Έστω κι αν η άνοδος του ελληνικού τουρισμού τα τελευταία χρόνια συνοδεύτηκε από τη λειτουργία πολλών νέων ξενοδοχειακών μονάδων σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και δημοφιλείς προορισμούς της χώρας, το ενδιαφέρον από πλευράς των ξένων αλυσίδων να αποκτήσουν περαιτέρω παρουσία στην ελληνική αγορά παραμένει αμείωτο, έχοντας φιλόδοξα πλάνα ανάπτυξης που περιλαμβάνουν δεκάδες νέες μονάδες.

Ο λόγος; «Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή έχει από τα μεγαλύτερα ποσοστά -αν όχι το μεγαλύτερο- ανεξάρτητων ξενοδοχείων στην Ευρώπη και σε αυτό υπάρχει μια μεγάλη ευκαιρία», απαντά στο «business stories» o κ. Ελι Μίλκι, αντιπρόεδρος του Radisson Hotel Group, ο οποίος έχει αναλάβει την επέκταση του ομίλου σε Ελλάδα και Κύπρο.

Σύμφωνα με έρευνα της εξειδικευμένης εταιρείας συμβούλων GBR Consulting στο τέλος του 2018, από τον συνολικό αριθμό του ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας -λίγο κάτω των 10.000- το 8% είναι επώνυμα ξενοδοχεία (branded), ανήκουν δηλαδή σε κάποια αλυσίδα, ξένη ή εγχώρια ή ακόμη και σε consortium καλύπτοντας ξενοδοχεία που συνεργάζονται για σκοπούς marketing υπό ενιαίο προωθητικό σχήμα.

Το ποσοστό του επώνυμου ξενοδοχειακού προϊόντος στη χώρα μας αυξάνεται στο 27% αν μετρηθεί σε δωμάτια, αφού πολλά από αυτά είναι μεγαλύτερου μεγέθους και υψηλότερων κατηγοριών. Ενδεικτικά, το 59% των ξενοδοχείων 5 αστέρων, το 41% των 4 αστέρων και το 4% των 3 αστέρων ανήκουν σε κάποια ξενοδοχειακή αλυσίδα, ενώ από πλευράς δωματίων τα ποσοστά είναι 70% για την κατηγορία 5 αστέρων, 41% των 4 αστέρων και 8% των 3 αστέρων. Αυτή ακριβώς η χαμηλή διείσδυση των επώνυμων ξενοδοχείων στην Ελλάδα είναι που κάνει τις ξένες αλυσίδες να καλοβλέπουν την επέκτασή τους στη χώρα μας.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο ξενοδοχειακός κολοσσός της Marriott με ισχυρή παρουσία ήδη στην Ελλάδα και συνολικά 16 ξενοδοχεία κυρίως σε 5άστερα brands (Marriott, Sheraton, Westin, Luxury Collection, Autograph) βλέπει μεγάλο κενό στη χώρα μας όσον αφορά το ποιοτικό ξενοδοχειακό προϊόν στις χαμηλότερες κατηγορίες 3 και 4 αστέρων. Ως προς τα προσεχή σχέδια του ομίλου, πέραν της αλυσίδας Moxy που ήδη έχει φέρει στην Ελλάδα, συζητεί και την έλευση και άλλων brands όπως τα ΑC Hotels by Marriott, Four Points by Sheraton, Courtyard by Marriott με μετατροπή υφιστάμενων μονάδων ή ακόμη και ανακατασκευές κτιρίων με γραφεία.

Brown Hotels
Αθήνα,το «νέο Βερολίνο»

Τ ο μοντέλο Marriott ακολουθούν και οι Ισραηλινοί της Brown Hotels, oι οποίοι ετοιμάζονται τώρα για ένα δυναμικό ξεκίνημα προκειμένου να δημιουργήσουν μια κρίσιμη μάζα με αστικά ξενοδοχεία σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη καλύπτοντας όσο το δυνατόν μεγαλύτερη γκάμα πελατών.

«Θέλουμε να ανοίξουμε 11 νέα ξενοδοχεία σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη», ανέφερε στο «business stories» o κ. Λεόν Αβιγκαντ, ιδρυτής και συνιδιοκτήτης της αλυσίδας, η οποία μάλιστα για την επέκτασή της στα δύο μεγαλύτερα αστικά κέντρα έχει προχωρήσει σε αγορές και μισθώσεις υφιστάμενων κτιρίων (κυρίως στην περιοχή της Ομόνοιας αλλά και του Συντάγματος για την Αθήνα και στα πέριξ του κέντρου για τη συμπρωτεύουσα) έχοντας ένα ευρύ πλάνο ανακατασκευών.

