Του Γιάννη Μακρυγιάννη
Και μόνο τα όσα είπε ο Αλέξης Τσίπρας, στην ομιλία με την οποία άνοιξαν οι εργασίες του δεύτερου συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνδυασμό με τις παρουσίες επιφανών στελεχών της κεντροαριστεράς, με τις οποίες ο πρωθυπουργός θέλει να κάνει διεύρυνση προς την σοσιαλδημοκρατία, ήταν αρκετά στοιχεία για να φανερώσουν την ρεαλιστική στροφή και την πολιτική μετεξέλιξη του κόμματος, μετά από μόλις ένα χρόνο «μνημονιακής διακυβέρνησης».
Ο πρωθυπουργός προανήγγειλε ανασχηματισμό της κυβέρνησής του, επιβεβαιώνοντας τις σχετικές πληροφορίες των τελευταίων ημερών, συνέδεσε την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης με μία συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους, δρομολόγησε τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ευρύτερη παράταξη της «αριστεράς» μεν, αλλά ουσιαστικά της κεντροαριστεράς, – όπως ήταν άλλοτε το ΠΑΣΟΚ – καθώς και του κόμματος σε ένα πιο «σφιχτό» και ελεγχόμενο από τον ίδιο σχήμα, εισάγοντας μεταξύ των άλλων και την δημιουργία «επιτροπής δεοντολογίας», ενός «πειθαρχικού» δηλαδή, ώστε να μην βρεθεί ξανά μπροστά σε οργανωμένη εσωκομματική αντιπολίτευση και να μην επιτρέψει τη λειτουργία κόμματος μέσα στο κόμμα, όπως παλαιότερα η λαφαζανική πτέρυγα.
Επιχειρώντας να εμπνεύσει πολιτική σταθερότητα απέρριψε για μια ακόμη φορά, το αίτημα της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη, για πρόωρες εκλογές.
Στο ακροατήριο υπήρχε έντονο «χρώμα ΠΑΣΟΚ», αφού κοντά στα παλαιά ήδη μέλη του που προέρχονται από τον συγκεκριμένο χώρο, προστέθηκαν παρουσίες όπως η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου και ο Στέφανος Τζουμάκας, ενώ στην πρώτη θέση, υποψήφιος πλέον και για υπουργικό θώκο, ήταν και πάλι ο Φώτης Κουβέλης, ο οποίος ουσιαστικά επέστρεψε μετά από 6 χρόνια.
Κυβερνητισμός και ευρωπαϊκός προσανατολισμός
Πρώτο μέλημα του πρωθυπουργού ήταν να οριοθετήσει τις σχέσεις του με τη μέχρι τώρα πορεία του ΣΥΡΙΖΑ και να υποστηρίξει τις κομβικές επιλογές, που έφεραν το κόμμα του στη σημερινή θέση, μετά το δημοψήφισμα του 2015, την τότε συμφωνία με τους δανειστές και τη διάσπαση με την αριστερή πτέρυγα του κόμματος. Και να διαμηνύσει ότι η δική του αριστερά ήρθε για να κυβερνήσει:
«Εκτός από την Αριστερά της απόδρασης και του εθνικού απομονωτισμού, υπάρχει και η Αριστερά που δεν φοβάται, δεν διστάζει να αναλάβει ευθύνες» είπε χαρακτηριστικά και ξεκαθάρισε τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό του ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζοντας ότι το Grexit δεν ήταν ένα αριστερό ή ριζοσπαστικό σχέδιο, αλλά ήταν σχέδιο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Τόνισε ενδεικτικά:
«Η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ δεν ήταν και δεν είναι ένα προοδευτικό σχέδιο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχει βάση η κριτική που και εμείς ασκήσαμε στην απόφαση εισόδου της Ελλάδας στο ευρώ. Η έξοδος, όμως, ιδιαίτερα μετά από πέντε χρόνια λεηλασίας του ενός τετάρτου του Εθνικού μας πλούτου με στόχο τη παραμονή στο ευρώ, θα σήμαινε επιπρόσθετη ισόποση λεηλασία και μάλιστα ακαριαία. Και ταυτόχρονα θα σήμαινε και την απώλεια των καταθέσεων των λαϊκών στρωμάτων στις τράπεζες. Με αυτό το ενδεχόμενο βρεθήκαμε αντιμέτωποι. Και αυτό σύντροφοι, παρά το γεγονός ότι αποτελούσε επίμονη επιλογή μιας μειοψηφίας μέσα στο κόμμα μας, που λειτουργούσε ως κόμμα μέσα στο κόμμα, δεν ήταν αριστερό σχέδιο. Ούτε ριζοσπαστικό. Ήταν το Σχέδιο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, του υπουργού οικονομικών της Γερμανίας. Και μην έχετε καμία αμφιβολία. Τις συνέπειες μιας εθνικής αναδίπλωσης και της πιθανής εξόδου από το κοινό νόμισμα δεν θα της χρεωνόταν ούτε η Ευρώπη, ούτε οι θεσμοί, ούτε το παλιό πολιτικό σύστημα της χώρας. Θα της χρεωνόταν η ίδια η Αριστερά και όχι μόνο η ελληνική. Και αυτό θα αποτελούσε ιστορικού χαρακτήρα στρατηγική ήττα».
