Σαν τόσους άλλους εφήβους, ο Σόλα Ακινλάντε ήταν κατενθουσιασμένος όταν στα 16 του, έλαβε το καλύτερο δώρο από όλα: Έναν υπολογιστή. Όμως σε αντίθεση με τα περισσότερα 16χρονα, ο Ακινλάντε ήθελε να κλειδωθεί στο δωμάτιο του και να κάνει προγραμματισμό, όχι να παίξει παιχνίδια. Κρίνοντας από το ότι πρόσφατα πούλησε το start-up του για 200 εκατομμύρια δολάρια, οι γονείς του προφανώς δεν είχαν πρόβλημα με το παιδί τους να περνά ώρες μπροστά σε μία οθόνη.
Στον Ακινλάντε δεν άρεσε απλά να πειραματίζεται με τις γλώσσες προγραμματισμού, αλλά πάντα ήθελε να λύνει προβλήματα και ο υπολογιστής του ήταν το πολυεργαλείο του. Έτσι, το επόμενο λογικό βήμα μετά το σχολείο ήταν οι σπουδές υπολογιστικής επιστήμης. Αποφοίτησε από πανεπιστήμιο Babcock, στη γενέτειρά του, το Λάγκος, τη μεγαλύτερη πόλη με διαφορά όχι μόνο στη Νιγηρία, αλλά σε ολόκληρη την Αφρική. Η πρώτη του δουλειά ήταν μία συνεργασία με τη Heineken, που ήταν καταδικασμένη να αποτύχει από την αρχή. Γιατί μετά από δύο χρόνια, όπως εκμυστηρεύεται ο ίδιος, έφυγε, επειδή ένιωθε πως ήταν δημιουργός, πως έπρεπε να φτιάχνει πράγματα. Και ακριβώς αυτό έκανε.
Αρχικά, ίδρυσε μία εταιρεία λογισμικού, όμως η ιδέα που θα τον έκανε πραγματικά πλούσιο πήρε σάρκα και οστά το 2015, όταν ήταν ακόμη ένας νεαρός τριαντάρης. Επί χρόνια, παρατηρούσε την αναπτυσσόμενη οικονομία της κοινότητας του. Και παρότι έβλεπε μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης, δεν μπορούσε να χωνέψει πόσο πίσω ήταν η πατρίδα του στον τομέα των συναλλαγών. Λόγω ενός περίπλοκου συστήματος γραφειοκρατίας, οι επιχειρήσεις αναγκάζονταν να περιμένουν τουλάχιστον τρεις εβδομάδες για να αρχίσουν να δέχονται ηλεκτρονικές πληρωμές. Αλλά ούτως ή άλλως, η πλειοψηφία των πωλητών στη Νιγηρία συνέχιζαν να χρησιμοποιούν απαρχαιωμένες μεθόδους, ακόμη και για διεθνείς συναλλαγές, όπως η τραπεζική μεταφορά χρημάτων αυτοπροσώπως. Ο Ακινλάντε ήλπιζε πως σε μία χώρα με τόσους νέους ανθρώπους-το 50% των Νιγηριανών δεν έχει ακόμη κλείσει τα 20 χρόνια ζωής-κάποιος θα έβρισκε μία λύση στο πρόβλημα. Ναι, σωστά μαντέψατε, τελικά τη βρήκε ο ίδιος.
Θέλοντας να βοηθήσει επιχειρήσεις από κάθε γωνιά της Αφρικής να γίνουν κερδοφόρες, ο Ακινλάντε ίδρυσε την Paystack, μαζί με τον φίλο και πρώην συμφοιτητή του, Έζρα Ολούμπι. H Paystack επιτρέπει στις επιχειρήσεις να πραγματοποιούν και να δέχονται συναλλαγές στην ιστοσελίδα τους από πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες, αλλά και με κάποιους άλλους τρόπους, μέσα σε μόλις 30 λεπτά. Όπως πολύ απλά λένε οι δύο άνδρες: «Έχουμε στόχο να προσφέρουμε ένα ασφαλές, εύχρηστο και σύγχρονο περιβάλλον πληρωμής για καταναλωτές και πωλητές στην Αφρική».
Παραδόξως, οι πρώτες μέρες του Ακινλάντε στα ηνία μίας φιλόδοξης επιχείρησης δεν ήταν όσο δύσκολες όσο θα περίμενε. Η εταιρεία του θα ήταν η πρώτη από την Νιγηρία που θα λάμβανε χρηματοδότηση από τη Y Combinator, την επενδυτική φίρμα της Silicon Valley, με επενδύσεις στην Airbnb και την DoorDash, που επιταχύνει την ανάπτυξη νεοσύστατων start-ups. Χρησιμοποιώντας σωστά την οικονομική βοήθεια από την άλλη μεριά του Ατλαντικού, η Paystack εξαπλώθηκε και έξω από τα σύνορα της Νιγηρίας, στην Γκάνα και τη Νότια Αφρική, μακράν τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ηπείρου. Η γρήγορη ανάπτυξη της Paystack δεν πέρασε απαρατήρητη, κερδίζοντας το παρατσούκλι της «Αφρικανικής απάντησης στην Paypal και τη Stripe».
Όπως αποδείχτηκε, η τελευταία έκανε πολλά περισσότερα από το να παρακολουθεί από απόσταση. Τον Οκτώβρη του 2020, ο γίγαντας της fintech αγόρασε την Paystack έναντι 200 εκατομμυρίων δολαρίων. Έτσι, φυσικά, ο Ακινλάντε και ο Ολούμπι έβαλαν δεκάδες εκατομμύρια στους λογαριασμούς τους. Όμως αν τα πράγματα εξελιχθούν όπως εκείνοι θέλουν, τότε σε μερικά χρόνια τα 100 εκατομμύρια μπορεί να τους φαίνονται «ψίχουλα».
Αυτή την στιγμή, η Paystack έχει 60.000 πελάτες, μα μέσα στις επόμενες δεκαετίες, τόσο ο πληθυσμός, όσο και τα μεγέθη των οικονομιών της αφρικανικής ηπείρου, αναμένονται να αυξηθούν δραστικά. Σύμφωνα με μία πρόσφατη έρευνα της Google και του International Financial Corporation, η διαδικτυακή οικονομία της Αφρικής μπορεί να αποτελεί ακόμη και το 5,2% του GDP ολόκληρης της ηπείρου. Αυτός ο αριθμός αντιστοιχεί σε 180 δισεκατομμύρια και η Paystack είναι σε μία εξαιρετική θέση για να συμβάλει και παράλληλα να επωφεληθεί από την άνθηση της αφρικανικής οικονομίας.
Διαβάστε περισσότερα
Τζεφ Μπέζος: Ο πιο γενναιόδωρος φιλάνθρωπος του 2020
TUI: Η πρόβλεψη για το 2021, το νέο πακέτο στήριξης 1,25 δισ. και η συγγνώμη του CEO