Μετά από μακρά περίοδο διαβουλεύσεων και αντεγκλήσεων μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, η Βουλή κατάφερε να συγκροτήσει Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, γεγονός που με τη σειρά του θα επιτρέψει να λήξει η περίοδος εκκρεμοτήτων στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο. Καθοριστικός ο ρόλος του προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση που μιλά στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων για το τι προηγήθηκε αλλά και τι ακολουθεί.
Ζητούμενο, «τάχιστα, σε μερικούς λίγους μήνες», όπως επί λέξει αναφέρει, να πραγματοποιηθεί ο διαγωνισμός. Το γεγονός ότι το ΕΣΡ δεν ξεκινά εκ του μηδενός και, αντιθέτως, θα «προικοδοτηθεί» από την κυβέρνηση σε ό,τι ζητήσει, διευκολύνει το στόχο, εξηγεί ο πρόεδρος της Βουλής. Χαιρετίζει, πιο συγκεκριμένα, τη στάση της κυβέρνησης, του πρωθυπουργού και του αρμόδιου υπουργού (σ.σ. του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής κ. Νίκου Παππά) για πάρα πολύ γρήγορη στήριξη του ΕΣΡ, ώστε να υπάρξει αποτέλεσμα, όπως αναφέρει. Ταυτοχρόνως, υπογραμμίζει την ακαριαία αντίδραση μετά τη διαρροή της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, χωρίς χρονοτριβές, δηλαδή.
Ο κ. Βούτσης, στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ -ΜΠΕ, απαντά και στις αιτιάσεις που δέχεται η πλειοψηφία για άτακτη υποχώρηση, επισημαίνοντας τη θεσμική υποχρέωση της Πολιτείας και, παραλλήλως, χαιρετίζει την θετική στάση κομμάτων, όπως το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι, αντιθέτως επικρίνει την Νέα Δημοκρατία για τη νοοτροπία που επέδειξε στο θέμα. Αλλά, τώρα, «ας κοιτάξουμε το από εδώ και μπρος», προσθέτει.
Όσον αφορά τον αριθμό των αδειών υποστηρίζει ότι «δεν νοείται να ξεχειλώσει», επικαλείται δε, το τοπίο της αγοράς μεσούσης της κρίσης. Τέλος, ο πρόεδρος της Βουλής δηλώνει «εξαιρετικά ικανοποιημένος» από την τελική σύνθεση της ανεξάρτητης αρχής.
Ακολουθεί η συνέντευξη του προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση στον Νίκο Παπαδημητρίου για το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:
ΕΡ: Κύριε πρόεδρε, η απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων ήταν, λοιπόν, ένα γεγονός- τομή στη μακρά πορεία διευθέτησης του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου;
ΑΠ: Ναι, είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Κατ’ αρχήν έχει μια ιδιαίτερη σημασία ότι συγκροτήθηκε η 5η συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξάρτητη Αρχή, άρα έγινε δυνατό μέσα σε δέκα μήνες και οι πέντε Αρχές να συσταθούν εξ αρχής -και αυτό δεν είχε συμβεί ποτέ στο παρελθόν. Μιλάμε για εξαετείς θητείες όλων των συμμετεχόντων.
Το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης είχε καθυστερήσει πάρα πολύ και ενώ η επιταγή του Συντάγματος -διότι περί επιταγής πρόκειται και όχι περί παρότρυνσης- είναι σαφής προς τα κόμματα και το πολιτικό σύστημα: να συγκροτούν τα 4/5 για να γίνονται οι ανεξάρτητες αρχές. Εν πάση περιπτώσει αυτό το βήμα έγινε χθες.
Είναι σημαντικό, και ενώ η καθυστέρηση ή και η προσπάθεια που είχε γίνει για να μην συγκροτηθεί, οδήγησαν σε μια σειρά εξελίξεις που τελικά καθυστέρησαν πάρα πολύ την τακτοποίηση του τοπίου. Παρόλα αυτά υπάρχει κάτι θετικό: το νέο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης ξεκινά με μια «προίκα». Η «προίκα» αυτή είναι ακριβώς αυτό που τόνισα, όλη η συζήτηση και η δουλειά που έχει γίνει μέχρι τώρα.
Δηλαδή δεν ξεκινούν από μηδενική βάση τα νέα μέλη του ΕΣΡ για να γίνει η διαγωνιστική διαδικασία, για να μπει το τίμημα, για να δουν τι συμβαίνει στο ψηφιακό φάσμα. Αλλά είναι σαφές ότι η συζήτηση που υπήρξε μέχρι τώρα μέσα στη Βουλή με κάθε τρόπο τεκμηριώνει μια σειρά από πράγματα τα οποία θα τεθούν στη διάθεσή τους.