Το πρώτο ξενοδοχείο της αλυσίδας θα είναι στην Ομόνοια, στο πρώην «Acropol», το οποίο έχει μισθωθεί από την οικογένεια Μιχαηλίδη και θα διαθέτει 165 δωμάτια, συνεδριακούς χώρους κ.λπ. Η νέα μονάδα, ως «Brown Acropol» πια, θα ανοίξει προσεχώς, ενώ αντίστοιχα η δεύτερη -μικρότερη-, επίσης στην περιοχή της Ομόνοιας, θα λειτουργήσει τους πρώτους μήνες του νέου έτους και θα είναι το πρώην «Ιλιον». Οι Ισραηλινοί σκοπεύουν να μετατρέψουν σε ξενοδοχείο και το παλιό κτίριο των γραφείων του ΚΚΕ στη συμβολή της Μαρίκας Κοτοπούλη με τη Βερανζέρου, απέναντι από το Αστυνομικό Τμήμα της Ομόνοιας, ενώ έχουν υπομισθώσει και το πρώην «La Mirage» στην ίδια περιοχή.

Ενδεικτικό του ενδιαφέροντος της Brown Hotels για την Ελλάδα είναι και οι επαφές που είχαν στα τέλη του καλοκαιριού με τον υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων Αδωνη Γεωργιάδη, ενώ μόλις τον περασμένο μήνα από το βήμα του συνεδρίου ακινήτων της Prodexpo, όπου βρέθηκε, ο κ. Αβιγκαντ δήλωσε «ερωτευμένος» με την Αθήνα ως τουριστικό προορισμό, χαρακτηρίζοντάς τη «νέο Βερολίνο». Σύμφωνα με τον ίδιο μάλιστα, η απόφαση για επέκταση στην ελληνική αγορά δεν ήταν τόσο επιχειρηματική: «Ερωτεύτηκα την Ελλάδα, βλέπω τη φιλοξενία στη χώρα αυτή ως μια γιορτή, δεν ήταν θέμα αριθμητικής και λογιστικής αυτή η επένδυση. Yπάρχουν πολλοί δεσμοί μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ και θεωρούμε ότι υπάρχουν πολλές ευκαιρίες στην ελληνική αγορά. Εκεί όπου οι άλλοι μπορεί να βλέπουν πολλές προκλήσεις, το ενδεχόμενο υπερπροσφοράς, γραφειοκρατία και δυσκολίες, εμείς βλέπουμε καλό καιρό, θετική διάθεση, πολλούς επισκέπτες και αυξανόμενη ζήτηση από την πελατεία μας».

Radisson
10 νέα ξενοδοχεία από την Αττική Ριβιέρα έως την Κρήτη και τη Χαλκιδική

Τον στόχο των 10 νέων ξενοδοχείων μέσα από συνεργασίες με ορίζοντα τα επόμενα δύο-τρία έτη στην Ελλάδα έχει βάλει, στο πλαίσιο του νέου του στρατηγικού πλάνου για τη χώρα μας, ο όμιλος της Radisson, η οποία υπογράφει αυτή τη στιγμή δύο ξενοδοχεία σε Αθήνα και Κρήτη.
«Στην Ελλάδα έχουμε τη μικρότερη παρουσία σε σχέση με άλλες μεσογειακές αγορές. Θέλουμε να αναπτυχθούμε μέσα από μακροχρόνιες συνεργασίες γιατί βλέπουμε μια μεγάλη ευκαιρία τόσο στα αστικά κέντρα -Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα- όσο και στα νησιά. Οι Κρήτη, Κέρκυρα, Ρόδος, Κως και Κυκλάδες είναι από τους νησιωτικούς προορισμούς που μας ενδιαφέρουν πολύ, ενώ εξετάζουμε και άλλες περιοχές με προοπτική, όπως η Χαλκιδική και η Πελοπόννησος», επισημαίνει στο «b.s.» ο αντιπρόεδρος του Radisson Hotel Group Ελι Μίλκι. «Θεωρούμε ότι μέσα στο 2020 μπορεί να έχουμε δύο σημαντικά deals, με την Αθήνα να είναι πρώτη προτεραιότητα».

Ο όμιλος βλέπει νέες ευκαιρίες, είτε πρόκειται για καινούρια ξενοδοχεία, είτε ακόμη και για μετατροπές παλιότερων κτιρίων. O κ. Μίλκι είναι υπεύθυνος για τη στρατηγική ανάπτυξη του Radisson Hotel Group, και συγκεκριμένα για το portfolio ξενοδοχείων στη Μέση Ανατολή, καθώς και σε περιοχές της Νότιας Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου. Εχει επίσης αναλάβει την ανάπτυξη του ομίλου σε Ελλάδα και Κύπρο με στόχο το χαρτοφυλάκιο του ομίλου να ξεπεράσει τα 20 ξενοδοχεία και τα 4.000 δωμάτια μέχρι το 2022 για όλα τα κύρια brands: Radisson Blu, Radisson, Park Inn by Radisson, Radisson RED και Radisson Collection. «Θα μπορούσαμε να έχουμε επιπλέον 5 ξενοδοχεία στην Αθήνα, η οποία προσφέρεται τόσο για αστικά ξενοδοχεία όσο και για μονάδες στην Αττική Ριβιέρα», αναφέρει. Σημειωτέον ότι αυτή τη στιγμή η παρουσία του ομίλου στην Κύπρο είναι μεγαλύτερη σε σύγκριση με την Ελλάδα με 5 ξενοδοχεία.

