡΙΖΑ
Από τα πλέον αποκαλυπτικά ευρήματα της έρευνας είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης έχει καταφέρει να αφοπλίσει την αντιπολιτευτική ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ, με τον κ. Αλέξη Τσίπρα να είναι αναγκασμένος να προσέξει ιδιαίτερα τις επόμενες πολιτικές του κινήσεις και το γενικότερο πολιτικό σκηνικό, αλλά και την ιδεολογική και πολιτική φυσιογνωμία του κόμματός του. Στο ερώτημα «αν εξακολουθούσε να ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα, πώς θα πήγαιναν τα πράγματα;», μόνο το 22,1% απαντά «καλύτερα απ’ ό,τι τώρα». Και το συγκεκριμένο εύρημα δηλαδή φανερώνει ότι η απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ αυτή την ώρα είναι μικρότερη από την εκλογική του επίδοση τον Ιούλιο, όπερ σημαίνει ότι ακόμη ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί να συσπειρώσει τον κόσμο που τον επέλεξε στις τελευταίες κάλπες γύρω από την αντιπολιτευτική του γραμμή και την κριτική που ασκεί στην κυβέρνηση.
Το πρόβλημα γίνεται μεγαλύτερο με τις απαντήσεις που δίνονται στο ερώτημα «γενικά ποια φράση αποδίδει καλύτερα τη στάση σας απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ;». «Υποστήριξη» δηλώνει μόλις το 14,8%, ούτε το μισό της εκλογικής του δύναμης δηλαδή. Ποσοστό 15,9% απαντά «ανοχή», προφανώς γιατί περιμένει να δει από την αξιωματική αντιπολίτευση πιο πειστικά πράγματα, αλλά δεν την αποκηρύσσει. «Απογοήτευση» νιώθει το 35,1% και «θυμό» το 32,2%, ποσοστά που αθροιστικά είναι δυσάρεστα υψηλά για ένα κόμμα που βρίσκεται στην αντιπολίτευση και προσπαθεί να διευρύνει την επιρροή του, βασιζόμενο στη σκληρή κριτική προς την κυβέρνηση.
Μάλιστα καταγράφεται μια μεγάλη επιφύλαξη έως αρνητική στάση των πολιτών για το πώς πρέπει να είναι η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ προς την κυβέρνηση. Μόλις το 16,9% θέλει «πιο επιθετική» κριτική, κάτι που στέλνει μήνυμα στην ηγεσία του κόμματος να μην υιοθετεί ακραίες συμπεριφορές, όπως αυτές που επιδεικνύουν κάποια στελέχη του (Πολάκης, Τζανακόπουλος, Ραγκούσης κ.ά.). Ουσιαστικά απορρίπτονται έτσι και οι υψηλοί τόνοι που χρησιμοποιεί συχνά και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας κατά της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι «πιο δημιουργική» κριτική θέλει το 51,8% των ερωτηθέντων και «πιο ήπια» το 24,3%, αριθμοί που εκθέτουν τη βιασύνη με την οποία η Κουμουνδούρου πήγε στη μετωπική σύγκρουση με την κυβέρνηση και τη λογική «όχι σε όλα», που φαίνεται να υιοθετεί. Ακόμα και το 60,9% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ θέλει «πιο δημιουργική» αντιπολίτευση από το κόμμα του και μόλις ένας στους τρεις (33,8%) λέει «πιο επιθετική». Η διαρκής και ακραία πόλωση που επιβάλλει στην πολιτική αντιπαράθεση ο ΣΥΡΙΖΑ μάλλον έχει κουράσει και την ίδια την εκλογική του βάση. Τουλάχιστον τώρα στην αρχή της νέας διακυβέρνησης, αφού είθισται να δίνεται από την πλειοψηφία της κοινής γνώμης μια περίοδο χάριτος ακόμα και από τους αντιπάλους.
Μητσοτάκη βλέπει η Κεντροαριστερά
Το μεγάλο ατού του κ. Μητσοτάκη στο πολιτικό μπρα ντε φερ με τον κ. Τσίπρα είναι η απροσδόκητη κατά πολλούς διείσδυσή του στην Κεντροαριστερά. Ενώ δηλαδή όλες οι κινήσεις του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ τον τελευταίο χρόνο, ειδικά τους μήνες πριν από τις εκλογές, ήταν να κερδίσει τον πάλαι ποτέ χώρο του ΠΑΣΟΚ, είναι ο πρωθυπουργός εκείνος που γοητεύει την Κεντροαριστερά. Σε όλα τα ποιοτικά ευρήματα της έρευνας η απήχηση του κ. Μητσοτάκη στο Κέντρο κυρίως, στην Κεντροαριστερά ιδιαίτερα, αλλά και στην ίδια την Αριστερά είναι εντυπωσιακή. Στο γενικό ερώτημα για τα έως τώρα δείγματα της κυβέρνησης, εννέα στους δέκα ψηφοφόρους του Κινήματος Αλλαγής απαντούν «θετικά και μάλλον θετικά»! Την ίδια στάση έχουν τέσσερις στους δέκα ψηφοφόρους του ΚΚΕ (!), αλλά και ένας στους τρεις ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ (!)
