Μπορεί πριν από λίγο καιρό ο Βασίλης Κέρτσικωφ να παρέλαβε το γαστρονομικό βραβείο του Χρυσού Σκούφου για το εστιατόριο «Botrini’s» στο μεγάλο ξενοδοχειακό συγκρότημα «Angsana Corfu» στην Κέρκυρα, ωστόσο οι γενικότερες εξελίξεις έχουν για εκείνον μια μάλλον πικρή γεύση… Και αυτό επειδή τα τελευταία χρόνια βρίσκεται αντιμέτωπος με φουρτούνες στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες τόσο στη θάλασσα όσο και στη στεριά.
Ο εγγονός του Ρώσου στρατιωτικού είναι ο συνεχιστής μιας σπουδαίας οικογενειακής παράδοσης στον χώρο της ναυτιλίας και σε άλλους τομείς, αλλά καλείται συχνά να αποδείξει τις στρατηγικές του ικανότητες.
Οι οικογενειακές ρίζες
Ο Βασίλης Κέρτσικωφ είναι το ένα από τα τρία παιδιά (μαζί με τον Κωστή και την Ιρίνα) που απέκτησε ο Ερρίκος Κέρτσικωφ από τον γάμο του με τη Λούλα Χατζηελευθεριάδη, κόρη του ιδρυτή της ναυτιλιακής Eletson. Οι ρίζες του Ερρίκου Κέρτσικωφ, όπως μαρτυρεί και το επώνυμό του, κρατάνε από τη Ρωσία. Ο πατέρας του Μπόρις ήταν αξιωματικός του Αυτοκρατορικού Στρατού του τσάρου που κατάφερε να διαφύγει στην Ελλάδα μετά το 1917 και την επικράτηση της Επανάστασης των Μπολσεβίκων, ενώ η μητέρα του Ιρίνα ήταν πρόσφυγας από την Αυστροουγγαρία.
Ο Ερρίκος Ιωσήφ Αλβέρτος Κέρτσικωφ γεννήθηκε στον Πειραιά το 1928 και μεγάλωσε μέσα στην καταχνιά του πολέμου και της γερμανικής κατοχής. Μετά την Απελευθέρωση φοίτησε στη Ναυτική Σχολή της Υδρας και στη συνέχεια ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως ναυτικός. Στην καριέρα του διετέλεσε πλοίαρχος σε καράβια του ομίλου Ωνάση και φυσικά του οικογενειακού ομίλου Eletson, ενώ μέχρι το τέλος της ζωής του, το 2003, ήταν μέλος του Δ.Σ. της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών.
Η Eletson Corporation ιδρύθηκε το 1966 από τον Βασίλη Χατζηελευθεριάδη και ισχυροποιήθηκε στη συνέχεια με την καθοριστική συμβολή των δύο γιων του, Απόστολου και Γρηγόρη, καθώς και των γαμπρών του, Γιάννη Καρασταμάτη και Ερρίκου Κέρτσικωφ, που θήτευσαν όλοι ως καπετάνιοι στα πλοία της. Ηταν μάλιστα η πρώτη ευρωπαϊκή ναυτιλιακή που το 1993 εξέδωσε ομόλογο (European Shipping High Yield Bond) ύψους 140 εκατ. δολαρίων στην αγορά των ΗΠΑ, το οποίο και αποπληρώθηκε πριν από τη λήξη του το 2003. Δεν συνέβη, όμως, το ίδιο με το δεύτερο μεγάλο ομολογιακό των 300 εκατ. δολαρίων το 2013.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 το πηδάλιο πέρασε στην επόμενη γενιά των τριών οικογενειών, με τα ηνία της διοίκησης να κρατούν ο Βασίλης Κέρτσικωφ και η Λασκαρίνα Καρασταμάτη, ενώ το 2006 αποχώρησε από την εταιρεία ο Γρηγόρης Χατζηελευθεριάδης.
Οι φουρτούνες για την Eletson
Η Eletson Coproration εξελίχθηκε σε μία από τις ισχυρές δυνάμεις της ελληνικής ναυτιλίας, ιδιαίτερα μετά τη στροφή της, τη δεκαετία του ’80, στα δεξαμενόπλοια, οπότε και προχώρησε σε ναυπηγικά προγράμματα εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων. Το 2009 εισήλθε και στην αγορά φυσικού αερίου, ενώ το 2013 ιδρύθηκε η Eletson Gas, μαζί με τον αμερικανικό επενδυτικό κολοσσό της Blackstone, δημιουργώντας στόλο πλοίων μεταφοράς υγραερίου LPG.