Ο αντιπρόεδρος του Radisson Hotel Group βλέπει τις εξής βασικές παραμέτρους που καθιστούν την ελληνική ξενοδοχειακή αγορά τώρα πιο ελκυστική: «Ο πρώτος και βασικός λόγος είναι ότι υπάρχει πολύ μικρή διείσδυση των επώνυμων αλυσίδων σε σχέση με άλλους μεσογειακούς προορισμούς, επομένως οι ευκαιρίες είναι περισσότερες. Επίσης, βλέπουμε ότι πλέον έχει αλλάξει η νοοτροπία των ιδιοκτητών, οι οποίοι είναι σαφώς πιο δεκτικοί σε συμφωνίες συνεργασίας με ξένες αλυσίδες. Επιπλέον, έχουν ωριμάσει περισσότερο και οι συνθήκες όσον αφορά τη δυνατότητα για συνεργασίες που αφορούν ξενοδοχεία, τα οποία συνδέονται με μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Ενας τέταρτος λόγος είναι το γεγονός ότι στον κλάδο γίνονται πολλές νέες επενδύσεις από Ελληνες όσο και ξένους».

Melia
Προτεραιότητα σε resorts και προορισμούς «bleisure»

Το αποτύπωμά της στην Ελλάδα, μέσα από συμφωνίες διαχείρισης ή franchise, θέλει να αυξήσει μέσα στα επόμενα χρόνια και η Μelia, η τρίτη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αλυσίδα (πρώτη στην Ισπανία) και 20ή στον κόσμο με βάση τον αριθμό δωματίων της. «Η Ελλάδα βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα μας», δηλώνει στο «b.s.» η Μαρία Σαραλούκι Ντάρντερ, επικεφαλής Διεθνούς Ανάπτυξης της Μelia Hotels International. Η αλυσίδα, η οποία έχει ήδη παρουσία στην Αθήνα στην οδό Χαλκοκονδύλη, θέλει να ανοίξει τουλάχιστον 10 ξενοδοχεία στη χώρα μας τα επόμενα χρόνια, δεδομένου ότι «η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες όπου δίνουμε προτεραιότητα κυρίως όσον αφορά τον τομέα των resorts».

Οι Κρήτη, Κέρκυρα, Κως, Ρόδος, Σαντορίνη και Μύκονος είναι τα νησιά που έχουν μπει στο μικροσκόπιό της: «Μας ενδιαφέρουν οι προορισμοί που έχουν καλές αεροπορικές συνδέσεις. Στην Αθήνα, όπου ήδη έχουμε ένα ξενοδοχείο Melia Hotels & Resorts, θεωρούμε ότι υπάρχουν επίσης περιθώρια για άλλα brands με το σκεπτικό ότι πρόκειται για έναν από τους top ευρωπαϊκούς προορισμούς για “bleisure” (business+leisure = επαγγελματικά ταξίδια και αναψυχή) και τουρισμό του Σαββατοκύριακου. Γενικότερα, ήδη εξετάζουμε κάποιες ευκαιρίες και θεωρούμε ότι μπορεί να έχουμε νέες συμφωνίες για το 2020. Iδανικά, μας ενδιαφέρουν ξενοδοχεία που είναι ήδη σε λειτουργία με περισσότερα από 150 δωμάτια, κοντά στην παραλία των δύο ανώτερων κατηγοριών ή ακόμη και 3 αστέρων εφόσον μπορούν να μετατραπούν σε 4άστερα και πάνω».

Η κυρία Ντάρντερ δηλώνει ότι «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μπορούμε να προσαρμόσουμε στην Ελλάδα το μοντέλο που ακολουθήσαμε στην Ισπανία -όπου ουσιαστικά κάναμε το rebranding και την επανατοποθέτηση για 11 ξενοδοχεία με πάνω από 3.500 δωμάτια σε έναν ώριμο προορισμό όπως το Μαγκαλούφ στη Μαγιόρκα- δουλεύοντας πολύ στενά με τους ιδιοκτήτες».

Ειδικά για την Αθήνα, η ίδια επισημαίνει ότι δεν τίθεται θέμα υπερπροσφοράς, έστω κι αν έχουν ανοίξει πολλά καινούρια ξενοδοχεία το τελευταίο διάστημα: «Υπάρχει έλλειψη σε lifestyle brands στην Αθήνα, που έχει αποκτήσει πλέον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα. Μπορούμε να φέρουμε νέα brands του χαρτοφυλακίου μας στην αθηναϊκή αγορά, όπως το Innside ως 4 αστέρων lifestyle πρόταση ή το ME by Melia ως 5άστερη πρόταση. Συνολικά βλέπουμε μια ανάγκη για επανατοποθέτηση και ανακαινίσεις ξενοδοχειακών μονάδων στην ελληνική πρωτεύουσα με στόχο ένα πιο ποιοτικό τελικά τουριστικό προϊόν».