Έτσι ώστε τάχιστα ει δυνατόν -αυτή είναι η δική μου διάθεση και νομίζω όλων πλέον- τάχιστα, σε μερικούς μήνες δηλαδή, σε μερικούς λίγους μήνες να έχει γίνει η διαγωνιστική διαδικασία. Να έχει ρυθμιστεί και ελεγχθεί κατ’ αρχάς το τοπίο σε ό,τι αφορά τις άδειες των μεγάλων τηλεοπτικών σταθμών πανεθνικής εμβέλειας, να έχει δοθεί τίμημα και να υπάρξει επιτέλους μετά τόσα χρόνια μια κανονικότητα. Άρα η «προίκα» αυτή είναι πολιτική «προίκα» διότι και η συζήτηση που έγινε, έφθασε και στο θέμα του εύρους της πιθανής αδειοδότησης. Το οποίο εύρος θα είναι μεγαλύτερο, αλλά ελπίζω και είμαι σίγουρος ότι δεν θα είναι υπερβολικά μεγαλύτερο.
Η συζήτηση έφθασε και σε άλλα θέματα, άρα υπάρχει μια τεκμηριωμένη συζήτηση που θα βοηθήσει πάρα πολύ να προχωρήσουμε. Όπως επίσης θα πρέπει να τους «προικοδοτήσουμε» με αυτόν τον τεχνολογικό εξοπλισμό και με αυτό το προσωπικό επιπλέον, που να μπορούν και τους υπόλοιπους διαγωνισμούς να κάνουν, για ραδιόφωνα, περιφερειακά τηλεοπτικά μέσα κ.ά., αλλά και τον καθημερινό ελεγκτικό ρόλο να μπορούν να τον φέρουν σε πέρας. Άρα, όλα αυτά συγκροτούν μια τομή στην διαδικασία, δηλαδή μπορεί να πει κανείς ότι ξεκινά μια εποχή ουσιαστικής τακτοποίησης του ψηφιακού φάσματος.
ΕΡ: Και θα «πατήσουν» πάνω στο νόμο του 2015, τουλάχιστον σε διατάξεις…
ΑΠ: Ο νόμος υπάρχει, είναι προφανές. Καλό είναι να γίνουν απολύτως σεβαστές οι προϋποθέσεις που αφορούν ιδιαίτερα στους εργαζόμενους, όχι μόνο στον αριθμό τους. Επίσης στην ποιότητα του προγράμματος. Αλλά αυτά, ξέρετε, είναι και προϋποθέσεις του Συντάγματος, σε ό,τι αφορά δηλαδή το πρόγραμμα, την ποιότητα. Όλα αυτά είναι μέσα στο Σύνταγμα και δεν είναι μόνο ο νόμος που τα περιέχει και τα κάνει «πενηνταράκια». Άρα λοιπόν προφανώς όποιοι, αδειοδοτημένοι πλέον, θα εκπέμπουν θα πρέπει να είναι πάρα πολύ συνεπείς και να ελέγχονται για αυτές τις προϋποθέσεις και τους όρους.
ΕΡ: Θα συμφωνήσετε, ωστόσο, ότι 27 χρόνια ασυδοσίας και ανομίας, όπως λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορούν να τελειώσουν σε μια μέρα και ότι ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς;
ΑΠ: Αυτό προσπάθησα να σας απαντήσω και στην προηγούμενη ερώτηση. Είναι μακρύς ο δρόμος αλλά δεν πήγε χαμένο το διάστημα των δέκα μηνών. Δηλαδή η συζήτηση που έχει γίνει, η προετοιμασία που έχει γίνει, οι διαθεσιμότητες που δημόσια έχουν τεθεί από επιχειρηματίες για να αδειοδοτηθούν, δηλαδή όλο αυτό που έχει γίνει, είναι ότι δεν ξεκινάνε από το «μηδέν» ούτε σε άγραφο πίνακα. Είναι κάτι το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί, έτσι ώστε γρήγορα, και όχι σε ένα ή δύο χρόνια, να πάμε σε διαγωνιστική διαδικασία οριστικής αδειοδότησης και σε λειτουργία του τηλεοπτικού τοπίου. Τώρα, αν για τους λίγους μήνες που θα χρειαστούν, το ΕΣΡ κρίνει ότι πρέπει να δώσει προσωρινές βεβαιώσεις, και εφόσον μπορεί αυτό να γίνει… Αλλά δεν είναι η διάθεσή μας να μπούμε σε μια νέα παρατεταμένη, εκ των πραγμάτων και όχι από πολιτική ιδιοτέλεια προφανώς, κωλυσιεργία για το θέμα.