Ποσοστό 56% των ψηφοφόρων του κ. Γιάνη Βαρουφάκη επίσης λέει το ίδιο, όπερ σημαίνει ότι το θετικό πέρασμα της κυβέρνησης αφορά όλο το πολιτικό φάσμα. Οι κεντροαριστεροί (σύμφωνα με την αυτοτοποθέτηση που κάνουν) σε ποσοστά κοντά στο 60% δηλώνουν «υποστήριξη» ή έστω «ανοχή» στην κυβέρνηση. Στο Κέντρο αυτή η στάση υιοθετείται από το 84% (!), ενώ τα ίδια δηλώνει ένας στους τρεις ψηφοφόρους που αυτοτοποθετείται στην Αριστερά.
Τα στοιχεία αυτά, που είχαν εμφανιστεί από τις πρώτες μετρήσεις μετά την πολιτική αλλαγή της 7ης Ιουλίου και παραμένουν ισχυρά, φανερώνουν ότι πέρα από το αρχικό θετικό σοκ που προκάλεσε ο κ. Μητσοτάκης στην Κεντροαριστερά με την αξιοποίηση προσώπων από τον συγκεκριμένο χώρο σε θέσεις κορυφαίων υπουργών και αλλού, είναι και η ίδια η πολιτική την οποία ασκεί πείθοντας ψηφοφόρους και πολίτες πέραν των παραδοσιακών ορίων της Δεξιάς και της Κεντροδεξιάς. Την ίδια ώρα, μάλιστα, δεν φαίνεται να χάνει προς τα ακροδεξιά, όπως ίσως ανέμεναν κάποιοι. «Απογοήτευση» και «θυμό» νιώθει μόνο το 10,8% όσων αυτοτοποθετούνται στη Δεξιά, ενώ όταν καλούνται να απαντήσουν για τα πρώτα δείγματα της κυβέρνησης οι ψηφοφόροι του κ. Κυριάκου Βελόπουλου, το 81,8% έχει «θετική και μάλλον θετική γνώμη».
Ανοίγει η ψαλίδα
Με βάση όλα τα ποιοτικά στοιχεία της έρευνας, είναι λογικό και αναμενόμενο να διευρύνεται και μάλιστα εντυπωσιακά η διαφορά που καταγράφηκε ανάμεσα στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ τις πρόσφατες εκλογές. Στην πρόθεση ψήφου το κυβερνών κόμμα έχει προβάδισμα 18,1%, αφού κινείται στο 42,9%, με την αξιωματική αντιπολίτευση να περιορίζεται στο 24,8%.
Μάλιστα σε σχέση με την αντίστοιχη μέτρηση του Σεπτεμβρίου, η Ν.Δ. έχει τσιμπήσει 1,1% και ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε 0,9%. Το Κίνημα Αλλαγής κολυμπάει στα ρηχά με 6%, έναντι 6,7% που είχε τον Σεπτέμβριο. Το ΚΚΕ σταθεροποιείται στο 5,4% (έναντι 5,3% πριν από έναν μήνα). Ελληνική Λύση και ΜέΡΑ25 βρίσκονται το 3,1%, κινούμενα ελαφρώς πάνω από το ψυχολογικό όριο του 3%. Ουσιαστικά όλα δείχνουν αυτή την ώρα ότι μοναδικός αντίπαλος της κυβέρνησης είναι ο ίδιος ο εαυτός της και η μόνη απειλή τα ενδεχόμενα δικά της λάθη.
Αντιθέτως είναι σαφές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει αντιληφθεί το νέο πολιτικό τοπίο, δεν προσαρμόζεται εύκολα και δεν μπορεί να βρει αντιπολιτευτικό αφήγημα ώστε να απαντήσει στα νέα ερωτήματα. Το μόνο ελπιδοφόρο μήνυμα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η αδυναμία του Κινήματος Αλλαγής να αποκτήσει την οποιαδήποτε δυναμική, καθώς κινείται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Υπό αυτές τις συνθήκες δείχνει πιο πιθανό να απορροφήσει ο κ. Μητσοτάκης την Κεντροαριστερά, παρά το ΚΙΝ.ΑΛ. να διεμβολίσει τον ΣΥΡΙΖΑ ή ο κ. Τσίπρας να κερδίσει κρίσιμη μάζα από το εναπομείναν ΠΑΣΟΚ.