Το 2017, ωστόσο, αναδείχθηκε σε θετικό, αλλά κυρίως αρνητικό ορόσημο για την πορεία του ομίλου, καθώς αφενός συνήψε μια νέα στρατηγική συνεργασία με τη δανέζικη Evergas για την από κοινού διαχείριση 15 πλοίων μεταφοράς αιθυλενίου, αφετέρου ξεκίνησαν και οι πρώτες τρικυμίες για τη ναυτιλιακή, με διαδοχικές υποβαθμίσεις από τη Moody’s και τη Standard & Poor’s λόγω αδυναμίας αποπληρωμής των κουπονιών του ομολογιακού των 300 εκατ. δολαρίων, λήξης του 2022.
Την τελευταία διετία η κρίση κλιμακώθηκε καθώς ξένες τράπεζες προχώρησαν σε συντηρητική κατάσχεση πλοίων της για αθέτηση πληρωμής δόσεων δανείων, ενώ βρέθηκε σε διαμάχη και με άλλον ξένο όμιλο με τον οποίο είχε συμφωνία sale and leaseback, με αποτέλεσμα να υπάρξουν κι άλλες κατασχέσεις.
Επίσης, τον Νοέμβριο του 2021, η Blackstone αποχώρησε από την κοινοπραξία της Eletson Gas πουλώντας το ποσοστό της (40%) στο καναδικό hedge fund Murchison.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύτηκαν, η Eletson, λόγω των προβλημάτων ρευστότητας που αντιμετώπιζε, προχώρησε το 2020 και το 2021 στην πώληση 9 πλοίων της.
Σήμερα, πάντως, με βάση όσα αναφέρονται στην επίσημη ιστοσελίδα της, η εταιρεία διατηρεί στόλο αποτελούμενο από 14 τάνκερ (2 Handysize, 4 Handymax, 1 Panamax και 7 Aframax) καθώς 14 gas tankers (LPG, LEG).
Η εμπλοκή με το «Καβείρια Palace»
Ταυτόχρονα με τη δραστηριότητα στη ναυτιλία, εδώ και αρκετά χρόνια ο Βασίλης Κέρτσικωφ έχει στρέψει το ενδιαφέρον του και στον τομέα του τουρισμού. Eτσι, το 2007 απέκτησε μέσω δημοπρασίας το «Καβείρια Palace», το μεγαλύτερο κάποτε και εγκαταλελειμμένο σήμερα ξενοδοχειακό συγκρότημα της Λήμνου, που είχε ανοίξει τις πύλες του το 1994. Το συγκρότημα ήταν πρωτοποριακό για την εποχή του, αφού, εκτός από το κεντρικό κτίριο, τους συνεδριακούς χώρους, τα γήπεδα, τη μεγάλη πισίνα, τα εστιατόρια, περιλάμβανε ολόκληρο χωριό από αυτόνομα σπίτια. Ωστόσο, λόγω των υψηλών δανείων του αρχικού ιδιοκτήτη και του μεγάλου λειτουργικού κόστους, δούλεψε μόνο για δύο σεζόν και μετά πέρασε στα χέρια του αείμνηστου Μάκη Ψωμιάδη. Ούτε εκείνος όμως κατάφερε να το ορθοποδήσει, με συνέπεια να βάλει λουκέτο και να αφεθεί στην τύχη του.
Στις αρχές του 2007 το ξενοδοχείο δημοπρατήθηκε και πουλήθηκε σε μια νεοσύστατη εταιρεία, αντί 2,1 εκατ. ευρώ. H συμφωνία, όπως λεγόταν, προέβλεπε προκαταβολή 700.000 ευρώ και τη σταδιακή αποπληρωμή του υπόλοιπου ποσού. Η εταιρεία ήταν η KLC VII Hellas, δηλαδή μία από τις εταιρείες του ξενοδοχειακού βραχίονα του ομίλου Κέρτσικωφ. Ο οποίος όμως δεν αξιοποίησε ποτέ το συγκρότημα.
Ετσι, από την άνοιξη του 2020 το άλλοτε λαμπερό «Kαβείρια Palace» ξεκίνησε τη… σταδιοδρομία του στην πλατφόρμα των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, με επισπεύδουσα την Τράπεζα Πειραιώς, τιμή πρώτης προσφοράς στα 3,3 εκατ. ευρώ και οφειλέτες την KLC VII Hellas και τον Βασίλη Κέρτσικωφ για είσπραξη απαίτησης 3,49 εκατ. ευρώ.
Στην έκθεση κατάσχεσης περιγράφονταν η έκταση των 182 στρεμμάτων και το ξενοδοχείο, οι εγκαταστάσεις του οποίου είναι «καταφανώς κατεστραμμένες από φυσικά ή άλλα αίτια (υγρασία, λεηλασία, έκθεση στα καιρικά φαινόμενα κ.ά.)».
