Ψυχολογικοί λόγοι οι οποίοι συνδέονται με την πλήρη ανυπαρξία συναισθηματικού δεσμού με τον πατέρα συνιστούν νόμιμο λόγο αλλαγής του επωνύμου, από αυτό του πατέρα σε αυτό της μητέρας, όπως έκρινε το Συμβούλιο της Επικρατείας με μια σειρά αποφάσεών του.
Καθημερινά αυξάνονται οι περιπτώσεις πολιτών νεαρής ηλικίας, οι οποίοι ζητούν την αλλαγή του επωνύμου τους. Οι περισσότερες περιπτώσεις αφορούν άτομα που εγκαταλείφθηκαν από τον φυσικό τους πατέρα και ζητούν να πάρουν το επώνυμο της μητέρας τους.
Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, με αρκετές αποφάσεις του (νομολογία), καθορίζει το πλαίσιο και τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες μπορεί να γίνει η αλλαγή του επωνύμου.
Καταρχάς, οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν ότι «το επώνυμο αποτελεί μεν στοιχείο της προσωπικότητας του ατόμου, πλην η πρόσκτηση ή αλλαγή του δεν απόκειται στην ιδιωτική βούληση, αλλά ενδιαφέρει τη δημόσια τάξη ως θέμα συναπτόμενο με την ασφάλεια των συναλλαγών και των εννόμων εν γένει σχέσεων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου του ατόμου».
Νόμιμοι λόγοι
Πέρα από αυτά, όμως, πριν από λίγες ημέρες το ΣτΕ έκρινε ότι οι ψυχολογικοί λόγοι οι οποίοι συνδέονται με την πλήρη ανυπαρξία συναισθηματικού δεσμού με τον πατέρα συνιστούν νόμιμους λόγους αλλαγής του επωνύμου, Η τελευταία απόφαση που απασχόλησε το ΣτΕ αφορούσε αίτηση αλλαγής επωνύμου από το πατρικό στο επώνυμο της αποβιώσασας μητέρας του λόγω παντελούς έλλειψης συναισθηματικής σχέσης με τον πατέρα του.
Χαρακτηριστικά, ο αιτών ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του, με τον οποίο επικοινώνησε τελευταία φορά το έτος 1986, «δεν ενδιαφέρθηκε έκτοτε να ενημερωθεί για την πορεία της ζωής του ή να αποκαταστήσει στοιχειώδη έστω επικοινωνία μαζί του, ενώ ούτε πριν από το χρονικό αυτό σημείο υπήρξαν οι σχέσεις τους στοργικές, αλλά, αντιθέτως, τα χρόνια όπου αναγκαστικά συμβιώναν υπό την ίδια στέγη, τόσο ο ίδιος όσο και η μητέρα του υπέστησαν απ’ αυτόν λεκτική, ψυχική και σωματική κακοποίηση». Ανέφερε, επίσης, ότι επιθυμεί να φέρει το επώνυμο της μητέρας του, «η οποία απετέλεσε το μοναδικό του στήριγμα και το πρόσωπο εκείνο στο οποίο οφείλει ό,τι έχει επιτύχει έως σήμερα».
Ο Δήμος Αθηναίων απέρριψε το αίτημά του. Ομως, το Δ’ Τμήμα του ΣτΕ είχε αντίθετη άποψη (πρόεδρος η αντιπρόεδρος Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου και εισηγήτρια η πάρεδρος Αντωνία Παπαϊωάννου), υπογραμμίζοντας ότι οι ψυχολογικοί λόγοι που επικαλέστηκε για τη μεταβολή του επωνύμου «συνιστούν καταρχήν λόγους ικανούς να δικαιολογήσουν τη ζητηθείσα μεταβολή».
Επομένως, σημειώνει το ΣτΕ, μη νομίμως απορρίφθηκε το αίτημα αλλαγής του επωνύμου, «εκκινώντας από την αντίληψη ότι οι σοβαροί λόγοι που δικαιολογούν την αλλαγή του επωνύμου είναι μεν οι αναγόμενοι στη δυσχέρεια εκφοράς, το κακόηχο ή το δυσφημιστικό του ονόματος, όχι όμως ψυχολογικοί λόγοι, όπως εκείνοι που επικαλέστηκε ο αιτών».
Από το Δημοτικό είχε αλλάξει το επώνυμό του
Η αλλαγή του επωνύμου του φυσικού πατέρα με το οικογενειακό επώνυμο της μητέρας είναι εφικτή όταν προκαλεί ψυχολογικά προβλήματα, εφόσον δεν υπήρχε κανένας συναισθηματικό δέσιμο του πατέρα με το παιδί του, αφού οι γονείς του χώρισαν προτού ακόμη εκείνος γεννηθεί και ο πατέρας του είχε πλήρως αποξενωθεί.
Διαβάστε περισσότερα στο protothema.gr