Ο κ. Τσίπρα υπερασπίστηκε για μία ακόμη φορά το δημοψήφισμα και απαντώντας στην κριτική των παλαιότερων συντρόφων, είπε ότι ουδέποτε συνέδεσε το «όχι» με την έξοδο της χώρας από την ευρωζώνη. Ήταν «θρίαμβος» και «η μεγαλύτερη στιγμή της σύγχρονης ιστορίας και των αγώνων του λαού μας» υπογράμμισε.
Παράλληλα πάντως υπερασπίστηκε και την επτάμηνη οριακή διαπραγμάτευση με τους δανειστές, που έφερε τη χώρα στο χείλος της εξόδου.
Συμπόρευση με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία
Ο κ. Τσίπρας περιέγραψε τις συγκρούσεις στο ευρωπαϊκό πεδίο, ώστε να προσδιορίσει τη νέα ταυτότητα και στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό. Και αφενός μεν να εντάξει τον ΣΥΡΙΖΑ στο χώρο κοντά στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, αφετέρου να ξεκαθαρίσει ότι ο στόχος της ανατροπής των σημερινών πολιτικών θα είναι αποτέλεσμα αλλαγής των γενικότερων συσχετισμών στην Ευρώπη και λιγότερο «εξέγερσης» μίας χώρας, όπως ήταν η παλαιότερη οπτική και προσέγγιση της ελληνικής αριστεράς.
«Γνωρίζουμε καλά ότι για την επίτευξη των στόχων προϋποτίθεται να συμμαχήσουμε με πολιτικές δυνάμεις διαφορετικής καταγωγής και παράδοσης. Αλλά δεν μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ που αποτελεί το μοναδικό κυβερνητικό κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς στην Ευρώπη να περιοριστεί σε ρόλο κομπάρσου και παρακολουθητή των εξελίξεων. Οφείλουμε με το πολιτικό και θεωρητικό οπλοστάσιο της Αριστεράς να επιδιώξουμε προσεγγίσεις και συγκλήσεις και με την Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία αλλά και με τους Πράσινους, έχοντας πάντα κατά νου τα όρια αυτών των συγκλήσεων αλλά και τους κινδύνους που ενέχονται σε ένα τέτοιο εγχείρημα» τόνισε, σημειώνοντας ότι «διεξάγεται μια πολυεπίπεδη και περίπλοκη πολιτική σύγκρουση σε όλα τα μέτωπα. Μια σύγκρουση που παίρνει διαφορετικές μορφές και διαρκώς αναδιατάσσει τις δυνάμεις. Είναι η σύγκρουση Βορρά – Νότου, Κέντρου – Περιφέρειας, αλλά και η σύγκρουση που την υπερπροσδιορίζει. Η εσωτερική μάχη στο εσωτερικό κάθε χώρας μεταξύ των δυνάμεων που θέλουν μια Ευρώπη της κοινωνικής συνοχής, της ισότητας και της αλληλεγγύης και των δυνάμεων που είτε επιλέγουν ανοιχτά τον διχασμό και το κλείσιμο της Ευρώπης, είτε τρέφουν τον διχασμό με την φανατική υποστήριξη του ακραίου νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας».