Ο πρώτος πλειστηριασμός, στις 4 Μαρτίου του 2020, ήταν άγονος, αλλά στη συνέχεια η KLC VII Hellas κατέθεσε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων με αίτημα την αύξηση της τιμής στα 7,1 εκατ. ευρώ. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Μυτιλήνης, που εκδίκασε την αίτηση στις 27 Οκτωβρίου του 2020, κατέληξε στην απόρριψή της, συνεκτιμώντας το γεγονός ότι το συγκρότημα χρήζει πλήρους ανακατασκευής, με το κόστος να κυμαίνεται -κατά δύο διαφορετικές εκθέσεις εκτίμησης- από 9,3 έως 18,8 εκατ. ευρώ. Ετσι, ο επαναληπτικός πλειστηριασμός λίγο μετά, στις 5 Νοεμβρίου, πραγματοποιήθηκε με την ίδια τιμή εκκίνησης των 3,3 εκατ. ευρώ. Και αυτός όμως κατέληξε άγονος, με αποτέλεσμα ο επόμενος, στις 17 Δεκεμβρίου του 2021, να γίνει με μειωμένη τιμή στα 2,6 εκατ. ευρώ. Εκείνη την ημέρα το «Καβείρια Palace» άλλαξε χέρια με 100 ευρώ παραπάνω, στα 2.600.100 ευρώ.
Από τον Μάιο του 2020, πρόεδρος του Δ.Σ. της KLC VII Hellas ήταν ο Βασίλης Κέρτσικωφ, με αντιπρόεδρο τη Μαρία Αγγελή και μέλος την Ιρίνα Κέρτσικωφ, ενώ στη συνέχεια η κυρία Αγγελή ανέλαβε πρόεδρος και οι άλλοι δύο παρέμειναν μέλη του Δ.Σ. Ωστόσο, στις 21 Δεκεμβρίου του 2021 και οι τρεις με εξώδικη δήλωση παραιτήθηκαν από τις θέσεις τους αποποιούμενοι «κάθε εξουσία εκπροσώπησης και εννόμου δέσμευσης της εταιρείας», η οποία παραμένει ακέφαλη.
Το περιπετειώδες «Angsana Corfu»
Ενας άλλος εταιρικός βραχίονας με δραστηριότητα στον τουρισμό είναι η συσταθείσα το 2006 KLC III Hellas Α.Ε. Μέσω αυτής εξαγοράστηκε το 2008 η ξενοδοχειακή μονάδα «San Stefano» της οικογένειας Μάνεση στις Μπενίτσες της Κέρκυρας με στόχο την πλήρη ανακατασκευή της. Εκτοτε και μέσω διαδοχικών αυξήσεων κεφαλαίου, η εταιρεία προχώρησε το φιλόδοξο project περνώντας από σαράντα κύματα.
Ειδικότερα, το πρώτο σχέδιο για σύνθετο τουριστικό κατάλυμα που ενέκρινε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. ήταν τον Μάιο του 2015 -με τις υπογραφές των τότε συναρμόδιων υπουργών Παναγιώτη Λαφαζάνη και Ελενας Κουντουρά-, αλλά στην πορεία υπήρξαν μεγάλες καθυστερήσεις για επιμέρους άδειες και εγκρίσεις, με αποτέλεσμα να εκτροχιαστεί το χρονοδιάγραμμα της επένδυσης.
Ετσι, το πεντάστερο luxury συγκρότημα έφτασε να εγκαινιαστεί μόλις πέρυσι, στις 15 Ιουνίου. Το «Angsana Corfu Resort & Spa» σηματοδότησε μάλιστα την είσοδο της φημισμένης Banyan Tree Holdings στην ευρωπαϊκή αγορά, αλλά και του αμερικανικού fund York Capital στο όλο εγχείρημα, η επένδυση για το οποίο ανήλθε στα 100 εκατ. ευρώ. Ποσό που αφορά τόσο το τίμημα απόκτησης του συγκροτήματος και την ανάληψη των χρηματοδοτικών του υποχρεώσεων όσο και το κόστος της εκ βάθρων ανακατασκευής και ανακαίνισής του.