ΕΡ: Να δούμε λίγο και τη διάσταση της πολιτικής αντιπαράθεσης; Η αντιπολίτευση υποστηρίζει ότι μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας η πλειοψηφία προέβη σε μια άτακτη υποχώρηση και ως προς την ουσία κυρίως, αλλά και ως τα πρόσωπα που θα στελέχωναν το ΕΣΡ δευτερευόντως. Τι τους απαντάτε;
ΑΠ: Ό,τι απάντησα μέσα στη Διάσκεψη των Προέδρων που ήταν δημόσια. Πως το σημαντικό είναι ότι μετά από τόσα χρόνια προχωρήσαμε σε μια ουσιαστική διαδικασία που είναι τομή. Και ότι σε χρόνο ελάχιστο, μετά τη διαρροή της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, και χωρίς ακόμα να έχει γραφεί και όχι να καθαρογραφεί, έχει υπάρξει αυτή η προσπάθεια θεσμικής τακτοποίησης.
Ενώ στην προγενέστερη κατάσταση, σε αντίστοιχες αποφάσεις του ΣτΕ του 2010 και 2011 παραδείγματος χάριν, πέρασαν χρόνια χωρίς κανείς να ευαισθητοποιηθεί, να ιδρώσει το αυτί του για να υπάρξει από πλευράς πολιτικού συστήματος συστοίχιση και αντιστοίχιση με τις αποφάσεις. Συνεπώς η ίδια η διαδρομή και η ιστορία δείχνουν ποια πολιτική είναι θεσμικά προσηλωμένη και θέλει να τακτοποιηθεί το τοπίο ή ποια πολιτική, στο παρελθόν τουλάχιστον, οδηγούσε σε αυτό το άναρχο και άνομο τοπίο. Ενώ για τα πρόσωπα, επιτρέψτε μου να σας πω ότι η πρόταση την οποία κάναμε θεωρώ ότι ήταν πάρα πολύ καλή.
Είμαστε ευτυχείς στο ότι υπήρξε αυτή η ευρύτατη συναίνεση. Αλίμονο εάν υπάρχει από οποιαδήποτε πλευρά -θεωρώ δηλαδή μικρόνοες αυτούς που θα το λέγανε και είναι σαφές ότι σε καμία επίσημη ανακοίνωση κόμματος δεν υπάρχει αυτή η διατύπωση που μου είπατε, είναι δια των διαρροών- αλίμονο αν υπάρξει προσπάθεια να βάλουμε «ταμπέλες» ή κομματικές συμπεριφορές σε ανθρώπους οι οποίοι κατά κοινή ομολογία έχουν μια δική τους δημόσια παρουσία τόσα χρόνια και γνωρίζουν τα θέματα. Εγώ είμαι εξαιρετικά ικανοποιημένος, και θέλω να πω ότι η πρόταση την οποία έκανα δεν είναι κατ’ οικονομίαν -και ο νοών νοείτο. Από εκεί και πέρα ας πουν ό,τι θέλουν και ας βγάλουν όποιο συμπέρασμα θέλουν. Περισσότερα δεν θα πω δημόσια διότι δεν πρέπει να πω οτιδήποτε.
ΕΡ: Ένα ερώτημα για την ουσία. Μια από τις εμβληματικές πτυχές της υπόθεσης αλλά και επιχείρημα στην προσπάθεια της κυβέρνησης να τιθασεύσει την διαπλοκή ήταν ο αριθμός των 4 αδειών. Είναι αντιληπτό γιατί η πλειοψηφία έκανε πίσω στο θέμα. Δεν σας ανησυχεί όμως το αντεπιχείρημα ότι μπορεί έτσι να δυσχεραίνεται ο διακηρυγμένος στόχος του ΣΥΡΙΖΑ για την αντιμετώπιση της διαπλοκής;
ΑΠ: Αυτά θα ξανασυζητηθούν όταν το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης διαμορφώσει τη στρατηγική του γύρω από αυτό το ζήτημα. Είπαμε ευθύτατα ότι προφανώς μπορεί να πάμε σε έναν αυξημένο αριθμό σε σχέση με τις τέσσερις άδειες και ταυτόχρονα ότι αυτό το θέμα δεν νοείται να… ξεχειλώσει, όπως υπάρχουν απόψεις που λένε για δέκα, δώδεκα, δεκαέξι και παραπάνω, άδειες στη βάση του τι χωράει το ψηφιακό φάσμα.
Από εκεί και πέρα καθένας θα πάρει την ευθύνη του και οι επιχειρηματίες το ίδιο. Δηλαδή με τη δεδομένη διαφημιστική «πίτα» και μάλιστα μεσούσης της κρίσης, πιστεύω ότι είναι πολύ παρακινδυνευμένο να προσέλθουν και να αδειοδοτηθούν πάρα πολλοί στο νέο τοπίο. Αλλά δεν θέλουμε να προκαταλάβουμε μια συζήτηση που, σύμφωνα με αυτά που έχουμε ψηφίσει και αυτά που δημόσια δεσμευτήκαμε, θα γίνει κατά κύριο λόγο και σε τελευταία ανάλυση στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης.