Αξιολόγηση και χρέος
«Η αξιολόγηση θα κλείσει. Αλλά ταυτόχρονα θα γίνει και η ρύθμιση του χρέους και θα μπούμε στην ποσοτική χαλάρωση. Την ίδια ώρα. Υποσχέσεις του τύπου ”κάντε τα μαθήματά σας και θα δούμε” δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές. Εμείς τη Συμφωνία τη τηρήσαμε στο ακέραιο και θα συνεχίσουμε να την τηρούμε. Και η δεύτερη αξιολόγηση θα κλείσει στην ώρα της και θα είναι λιγότερο δύσκολη από τη πρώτη. Αλλά ταυτόχρονα θα κλείσουν και τα μέτρα για την απομείωση του χρέους. Ταυτόχρονα, θα μπούμε στη ποσοτική χαλάρωση. Δεν υπάρχει θα δούμε. Ταυτόχρονα». διαμήνυσε στους δανειστές, εκφράζοντας πάντως και ένα αίσθημα αγωνίας για την έκβαση των συζητήσεων.
Κατά τον κ. Τσίπρα «η συμφωνία του Ιούλη είναι σαφής. Και όπως εμείς τη τηρούμε αψηφώντας το κόστος, έτσι αναμένουμε και απαιτούμε να τηρηθεί και από τους εταίρους μας. Pacta sunt servanda, όπως θα έλεγαν και οι Γερμανοί φίλοι μας. Η καθυστέρηση συγκεκριμενοποίησης των απαραίτητων μέτρων για την ελάφρυνση χρέους καθώς και της ένταξης και της Ελλάδας στη ποσοτική χαλάρωση, της χώρας που το έχει ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλη, δεν έχει καμιά δικαιολογία».
Όπως σημείωσε «η Ελληνική οικονομία βρίσκεται εδώ και λίγους μήνες σε τροχιά ανάκαμψης. Αρκεί ένα και μόνο νεύμα προς τη διεθνή επενδυτική κοινότητα, ώστε αυτή η ανάκαμψη να μετατραπεί σε απογείωση. Και το νεύμα που δίνεται από τη διαρκή σύγκρουση και διαμάχη μεταξύ των θεσμών, είναι το ακριβώς αντίθετο από αυτό που χρειαζόμαστε. Και αυτό δε μπορεί να συνεχιστεί. Είναι άδικο να συνεχιστεί. Και όχι μόνο για την Ελλάδα. Η Ελληνική κρίση πρέπει να επιτέλους να τελειώσει και να τελειώσει οριστικά. Η Ευρώπη δεν αντέχει άλλους κλυδωνισμούς και αναταράξεις και μάλιστα πριν από κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις, στη Γαλλία, στην Ολλανδία, στη Γερμανία, πριν από το δημοψήφισμα στην Ιταλία. Η Συμφωνία οφείλει να τηρηθεί από όλους. Ο Ελληνικός λαός έχει υποφέρει. Δικαιούται ανταμοιβή και δικαίωση».
Εξέφρασε την πεποίθηση ότι αυτή τη φορά υπάρχουν συμμαχίες για την ελάφρυνση του χρέους.
Αναφερόμενος στη β’ αξιολόγηση σημείωσε ότι «προσερχόμαστε με το ισχυρότερο και μη διαπραγματεύσιμο όπλο που είναι το ίδιο το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Αλλά προσερχόμαστε και με θετικές διεκδικήσεις. Για να υπερασπιστούμε τον θεσμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων και να αγωνιστούμε για μέτρα προστασίας και ενίσχυσης της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζόμενων».
Πάντως δεν παρέλειψε να ταυτίσει εκ νέου τις θέσεις του ΔΝΤ με αυτές της ΝΔ, ασκώντας κριτική στις θέσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη για την οικονομία και το παραγωγικό μοντέλο.
Ανασχηματισμός
«Οι υπουργικές θέσεις δεν έχουν εκχωρηθεί ούτε παραχωρηθεί σε κανέναν με κριτήρια μονιμότητας» ήταν το μήνυμα του πρωθυπουργού στους υπουργούς του, προαναγγέλλοντας ουσιαστικά ανασχηματισμό.