Το «Angsana Corfu» είναι σήμερα ένα από τα πιο ξεχωριστά συγκροτήματα της Κέρκυρας, διαθέτει 159 δωμάτια και σουίτες, 37 πολυτελείς βίλες με πισίνα και θέα στη θάλασσα, 10 εστιατόρια -μεταξύ των οποίων και το βραβευθέν με Χρυσό Σκούφο-, lounge bars, εσωτερική πισίνα και εξωτερική infinity pool, ιδιωτική παραλία, spa, γυμναστήριο, καθώς και συνεδριακό χώρο με χωρητικότητα 200 ατόμων. Το συγκρότημα ελέγχεται κατά 51% από τη Cedar Capital Partners (της York Capital), από την οποία προέρχονται ο νυν πρόεδρος και ο διευθύνων σύμβουλος της KLC III Hellas, Ράμσεϊ Μανκάριους και Φιλ Γκόλντινγκ, και κατά 49% από τη Raven International, συμφερόντων Βασίλη Κέρτσικωφ.
Το νέο σφυρί για την εταιρεία Σαντίπ
Ο Βασίλης Κέρτσικωφ, όμως, βρίσκεται αντιμέτωπος ξανά με την περιπέτεια των πλειστηριασμών. Οπως αποκαλύπτει σήμερα το «business stories», για τις 27 Ιουλίου έχει προγραμματιστεί ηλεκτρονικός πλειστηριασμός σε βάρος της εταιρείας αγροτικών προϊόντων Σαντίπ, συμφερόντων των οικογενειών που ελέγχουν και τη ναυτιλιακή Eleston. Πρόεδρος της εταιρείας είναι ο Βασίλης Κέρτσικωφ και αντιπρόεδρος η Λασκαρίνα Καρασταμάτη, ενώ κατά το παρελθόν στο Δ.Σ. έδινε το «παρών» και ο Βασίλης Χατζηελευθεριάδης. Η εταιρεία που εδρεύει στο Ζευγολατιό Κορινθίας συστάθηκε το 1998 με βασικό αντικείμενο την ιδιοπαραγωγή, την αγορά και τη συσκευασία νωπών αγροτικών προϊόντων, εστιάζοντας στις εξαγωγές προς χώρες της Ευρώπης, κυρίως προς Ολλανδία, Ισπανία και Μεγάλη Βρετανία.
Επισπεύδουσα είναι η PQH, ως ειδική διαχειρίστρια της Αγροτικής Τράπεζας, και στο επικείμενο ηλεκτρονικό σφυρί αναμένεται να βγουν τα ακίνητα και ο μηχανολογικός εξοπλισμός ως οικονομικό σύνολο.
Σημειώνεται ότι πρόκειται για επαναληπτικό πλειστηριασμό (ο πρώτος είχε προγραμματιστεί για τις 16 Σεπτεμβρίου του 2020 με τιμή εκκίνησης 1.681.746 ευρώ) στον οποίο θα εκτεθούν δύο όμορα αγροτεμάχια που βρίσκονται στη θέση Μεγάλη Ρίπα της Δημοτικής Κοινότητας Ζευγολατιού και συγκροτούν ένα ενιαίο από άποψης λειτουργικότητας και χρήσης αγροτεμάχιο συνολικής έκτασης 43.586,25 τ.μ. Τμήμα του έχει διαχωριστεί σε δύο μέρη επιφάνειας 4.900 και 14.600 τ.μ. και χρησιμοποιείται ως αμπελώνας, ενώ έχει κατασκευαστεί τεχνητή λίμνη καθίζησης με σκοπό την περισυλλογή και αποθήκευση νερού.
Μαζί βγαίνουν και οι υφιστάμενες κτιριακές εγκαταστάσεις που περιλαμβάνουν υποδομές συσκευασίας αγροτικών προϊόντων, ψυκτικούς θαλάμους, χώρους γραφείων και αποδυτηρίων, υπόστεγα, υποσταθμό και γεφυροπλάστιγγα, καθώς και ο μηχανολογικός εξοπλισμός της επιχείρησης.
Η τιμή πρώτης προσφοράς για όλα αυτά έχει οριστεί μετά από προσφυγή και σχετική απόφαση, πέρυσι, του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κορίνθου, στα 1.188.226 ευρώ. Σε βάρος της εταιρείας υπάρχουν προσημειώσεις και υποθήκες υπέρ της Αγροτικής Τράπεζας, της Eurobank, της Aspis Bank και της Microtec Α.Ε. συνολικού ποσού 1,67 εκατ. ευρώ, ενώ η αναγκαστική κατάσχεση έγινε από την επισπεύδουσα τον Φεβρουάριο του 2020 για 100.000 ευρώ.
Διαβάστε ακόμα
Cryptos: Βουτιά χωρίς τέλος – Στα ύψη ο «δείκτης φόβου» των επενδυτών
Αλέξανδρος Σίνκα (TTSA): Τι σημαίνει για την Ελλάδα το project του 1 δισ. ευρώ (pics)