ΕΡ: Και ένα προσωπικό ερώτημα για το τέλος, κύριε πρόεδρε. Εσείς από την πρώτη στιγμή είχατε επιμείνει στην ανάγκη διακομματικής συναίνεσης για τη συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, ακόμη και όταν το πολιτικό κλίμα ήταν οξυμμένο. Τις προσπάθειές σας δε, τις αναγνώρισαν στην τελευταία συνεδρίαση της Διάσκεψης των Προέδρων ακόμη και οι βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Εσείς γιατί επιμείνατε εξ αρχής; Και κάποια στιγμή σε αυτή την πορεία αισθανθήκατε ενδεχομένως ότι η προσπάθεια ήταν υπερβολικά δύσκολη ή ακόμη και μάταιη;
ΑΠ: Μάταιη δεν ήταν και αυτό φαινόταν εξ αρχής. Όταν, παραδείγματος χάριν, από κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως η Δημοκρατική Συμπαράταξη ή το Ποτάμι, είχε δηλωθεί εξ υπαρχής ότι θέλουν τη συγκρότηση του ΕΣΡ και δεν έθεταν τα ζητήματα που έθετε η Νέα Δημοκρατία κατά τρόπο απόλυτο και εμμονικό, δηλαδή την κατάργηση του ψηφισθέντος νόμου κ.λπ.
Άρα, εξ αρχής υπήρχε μία ευρύτερη διάθεση τελικά να οδηγηθούμε σε κάποιο αποτέλεσμα. Μάλιστα πριν από δεκαπέντε ημέρες είχε επιτευχθεί μία σύμπτωση δεκαέξι μελών και χρειάζονταν απλώς άλλα τρία μέλη σε μία πρόταση η οποία είχε κατατεθεί. Πρέπει να γνωρίζετε ότι είναι πάρα πολύ δύσκολη η πλειοψηφία 4/5 σε μία Βουλή η οποία είναι οκτακομματική πρώτον, και δεύτερον σε μία Βουλή όπου δύο κόμματα από διαφορετικές αφετηρίες, το ΚΚΕ και η Χρυσή Αυγή, δεν ψηφίζουν οποιαδήποτε πρόταση. Άρα πρέπει να συνεννοηθούν όλοι οι υπόλοιποι.
Το ότι η Νέα Δημοκρατία τόσους μήνες, κατά την προσωπική μου γνώμη, κωλυσιεργούσε και δεν άφηνε να συγκροτηθεί το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης είναι ενδεικτικό μίας νοοτροπίας που ούτε θεσμικά ούτε πολιτικά βοηθάει την κατάσταση. Νομίζω ότι ήμουν ρεαλιστικά αισιόδοξος και καθυστερήσαμε πάρα πολύ μέχρι την τελική απόφαση.
Αλλά τώρα αυτό που μπορώ να π, είναι να ευχαριστήσω όλες τις πολιτικές δυνάμεις που συνέβαλαν στο να υπάρξει αυτό το αποτέλεσμα. Ας κοιτάξουμε λοιπόν το από εδώ και μπρος, ας μην μείνουμε στις αιτιάσεις του πρόσφατου παρελθόντος, για τις οποίες έτσι και αλλιώς με πολύ υψηλούς τόνους όλοι μας -και εγώ προσωπικά- μέσα στη Βουλή έχουμε αντιπαρατεθεί.
Ακόμα και προ δεκαημέρου στη Βουλή. Αυτά τα λέμε και γράφονται και διαμορφώνουν συνειδήσεις και διαμορφώνουν «στρατόπεδα». Άλλο αυτό και άλλο το ότι πρέπει να δούμε από εδώ και πέρα ότι μπορούμε να προχωρήσουμε. Έχω αντιληφθεί ότι η άποψη της κυβέρνησης, του πρωθυπουργού και του αρμόδιου υπουργού -και γι’ αυτό χαίρομαι- είναι μια άποψη για πάρα πολύ γρήγορη στήριξη του ΕΣΡ, για να υπάρξει αποτέλεσμα.
Και να υπάρξει αποτέλεσμα γρήγορα, θεσμικά, πολύ καλά στηριγμένο στα «πόδια» του. Και επιτέλους να υπάρξει νόμιμη αδειοδότηση, να υπάρξει τίμημα για το ελληνικό Δημόσιο για τη χρήση των συχνοτήτων και να υπάρχουν ρυθμίσεις και έλεγχοι για την ποιότητα των παραγόμενων προγραμμάτων. Αυτό είναι μία προγραμματική δέσμευση της κυβέρνησης, την οποία, έστω και μετά απ’ όλη αυτή τη διαδρομή, σήμερα στηρίζει απολύτως η κυβέρνηση και στη νέα σύνθεση του ΕΣΡ.