«Όλοι να κατανοήσουν ότι είναι πιο σημαντικό για ένα μέλος του κόμματος να είναι εκλεγμένο μέλος της Πολιτικής Γραμματείας, δηλαδή της ηγεσίας, παρά να είναι υπουργός» σημείωσε.
Τηλεοπτικά
Ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε και στις τηλεοπτικές άδειες, λέγοντας ότι η κυβέρνηση έβαλε τάξη στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο και «καυτηριάζοντας» την «εσκεμμένη ασυδοσία 27 ετών».
Παράλληλα, στάθηκε στην ανάγκη καταπολέμησης των φαινομένων διαφθοράς και κακοδιοίκησης, ενώ αναφέρθηκε στη νομοθέτηση της απλής αναλογικής, της ψήφου στα 17 και του συμφώνου συμβίωσης, αλλά και στην έναρξη του διαλόγου για την Συνταγματική Αναθεώρηση.
«Δεν θα λυγίσουμε και τώρα απέναντι στο παλιό σύστημα και στη διαπλοκή του. Ας ουρλιάζουν τα σκυλιά. Δεν έχουν δόντια πια, για να δαγκώσουν. Θα προχωρήσουμε και θα νικήσουμε. Γιατί η δύναμή μας είναι τεράστια. Είναι η ίδια η δύναμη του ίδιου του ελληνικού λαού. Έτσι θα τα καταφέρουμε» είπε σε υψηλούς τόνους ο πρωθυπουργός.
Τάξη στο κόμμα
Μιλώντας για τον ΣΥΡΙΖΑ είπε ότι για δύο χρόνια λειτουργούσε «ως πολλά κόμματα μέσα ένα κόμμα, μέχρι την αποχώρηση των συντρόφων. «Καταφέραμε η δημοκρατία να περιορίζεται εντός τάσεων» πρόσθεσε και έκανε λόγο για συστηματική υπονόμευση αποφάσεων που λαμβάνονταν κεντρικά.
Ο κ. Τσίπρας εξέφρασε την εκτίμηση ότι δεν έχει υλοποιηθεί η απόφαση του πρώτου συνεδρίου για «κόμμα των μελών», επισημαίνοντας ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα. Η δεύτερη απόφαση που δεν υλοποιήθηκε, κατά τον κ. Τσίπρα, ήταν το «άνοιγμα» του ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνία.
Όπως είπε, «κυριάρχησαν απόψεις φοβικές στην ένταξη νέων μελών», ενώ παραδέχθηκε ότι και η ηγεσία έκανε λάθη, που ενίσχυσαν αυτό το κλίμα φοβίας. Παράλληλα, επισήμανε ότι «πολλές επιλογές μας, ιδίως στις δημοτικές εκλογές, αποδείχθηκαν επιλογές περιχαράκωσης».
Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι το κόμμα πρέπει να ελέγχει την κυβέρνηση, αλλά και τα μέλη του κόμματος το ίδιο το κόμμα και την ηγεσία του.
«Δεν μπορεί να χαράζεται στρατηγική για την κυβερνητική πολιτική κάπου έξω από το κόμμα, χωρίς το κόμμα. Όπως και δεν μπορεί να χαράζεται στρατηγική σε ορισμένα υπουργεία αγνοώντας τις επεξεργασίες των αντίστοιχων τμημάτων και των ΕΠΕΚΕ» είπε εν συνεχεία, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «χρειάζεται ένα ενιαίο πολιτικό κέντρο, μια Κεντρική Επιτροπή, που θα εκλεγεί στη βάση των πραγματικών αναγκών του κόμματος και μια Πολιτική Γραμματεία, που θα είναι το μοναδικό πολιτικό κέντρο».
Οι ομιλίες
Το ενδιαφέρον πλέον στρέφεται στις ομιλίες των συνέδρων σήμερα και αύριο, καθώς θα εκφραστεί η βάση του κόμματος και κυρίως οι τάσεις, που ασκούν κρκτική σε κυβερνητικές πολιτικές και πολλές επιλογές της ηγεσίας. Ήδη, πριν την έναρξη του συνεδρίου κατατέθηκαν κείμενα ενδεικτικά των άγριων διαθέσεων.
Την Κυριακή θα διεξαχθούν οι ψηφοφορίες για την εκλογή του προέδρου και της κεντρικής επιτροπής.